Η ΚΙΤΣΑ
Όταν τον έδιωχνε η γυναίκα του, πήγαινε στην Κίτσα. Τη χτένιζε, τη χάιδευε και καμάρωνε το δέρμα της και το παράστημά της. Κάποιες φορές τη διέταζε, κάτσε κάτω και σήκω πάνω και πάλι κάτσε κάτω. Τότε έπαιρνε φόρα, ανέβαινε πάνω της και τη χτυπούσε στα καπούλια. Μια μέρα, όπως ήταν στητός και καμαρωτός πάνω της, εκείνη χαμήλωσε τα πόδια της και μετά τα τίναξε. Τον έριξε κάτω και τον κλώτσησε. Αυτός σηκώθηκε κρατώντας τα πονεμένα του οπίσθια. Αν κατέβαζε το παντελόνι του, θα έβλεπε κανείς καθαρά ένα πέταλο.