ΜΕΤΑΣΤΑΣΗ
Βρέθηκα σε χώρο εξοχής
δράκοι μέσα σε λίμνες αιμόφυρτοι
τα χέρια μου φορούσαν επιδέσμους
χτυπούσαν πόρτες νεκρών
ο αιθέρας από τελώνια διάτρυτος
έσκουζαν
γνώριζαν τα παρόντα
όχι τα μέλλοντα.
ΔΑΝΕΙΟ
Φραγή της νύχτας
λίγο προτού πεθάνει ο Κάφκα
ωχρός ιδρώς στον χιονισμένο άνεμο
Παράθυρα σπασμένα
σπυριά επάρατα στο στήθος
μελάνι, χαρακιές στον αυχένα
καθώς θωρούσε τη μάνα του.
Θρόμβος στην αορτή από πικρά δάκρυα.
Εστράφη οπίσω και είδε
τα ψάρια του τ’αγαπημένα
να καίγονται
Δε μπορούσε πια
να βοηθήσει κανένα.
Σπαρταρούσε
γρονθοκοπούσε τον θάνατο.