Ασπόνδυλοι
Φίλοι

Αιμόφυρτο
καμπανάκι

δέκατος
γύρος ζωής–

νοκ
άουτ η φιλία.

Χωρίς
κοινοποίηση η αιτία 

τα
σύκα-σύκα

δεν
τόλμησανκαν

ελεγεία.

Μαζεμένους
τώρα

τους
θέλει το ποίημα·

λίγους σε
λήξη προθεσμίας

εξαντλημένους
ίσως

στραγγίσματα
σιωπής.

Σταελαφρών βαρών
υποβιβασμένους

με
κάτι υπερμεγέθη σορτς 

να
περιφέρονται υπνωτισμένοι,

σάκοι
προπόνησης 

ή
πόζες μποξ;

Σε
ενυδρείο μπουγάδας λουλακί 

επιπλέων

ευθυτενώς
βυθισμένους

ας
φανταστούμε·

συγχρονισμένα
σώβρακα 

φουσκωμένα  

υδροφόρες
μπαλαρίνες φρικιά

σάβανα
φουστάνια αντανακλά

η
κάθε είδους χαμηλή ματιά.

Έτσι

αν
για κάποιον ακόμα

φύλο
συκής ανθίζει,

αδύνατον
να μάθουν·

κι
αν με την αιδώ 

του
μετά-μποξερικού εξευτελισμού 

κάποιος
από τους δυο κοιμάται τώρα,

άγνωστο
παραμένει επίσης.

Να
νοιαστούν όπως πριν 

μασημένα
δόντια

αδυνατούν
να τρυφερώσουν

σπόνδυλοι ιστορίας
άχαρα εξαρθρωμένοι

ερείπια
διάπλατης γροθιάς

μούντζα
ήττας 

σαν
να διαγράφουν

μπουρμπουλήθρες κοχλάζουσες
φρενήρεις

αρθρόποδα
ρωγμώνζωής

στροβιλίζουν
υποψία

κάποιας
εσωτερικής αφής

κάτι
σαν τσάμικο άρθρωσης

στο κάτω κάτω
της _ραφής. . .

Άκρη
Ακρωτηριασμού

Στον Τ περαστικά
–έχασα
το πόδι μου

είπε
–έχασα
το πόδι μου

βράχνιασε

το έχασα

το
σώμα είπε

κύρτωσε
βάρος

–και
τώρα πώς;

βόγκηξε
–το
έχασε

απώλεια
–απαγορεύεται
η κύρτωση γονάτου

είπαν
–το
σώμα βράζει

ούρλιαξε
–κι
αν δεν κλείσει;

σπηλιά
φόβου

–πονάμε
ικετεύσαμε
–κι
αν δεν κλείσει;

σφίχτηκαμε
–πονάω
ούρλιαξε
–οι
πιθανότητες καλές

είπαν
–υπομονή
κοπήκαμε 

εξάντληση
–πονάει
είπε
είπαμε
–ακούσαμε
είπαν 

άναψα
κεριά 

τηλεφώνησε
–εξάντληση
πριόνισε
–υπάρχουν
λύσεις

βεβαίωσαν
–εξάντληση 

επαναλάβαμε

ναι

έγνεψε

ματώσαμε
κέντρου
βάρους ναυάγιο

–υπομονή
είπαμε

καρδιά
τρόμου

–δεν
τα είπαμε;

σκελετός
αποκατάστασης

–δεν
καταλαβαίνετε

νευρίασε

κι
αν δεν κλείσει

φόβος
κυκλώπωσε

–κατάλαβέ
μας

ξεσπάσαμε

πώς
είναι;

πόρτα
χτύπησε

μέχρι
πότε;

παράπονο

πες
μου, σ΄ακούω

τρυφερότητα
αγκάλιασε

βαθειά
μας κοίταξε

στα
μάτια κοιταχτήκαμε

–θα
τα καταφέρω κουτσά στραβά

είπε

ντέφι
χαρισμένο

κέφι
μας αρπάχτηκε,

ειρωνείας
δεκανίκι

ευθυτενές
τσαλαπατάει

τον
πόνο φάντασμα

*

Ο Γιώργος Αναγνώστου (Ορεστιάδα, 1960) είναι καθηγητής στο Πολιτειακό Πανεπιστήμιο του Οχάιο, με ερευνητική δραστηριότητα στους χώρους εθνότητος και διασποράς (http://mgsa.org/faculty/anagnost.html). Έχει δημοσιεύσει το βιβλίο Contours of White Ethnicity: Popular Ethnography and the Making of Usable Pasts in Greek America (Ohio University Press 2009) και την ποιητική συλλογή Διασπορικές Διαδρομές (Αθήνα: Απόπειρα, 2012) (http://apopeirates.blogspot.com/2012/04/blog-post_20.html). Ετοιμάζεται επίσης η συλλογή του «Επιστολές Χ Αμερικής, Γλώσσες εξ Επαφής» (Ενδυμίων, 2016).