ΤΟ ΤΡΕΝΟ ΣΤΑ ΠΕΡΙΧΩΡΑ ΤΗΣ
ΝΥΧΤΑΣ
1,-
Μ΄ ένα σπαρτάρισμα
ρολογιού στο μυαλό μου
Μισοκοιμισμένος στον
ρομποτικό μου μηχανισμό
Στριμώχνομαι μ΄ ένα πλήθος
αποβλακωμένων στα βαγόνια
Σέρνομαι με το ζόρι στη δουλειά σαν το μουλάρι που το τραβάει ο μουλαράς από
τα γκέμια
Και μες στο μουντό χειμώνα
κάθε δευτερόλεπτο που σβήνει
Σακατεύει τον εγκέφαλο με
τα κάψιμο της χρονομηχανής
2.-
Το ξυπνητήρι χορεύει με τη
ψυχή του διαβόλου
Και ο διάβολος χορεύει μη
τη ψυχή του ταπεινού
Κατάμονος ανάμεσα στους
κατάμονους
Ανήσυχος ανάμεσα στους
φιλήσυχους
Αναπνέω τον δύσοσμο μούστο
των σωμάτων
Στο μεταξύ τα μιάσματα της νύχτας κατευοδώνουν
Τον πρωινό κακορίζικο
προορισμό
Μια αχνογάλανη λωρίδα
δυστυχίας
Ξεκινάει από τον σκληρό
μαύρο ουρανό
Και ξετυλίγεται στους
παγωμένους δρόμους
Κολλώντας στις ψυχές σαν
τσιμεντόκολλα
Στη συνέχεια όλος αυτός ο
ποδαρόδρομος
Προς το ανοίκειο και το
σκοτεινό
Με μαύρες ταμπέλες να σε κατευθύνουν
Σε φωταγωγημένα τετράγωνα
παχνιά
Όπου καθημερινά
λειώνει το μυαλό σου
Σαν το βούτυρο στο τηγάνι
3.-
Κύματα οι ελεινολόγοι στα
γύρω περιγράμματα
δε λένε να κοπάσουν τα σχόλια και οι
μυκτηρισμοί
οι προφάσεις εν αμαρτίαις
και οι ηθικοί κλυδωνισμοί
στον μεσόκοσμο μιας
κατεψυγμένης ευφορίας
΄Ολα αυτά στα σύνορα μιας
λάθος εποχής
Που στα κατώφλια μας ροβολούνε οι κυνηγοί
και μες στο σπίτι μας μετράνε τα θηράματα
4.-
Ελα, έλα,μωρό μου
έλα μες στο μισοσκόταδο του τρένου, μπορείς
Την πανοπλία σου να
μουσκέψεις στο χλωροφόρμιο
Γιατί αν κάθε άμυνα μέσα
μας σκουριάσει
Τα κόκαλά μας θ΄
αποτεφρωθούν μες στα παλιοσιδερικά
Και οι σαμάνοι
αποτρελαμένοι από τα οπιούχα γιατροσόφια
Θα ρίξουν πάνω μας όλες τις
κατάρες της φυλής
οπότε κάθε μας στίχος θα φαντάζει υπόνοια που
κοάζει
βάναυσα στα γεννητούρια
μιας μοντέρνας βασανομηχανής
5.-
Λίμνη τα δάκρυα στο θυσιαστήριο των καιρών
Κλειδούχοι αποκαμωμένοι
ξορκίζουν
τους προορισμούς
Σφυρίζει η οδύνη στις
σιδηροτροχιές
στις σιδηροτροχιές
Μάντες προμαντεύουν πότε
κανείς ματώνει
με το μαχαίρι με το
μαχαίρι ή με το μαστίγιο
με το μαστίγιο
Κομματιάζεται η σάρκα σαν
μαλακό τυρί
Του ολέθρου του ολέθρου οι
μαύρες μάνικες
με το μαύρο νερό τους
περιλούουν
τα μαύρα πρόβατα τα μαύρα
πρόβατα
Στάμπαρα τον γενέθλια τόπο
μου σε μαύρο φόντο
και γέμισαν οι δρόμοι του
μαύρα πρόβατα
μαύρα πρόβατα
Κάρφωσα μια μαύρη σημαία
στο κέντρο
να συμβολίζει αφελείς
φιάλες ονείρων
που τις θρυμμάτισαν οι
τυχοδιώκτες
οι τυχοδιώκτες
οι τυχοδιώκτες του καιρού
μου τα μαύρα πρόβατα
μαύρα πρόβατα
Κατά μήκος του χάρτη ένα
ποτάμι με απότομες
όχθες παγιδεύει καραβάνια
πιονέρων που δεν
πρόλαβαν την μετοικεσία
στη γη Χαναάν
Κυνοκέφαλοι συναθροίζουν σε αποξηραμένα λιβάδια
κοπάδια μαύρα πρόβατα
μαύρα πρόβατα
Κι εγώ εδώ που γονατίζω
εδώ εκλιπαρώ
να γίνουν λύκοι και αετοί
να γίνουν τίγρεις
και λιοντάρια
τα μαύρα πρόβατα
τα μαύρα πρόβατα