Η
γόπα
Πέταξε
χάμω το τσιγάρο
μισό
τσιγάρο, ακάπνιστο
‘δε
βαριέσαι, ο μπαμπάς να ‘ναι καλά
Αυτός
και η γεμάτη πορτοφόλα του’
δέκα
λεπτά αργότερα
ένας
έπιασε την γόπα
-σχεδόν
ορφανή από ρουφηξιές-
αρκούσε
ωστόσο να τραβήξει άλλες δύο
Τι
περίεργο είναι αυτό
με
τις γόπες της εφηβείας μας
Αντί
εμείς αυτές ενηλικιώνονται
Είδηση
ιατρική
Σ’
ένα μικρό ακατοίκητο περιθώριο
Θα
εξοριστείς
Είδηση
αισιόδοξη ιατρικού δελτίου
Θα
στέκεις να προσμένεις στωικά
Κάποιαν
αναψηλάφηση
Στο
μεταξύ
Χιλιάδες
τίτλοι πηχυαίοι
Με
στολή αυτοκράτορα
Θα
παρελαύνουν στα εξάστηλα
Και
θα μιλούν αυτοί
Για
κάποια ελπίδα αμεταχείριστη
Για
έκβαση του προκειμένου ανθισμένη
Μα
στην ουσία
καμένη
πριν την ώρα της