Δεν υπάρχει φως στα μάτια
Αφιερωμένο στον αγωνιζόμενο λαό της Συρίας
Δεν υπάρχει φως στα μάτια
τρέμουλο στα δάχτυλα
τα πουλιά δεν φτερουγίζουν
όλα πυρακτωμένα
αίμα της καρδιάς
λάβα σε ρίζες δέντρων
πληγές από πύρινα βέλη
ξεραΐλα σε ατέρμονα σχήματα
ψυχές ξεριζώνονται
σ’ ανασκαλεμένη γη
με σύνεργα καλοφτιαγμένα
για θάνατο και φρίκη
ποιους νεκρούς ν’ αναστήσεις
και σε ποια ιδέα να μυηθείς
ποια μορφή να τραγουδήσεις
και ποια φωνή να βγάλεις
σε εκτάσεις αλλόφρονες
που το λιοπύρι στέγνωσε
τα δάκρυα και οι βρύσες
ηφαίστεια οι πηγές
στοιχειωμένα τα νάματα
πυρκαγιές στη ζήση
δόντια τρεκλίζουν
σε σύγκορμες ανατριχίλες
ρωγμές στα μάγουλα
σφύριγμα που παραπαίει
τα δειλινά αποξεχάστηκαν
υπνοβάτες μ’ αλλήθωρα βλέμματα
φτύνοντας λάσπες και οργή
στο απερίγραπτο δάσος
των μεταμεσονύχτιων ίσκιων
τα άλλοτε ανένδοτα τοπία ενέδωσαν
στα ρουμάνια τους τα νυχτοπούλια
λικνίζονται σ’ αγέρηδες
κεραυνούς που τα κυνηγούν.
Η σιωπή
Η σιωπή είναι
ο υπέρτατος
τρόπος επικοινωνίας
καθώς όλα ελέχθησαν
κι όλα τα μελλούμενα
ξεπέζεψαν μπροστά μας
μετά βαΐων και κλάδων
η μόνη αληθινή κίνηση
είναι αυτή των ματιών
όταν αντικαθιστούν
το άγγιγμα της παλάμης
και δεν
έμεινα ο ίδιος
πέρασαν τα χρόνια
και δεν έμεινα ο ίδιος
μόνο τους νεκρούς είδα
που παρέλασαν στις παρυφές
των γειτονιών μου
τ’ άλογά τους ξεπέζεψαν ματωμένοι
κι οι ίδιοι προχώρησαν κατευθείαν
στους αόρατους κάμπους
πασχίζοντας να βρουν
το φωτεινό αστέρι
κι εγώ δεν έμεινα ο ίδιος
μόνο τους μάγους είδα
που τραβούσαν τα σχοινιά
κι οι ίδιοι έπλεαν
πάνω σε θάλασσες κρανίων
με σχεδίες από σπλάγχνα
κι ήταν μια ατέλειωτη νύχτα
με τσίκνες και μυρωδιές
οργής και χάους
κι εγώ δεν έμεινα ο ίδιος
μόνο τα ξωτικά των νυχτών άκουσα
που κρυφανάσαιναν
σε ασυγχρόνιστες νότες
ξεμυτώντας απ’ τις κρυψώνες τους
όπως τα σαλιγκάρια μετά την καταιγίδα
Κοίτα τις αρρώστιες
Κοίτα τις αρρώστιες
που υπονομεύουν τα σαλπίσματά μας
κοίτα τα κόκκινα μάτια μας
πώς ξεγλυστρούν
στα ναυάγια των ημερών
μεθυσμένα πλεούμενα οι τύψεις μας
ξεψυχούν κατσούφικα τα όνειρά μας
κι οι νεκροί κι αυτοί
με αλλοιωμένα πρόσωπα
συναντιούνται σε κρυφές στιγμές
με την πλήξη τους παραμάσχαλα
τσίτσιδα μυαλά
σε γυμνωμένα σώματα
σε αυλές σκονισμένες
με τ’ αστροβρόχια τα μεταλλαγμένα
αλλά θα επαναστατήσουμε κάποτε
και θ’ ανεμίσουμε λάβαρα τις ευθύνες μας
συγκρούσεις αρχών θα επιδιώξουμε
με προοπτική μακρόχρονου καλοκαιριού
πάνω από ανεμοστρόβιλους που ξεριζώνουν
κι απελπισίες που ραπίζουν
βάζοντας φωτιά στην κούφια καθημερινότητα
αποκαθιστώντας ιστορικά
τις μνήμες που αγαπήσαμε.
Μυθοπλασίες
Μυθοπλασίες στη δυστοπία
τέχνη για επιβίωση
και τα μυαλά στα κάγκελα
του ανορθολογισμού
πόσο θ΄ αντέξεις κρεμασμένος
στα παρακλάδια
της μοντέρνας προϊστορίας
ξεγλυστρούν τα δευτερόλεπτα
λαιμητόμοι
στα υγρά πεζοδρόμια
της ξετρελαμένης έπαρσης
στα πλακόστρωτα
κείτονται οι αυλακιές
σαν αυτές που μας
παιδεύουν αιώνες τώρα
λαξεύοντας τις διαδρομές μας
χαράσσοντας τις βραγιές
στ’ ατελείωτο χωράφι
των σφυγμών μας
23/7/2011
Ο εμφύλιος έχει πια κριθεί
Πασχίζεις να καταργήσεις όσα δεν καταργούνται
συμπράτεις ακόμα και με τον εχθρό σου
για να πετύχεις έστω μιαν αναπνοή
την υποψία μιας αθώρητης οπτασίας
που τρίζει στ’ αυτιά σου και παγιδεύει τα μηνίγγια σου.
σέρνεις τα βήματά σου σε μέρη άγνωστα
με οδικές αρτηρίες εγκατάλειψης
και δέντρα απομιμήσεις
με μόλις σχηματισμένες τις θωριές τους
όλα όσα βρίσκονται στην άλλη όχθη
ανακηρύσσονται αντίπαλοί σου
και πηγαινοέρχονται
φρουροί σε μεθορίους
αμετανόητοι και απειλητικοί
όπως τα κυρτά σπαθιά στα χέρια των Αγαρηνών
ούτε να κοντοσταθείς δεν μπορείς
θα μοιάζει προδοσία αναίμακτη
με τις φλέβες ξέμακρες από το είναι σου
προσπαθείς να διαβείς την τάφρο
που σε χωρίζει από τη ζωή
αλλά τα μονοπάτια καίγονται
και μένεις μετέωρος
με αισθήματα τρεμάμενα
επιφάνειες που τρεκλίζουν
και συνθήματα που δεν απηχούν.
Ο εμφύλιος έχει πια κριθεί…
Οι πόνοι
Οι πόνοι σαϊτιές στο σώμα
θραύσματα στο μυαλό
υπογραφές σ’ αδιάβαστα συμβόλαια
οι πόνοι νεράϊδες χορού
ψάχνοντας για ταίρι
εν μέσω χειμώνα διαρκείας
οι πόνοι αστερισμοί διαψεύσεων
ανακυκλωμένα λόγια
ημερομηνίες που έγιναν θεσμοί
οι πόνοι πετροβολητό στ’ αδέσποτα
να διώξουμε το γρύλλισμά τους
να ουρλιάζουμε μόνοι μας
Όσα έφυγαν επιστρέφουν
Ι
Χρόνοι στοιβάζονται στο παρελθόν
για να εκπληρωθεί το όποιο αύριο
δεν υπάρχουν βιώσιμες επιστροφές
υποσχέσεις δεν εκπληρώνονται
ξεχάστηκαν επαφές, μνήμες
μόνο κάποια εφιαλτικά όνειρα
συναντιούνται τυχαία
τίποτα δεν εξυπηρετεί κανέναν
ΙΙ
η καλοκαιρινή βροχή αφήνει πίσω της λάσπες
το ψύχος επέρχεται
αποστειρώνοντας ανθρώπους
σερνόμαστε αιχμάλωτοι σε ξένα κρεβάτια
η σεμνότητα διαφθείρει
ξεχνιόμαστε εν μέσω προβολέων
επιστρέφουμε σε ένα άγνωστο παρελθόν
τα μελλούμενα μας ναρκώνουν
ΙΙΙ
στην άκρη των χειλιών κατοικεί η σιωπή
ο λόγος αμήχανος υποτάσσεται
σ΄ ασκήσεις υστεροφημίας
όσα έφυγαν επιστρέφουν
βιαζόμαστε να εξαφανίσουμε τα κρίματά μας
οι ώρες εξανεμίζονται
σε εμφύλια διαμάχη με τον εαυτό μας
IV
οι πάντες μας εγκαλούν για κιότεμα
οι ανάσες ζητούν να ξεθαρρέψουν
φοβούνται και σκιάζονται τον άνθρωπο
κυλιόμαστε στην άσφαλτο
εκτροχιασμένοι με τα μέλη μας ξέμακρα.
Το παγωμένο χέρι
Το παγωμένο χέρι
της αλλοτινής ανέχειας
τσακίζει μία-μία
τις σανίδες σωτηρίας
στους τωρινούς κατακλυσμούς
οι ενοχές μας
δημοσιεύονται σε εγχειρίδια
ακατάσχετης κοινωνιολογίας
το αύριο σκελετωμένο
σ’ ένα ανένδοτο σκοτάδι
εάν δεν ξεχερσώσουμε
τις πεδιάδες των αιώνων
τα τείχη της Ρώμης
θα επανέλθουν
*
Ο Δημήτρης Τρωαδίτης (Αθήνα, 1959) μένει
και εργάζεται στη Μελβούρνη της Αυστραλίας από το 1992. Έχει κυκλοφορήσει
τέσσερις ποιητικές συλλογές, κυρίως στο διαδίκτυο. Ποιήματά του έχουν βραβευθεί
σε λογοτεχνικούς διαγωνισμούς και έχουν δημοσιευτεί σε πάμπολλα λογοτεχνικά
περιοδικά και μπλογκ στην Ελλάδα και την Αυστραλία, στα ελληνικά και τα
αγγλικά. Ασχολείται, επίσης με την ποιητική μετάφραση καθώς και με την
κοινωνική ιστορία. Διεύθυνε το μηνιαίο ποιητικό πρόγραμμα poetry@fedsquare στη
Μελβούρνη. Διευθύνει, επίσης, το μπλογκ Το Κόσκινο στο http://tokoskino.wordpress.com και
την ιστοσελίδα http://ngnm.vrahokipos.net