Για
μια στιγμή μαζεύονται οι αιώνες μια
σταλιά
Ή
η εμφάνιση του Συμβάντος ως θαύμα
(Σχόλια
με αφορμή το βιβλίο του Γιώργου
Ζησιμόπουλου, «Ανοικτά του Απρίλη» εκδ.
Γαβριηλίδης 2018).
Μια
μέρα θα συμβεί / να ανοίξει δρόμο ο καιρός
/ να φτάσουμε ψηλαφητά / στον ουρανό των
ηδονών / και θα είναι Απρίλης (σελ.
13). Για τον Λούκατς το επαναστατικό
υποκείμενο συγκροτείται σε μια
συγκεκριμένη υπερπροσδιορισμένη στιγμή
(μέσα από τη γερμανική λέξη Augenblick).
Αυτό είναι δυνατό επειδή οι αντικειμενικές
συνθήκες της ταξικής πάλης δεν είναι
ποτέ «ώριμες» (Lukacs 2002, σελ. 60) αλλά
αστάθμητες
και γι’ αυτό επιδεκτικές στη ριζική
απροσδιοριστία της Augenblick (βλ. και Ράντης
2006).
Μεγάλος
ανατόμος ο Απρίλης / σε ανοίγει από το
παρόν / μέχρι το μέλλον (σελ.
9)
Και
πάλι:
Αλλόκοτος
παίκτης ο Απρίλης / κερδίζει όλον τον
καιρό / ξοδεύοντας το μέλλον.
(σελ. 12)
Ο
Γιώργος γνωρίζει από φιλοσοφία και
εμπνέεται από αυτήν. Η διαλεκτική και
η προβληματική εντός της, η οποία ανάγεται
στην υποκειμενοποίηση και την
αντικειμενοπόιηση, την τυχαιότητα και
τον νομιναλισμό είναι έννοιες, που του
έχουν φανεί χρήσιμες, στην διαδρομή του
μέχρι να μπορέσει να περιγράψει έλλογα,
ποιητικά ή πολιτικά έναν άλλο κόσμο.
Στα είκοσι-τρία άτιτλα ποιήματα της
έβδομής του συλλογής, ο Γιώργος συνεχίζει
και κορυφώνει, κατά τη γνώμη μου, την
πορεία της αντίφασης, την πορεία της
άρνησης της άρνησης, την πορεία της
ίδιας της διαλεκτικής, όπως την έχει
ακολουθήσει με συνέπεια σε όλα του τα
έργα. Με αυτό το σκεπτικό, θα προσπαθήσω
να τοποθετήσω το βιβλίο του «Ανοικτά
του Απρίλη» στο πλαίσιο αυτής της
φιλοσοφικής πορείας. Η πορεία αυτή, όπως
είδαμε, ξεκινάει με τη στιγμή. Η ελληνική
λέξη στιγμή σχετίζεται ετυμολογικά με
το στίγμα, δηλαδή το αισθητό σημάδι
που
αφήνει πίσω της μια βελονιά, ένα τσίμπημα
ή ένα κάψιμο (βλ.
και Ράντης 2006).
Η αντίστοιχη γερμανική λέξη Augenblick, η
οποία χρησιμοποιείται από τον Λούκατς
και τον Αντόρνο, σημαίνει ετυμολογικά
τη ματιά, το βλέμμα, στο έδαφος της οποίας
υπάρχει η ανάδυση ή η φανέρωση.
Ματιά
ματιά απλώνεται ο Απρίλης / το άπειρο
στο καθετί / τυλίγεται στην αίσθηση του.
(σελ. 11)
Και
πάλι:
Έτσι
πυκνός που πέφτει ο Απρίλης / καμιά
στιγμή δεν προλαβαίνει / ν’ αρνηθεί το
άγγιγμα του. (σελ.
23)
Ακόμα:
Εκεί
που δεν το περίμενες / ήρθε ο καιρός για
/ όσα έγιναν / νερό και αλάτι / όσα δεν
πρόλαβες / θα επιστρέψουν τον / Απρίλη.
(σελ. 20)
Το
αστάθμητο συνδέεται με την κάθε
συγκεκριμένη αντίφαση, την αντίφαση
της κάθε στιγμής. Το μπουμπούκι ενός
φυτού είναι η συγκεκριμένη άρνηση του
σπέρματός του, και το άνθος η συγκεκριμένη
άρνηση του μπουμπουκιού. Στην άρση ή
υπέρβαση συμμετέχουν εξίσου η στιγμή
της αναίρεση και η στιγμή της διατήρησης.
Έτσι μέσω της αναίρεσης-διατήρησης
επιτυγχάνεται μια υψηλότερη βαθμίδα,
η διαλεκτική (βλ. και Ράντης 2006, σελ.
228).
Ότι
δεν σώζεται / γίνεται Απρίλης / και σε
σώζει.
(σελ. 21)
Και
πάλι:
Όποια
σκέψη και να κάνεις / δεν πιάνεται ο
Απρίλης. / Από ρέμβη σε ρέμβη / χάνεται
στην ύπαρξη σου. (σελ.
27)
Ή
ακόμα
Κανείς
δεν μπορεί / να επιστρέψει από την /
εξορία του χρόνου / που δεν έζησε / πριν
συναντήσει / τον Απρίλη.
(σελ. 10)
Η
διαλεκτική βασίζεται στη σχέση γενικού
και συγκεκριμένου, στο έδαφος της οποίας
αναπτύσσεται η αντίφαση, η οποία παράγει
στο τέλος ενότητα.
Τη
στιγμή που / ακούς βαθύτερα / από την
ανάσα σου / φθάνει ο Απρίλης (σελ.
16)
Και
πάλι:
Φθόγγο
φθόγγο / κρύβεται η σιωπή / και οι δισταγμοί
/ ένας προς έναν / πνίγονται στο / στόμα
του Απρίλη.
(σελ. 15)
Ή
ακόμα:
Καμιά
πόρτα δεν είναι / πιο βαριά από το άνοιγμα
της / είπε ο Απρίλης και / πέταξε (σελ.
17)
Η
διαλεκτική, με άλλα λόγια, δεν είναι
απλώς μία καταφατική ερμηνεία της
κυρίαρχης πραγματικότητας, αλλά
εμπεριέχει συγχρόνως και την άρνησής
της, την υπέρβασή της, ως μια νέα ενότητα.
Κι
αν πάντοτε στο τέλος / βρίσκεται η αρχή
/ είναι γιατί στο / βάθος του κύκλου /
πλανιέται ο Απρίλης. (σελ.
22)
Στο
διαλεκτικό σκέπτεσθαι οδηγείται κανείς
μόνο μέσω του διαλεκτικού σκέπτεσθαι.
Δεν μπορεί κανείς να το μάθει όπως δεν
μπορεί κανείς να μάθει κολύμπι χωρίς
να βραχεί.
Αυτό
που επιτηρεί τη σιωπή / δεν μπορεί να
είναι ήχος. / Όπως αυτό που κλείνεις στην
καρδιά σου για να την κρατήσεις ανοιχτή
/ δεν μπορεί να είναι / τίποτε άλλο / εκτός
από τον Απρίλη. (σελ.
28)
Και
όπως συμβαίνει με το κολύμπι, το οποίο
πρέπει να μάθει κανείς κατευθείαν μέσα
στο νερό, έτσι συμβαίνει και με την
έρευνα του γιγνώσκειν: Aυτή δεν μπορεί
να λάβει χώρα με άλλο τρόπο απ’ ό,τι
γιγνώσκοντας (βλ. και Ράντης 2006).
Ο
στίχος που δεν έγραψα / λευκός ολόλευκος
/ με φωτίζει (σελ.
31)
Για
τον Χέγκελ έργο τέχνης είναι μόνο το
προικισμένο με σημασία αντικείμενο·
σε τελική ανάλυση: το σύμβολο που παράγει
το νόημά του μέσω τού είναι του. Ενώ
η ομορφιά είναι αλήθεια η οποία ξετυλίγεται
στην εξωτερική πραγματικότητα, καθώς
κάθε μέρος αυτού του ξετυλίγματος κάνει
την ψυχή, την ολότητα να εμφανίζεται
στα μέρη της.
Κι
αν μόνο μια λέξη μένει / μην ξεγελιέσαι
/ ό,τι ακούς στην ερημιά σου / πληθαίνει
τον Απρίλη.
(σελ. 26)
Και
πάλι:
Κι
αν όλα ξανάρχονται / ακόμα μια φορά όσο
ποτέ / θα ζήσεις τον Απρίλη.
(σελ. 19)
Ακόμα:
Δεν
έχει πια ψυχή / να εναντιωθεί ο χρόνος
/ την έκλεψε ο Απρίλης.
(σελ. 29)
Αλλά αν
αναρωτηθούμε σε ποιο ανθρώπινο όργανο
η ψυχή εμφανίζεται ως ψυχή, τότε μεμιάς
θα απαντήσουμε στα μάτια. Καθώς είναι
στα μάτια που η ψυχή συγκεντρώνεται και
η ψυχή δεν βλέπει απλώς, μέσω αυτών, αλλά
επίσης βλέπεται μέσα από αυτά.
Έχει
λόγο ο Απρίλης / εξαντλεί όλα σου τα
μυστικά / κι όμως σε κρύβει.
(σελ. 14)
Ή
με απόδοση των λόγων του Πλάτωνα:
Τ’ άστρα κοιτάς, αστέρι μου, μακάρι να
γινόμουν ο ουρανός, να σ’ έβλεπα εγώ με
χίλια μάτια.
Η
τέχνη συγκεντρώνεται μέσα στα μάτια,
εκεί όπου εμφανίζεται η καθαρή ψυχή
μέσα στην εσώτερη αιωνιότητας της.
Ότι
και να καταφέρεις / ότι δεν είναι πάθος
/ θα βουλιάξει στα / ανοικτά του Απρίλη
(σελ.
24)
Και
πάλι:
Μάταια
περιμένεις. / Στο άπειρο ποτέ δεν
σουρουπώνει. / δεν έχει σοφία ο Απρίλης
/ μόνο παλμούς / που τρέχουν πίσω σου /
όπως οι Ερινύες.
(σελ. 30)
Και
τέλος:
Κι
αν κάποτε κλειστείς / βαθιά στην κόχη
του καιρού σου / βαθύτερα σε περιβάλει
ο Απρίλης.
(σελ. 25)
Θα
μπορούσε το βιβλίο αυτό να περιστρέφεται
γύρω από άλλο μήνα; Πιστεύω πως όχι,
καθώς ο Απρίλης ως σημαίνον, συγκεφαλαιώνει
τις αντιφάσεις του καιρού και του κόσμου.
Η κατίσχυση και κυριαρχία της ζωής
απέναντι στο θάνατο, η αναπαράσταση του
έρωτα και της δημιουργίας συμπυκνώνουν
τη στιγμή του αστάθμητου, τη στιγμή της
ριζικής απροσδιοριστίας. Εξ’ ου και οι
Μάηδες της ιστορίας, η Πρωτομαγιά του
1886, ο Μάης του ’68, ο Μάης του 2006 κι όσοι
ακόμα γεννηθούν από τον Απρίλη.
Βιβλιογραφία
Lukacs
G.: «Die
Entauserung als philosophischer Zentralbegriff der “Phanomenologie
des Geistes”», στο
Materialien
zu Hegels «Phanomenologie des Geistes»,
επ.
H.F.
Fulda
και D.
Henrich,
8η έκδ., Φραγκφούρτη 1998.
Ράντης
Κ.: «Hegel,
Marx,
Adorno:
Δοκιμές μιας εισαγωγής στο διαλεκτικό
σκέπτεσθαι» Αξιολογικά,
τ.
15, Μάιος, σ. 221-239.
Φάνης
Παπαγεωργίου
11/6/2019