ΦΕΡΤΑ
ΥΛΙΚΑ

αναγνωρίζω
τη βροχή

από
το χώμα που λασπώνει

αναγνωρίζω
και το δάκρυ

στις
μετρημένες χαρές

που
μας κατασπαράζουν

στους
αδένες των ματιών μας

κατοικεί
η προσμονή

για
μια αχόρταγη άνοιξη

αλήθειες,

του
ψέματος είστε το κέλυφος

θα
τιμωρήσω το μασκάρεμά σας

ξεφλουδίζοντας
το δέρμα μου

μ’
έναν σουγιά

το αίμα είναι η μόνη αλήθεια

κουβάλησα
στα χέρια μου

όσα
φερτά υλικά

μπορούσα
να κρατήσω

χώθηκα
σ’ έναν λάκκο

και
βλαστήμησα

τη
μνήμη που με σκέπασε

και
λίγο λίγο

μ’
αφανίζει

ΠΡΩΙΝΗ
ΚΑΜΠΑΝΑ

«δραπετεύω»
είπε

πρόσθεσε
μια σκηνή

στον
προκαθορισμένο ρόλο της

αυτοσχεδίασε

στον
ίσκιο της Ιτιάς

με
τη μακρά παράδοση

και
μ’ όσων οδοιπορούν τον φόβο

καθώς
γεννήθηκε στις ρίζες της

της
Ιστορίας

ο
βαθύτερος ύπνος

οι
φτέρνες της

λυθήκαν
απ’ το χώμα

κι
ο λαιμός της

πλέον

προέκταση
κλαδιού

κοιτάξτε
την

πώς
αιωρείται

μια
μαριονέτα δίχως αφεντικά

τριγύρω

η
σιωπή ατάιστη

γεμάτη
αιχμές

τώρα
πολιτικολογεί με τα κοράκια


ΟΧΙΑ

καημένε
Μάνο,

αχ
και να ’ξερες

πως
στη δεξιά σου τσέπη

επωάζεται
ένα αυγό

χρόνια
ψαχούλευες τη φόδρα

κι
ούτε που το κατάλαβες

πως
έσκασε απ’ τ’ αυγό

η
οχιά

κι
είναι καιρός,

καημένε
Μάνο,

που
παρακολουθεί

την
καρωτίδα σου