Το κακό δεν έρχεται απ’
το πουθενά. Ξεκινά σαν ενόχληση στ’ απόκρυφα κι ακολουθούν αλλεπάλληλες απόπειρες
μικροτραυματισμών. Κλείσε μου το φως, τρίψε μου το χέρι, άγγιξέ μου το πρόσωπο.
Είναι τέχνη ν’ αφήνεις το σώμα στη φθορά του. Πρόσεχε το ένα, πρόσεχε το άλλο κάποια
στιγμή αντιδράς.
Γκομενάκια που αργοπεθαίνουν
από πλήξη, μεσήλικες έτοιμοι να τα παρατήσουν όλα κι εγώ κυριευμένος από ηδονή,
τελειώνω στην παλάμη σου. Αντιδραστικός από παιδί. Μην πεις κουβέντα, σε
καθάρισα. Αργότερα, έγινα ό,τι κορόιδευα. Εντάξει, με κάποιες διαφορές αλλά
μέσες-άκρες τα ίδια σκατά.
Οι έξω από τα σύνορα,
ταξιδεύουν για να μη νιώθουν χαμένοι. Οι έσω, υπομένουν το βάρος του να είναι
διαθέσιμοι. Πεθαίνω να σε δω. Οι νύχτες μ’ έχουν κουράσει. Εθίζομαι στο ξενύχτι
κι ό,τι προγραμματίσω προορίζεται ν’ αποτύχει.
Δεν είναι ότι απέτυχα∙
το κεφάλι μου στένεψε απ’ τα χρόνια και δεν χωρούν περισσεύματα και υποψίες.
Κλείσε μου το φως κι έλα να κοιμηθούμε.