Pink Floyd,
«Μια από τις αλλαγές μου» – Μετάφραση/ Σημειώσεις: Χαρίλαος Νικολαΐδης
[Φωνή:]«Ω Θεέ μου! Τι καταπληκτικό
δωμάτιο! Όλες αυτές οι κιθάρες είναι δικές σου;»
[Τηλεόραση – Συνομιλητής 1:] «Συγγνώμη
κύριε, δεν ήθελα να σας ξαφνιάσω»
[Φωνή:]«Το μέρος αυτό είναι πιο μεγάλο
από το διαμέρισμά μας!»
[Τηλεόραση – Συνομιλητής 2:] «Να με ειδοποιείς
όταν μπαίνεις στο δωμάτιο»
[Τηλεόραση – Συνομιλητής 1:] «Ναι,
κύριε»
[Φωνή:]«Εμ, μπορώ να έχω ένα ποτήρι
νερό;»
[Τηλεόραση – Συνομιλητής 1:]
«Αναρωτιόμουν σχετικά με…»
[Φωνή:]«Θέλεις λίγο, ε;»
[Τηλεόραση – Συνομιλητής 2:] «Ναι…»
[Φωνή:]«Ουάου, απίστευτη μπανιέρα! Θες
να… κάνουμε μπάνιο;»
[Τηλεόραση – Συνομιλητής 1:] «Θα πρέπει
να ενημερωθώ από την κυρία Μπάνκροφτ τι ώρα θέλει να μας δει, για το βασικό
της…»
[Φωνή:]«Τι βλέπεις;»
[Τηλεόραση – Συνομιλητής 2:] «Αν μπορείς
να μου πεις μόλις μάθεις …η κυρία Μπάνκροφτ…»
[Φωνή:]«Με ακούς;»
[Τηλεόραση – Συνομιλητής 1:] «Δεν
καταλαβαίνω…»
[Φωνή:]«Αισθάνεσαι καλά;»
[Τηλεόραση – Συνομιλητής 2:] «Θέλω να
μείνω εδώ»
Κάθε μέρα που περνά
η αγάπη γερνά,
σαν το δέρμα
του νεκρού
λίγο πριν φύγει.
Και κάθε νύχτα που περνά
προσποιούμαστε
πως είναι όλα καλά.
Μα εγώ έχω μεγαλώσει
κι εσύ έχεις παγώσει
και τίποτα πια
δεν μας χαροποιεί.
Και πλέον νιώθω
μια από τις αλλαγές μου
να έρχεται.
Νιώθω
σαν λεπίδα ξυραφιού ψυχρός,
σαν επίδεσμος σφιχτός,
στεγνός
σαν τύμπανο
που παίζει σε κηδεία.
Τρέξε στην κρεβατοκάμαρα,
μέσα στη βαλίτσα, αριστερά,
θα βρεις
το αγαπημένο μου τσεκούρι.
Μην κοιτάς με τρόμο,
αύριο θα μου περάσει,
είναι μια κακή μου φάση.
Θες να δούμε τηλεόραση;
Ή μήπως να μπλεχτούμε στα σεντόνια;
Ή ν’ αναλογιστούμε τη σιωπηλή εθνική
οδό;
Θα ήθελες να σου βάλω φαΐ;
Θα ήθελες να μάθεις να πετάς;
Θα ήθελες;
Θα ήθελες να δοκιμάσω εγώ
ενώ κοιτάς;
Θα ήθελες να καλέσεις την αστυνομία;
Πιστεύεις ότι πρέπει να ηρεμήσω;
Γιατί τρέχεις να φύγεις;
Άλμπουμ: TheWall(1979)
Στίχοι/ Μουσική: PinkFloyd
Ίσως αυτό
το κομμάτι να συνοψίζει όσο κανένα άλλο τα μοτίβα και τις αντιφάσεις του
θρυλικούTheWall. Οι νόρμες οι
οποίες μας καθιστούν ακούσιους υπηρέτες της ίδιας ρουτίνας, ακόμα και στις
προσωπικές μας σχέσεις, η ανεπαίσθητη πολτοποίηση της επιθυμίας στο βωμό της
καθημερινότητας, οι απαραίτητοι συμβιβασμοί, οι δεδομένες ανασφάλειες, τα
αναπόφευκτα τραύματα, εγκλωβίζουν τον άνθρωπο. Όμως ενώ το άτομο στέκει
ηττημένο, «σαν τύμπανο
που παίζει σε κηδεία»,
ξαφνικά επαναστατεί, ενάντια στον εαυτό του πρωτίστως. Εκφράζει μια ένταση
παράλογη, τραμπαλίζεται ανάμεσα στην τρυφερότητα και τη σκληρότητα, στα δυο
πρόσωπα της ευαισθησίας. Του φταίνε όλα, κοπανάει το κεφάλι του στο Τείχος. Διότι
θέλει να απελευθερωθεί, να φύγει, αλλά δεν έχει που να πάει, δεν ξέρει πως. Επειδή
Το Τείχος είναι ο ίδιος, εκείνος που περνάει τη ζωή του παλεύοντας να σκάψει
λαγούμια για χάρη όλων όσων θέλει να αγγίξει, να ζήσει, να αγαπήσει.