Lara
Mitraković
/ Λάρα Μητράκοβιτς

Αν είχα αρχίδια

Ανείχααρχίδια:

               Θασεέπαιρνααμέσωςεδώ πάνω στο τραπέζι               

               Θασουέστυβαόλουςτουςσωματικούςχυμούς

Ενώ έτσι απλώςθασουπω ότιδιάβασακάποιες εργασίες σου

Κιότιδεν είναι κακές,μπορεί και να
χαμογελάσω

Μπορείνασουπωκιότι έχεις ωραίο πουκάμισο

Ανείχααρχίδια θα σου έλεγα:

                Αυτήηζωήείναιπολύμικρήγιαπαιχνίδια τηςγάτας με το
ποντίκι

               Πάρεμεαπ΄τοχέριναφτιάξουμεκάτιδικό μας

Όμωςδεν ταέχω

(Όμως δεν τα έχω)

Εξάλλου,ποιοςθαήθελεγυναίκαπουβρίζεισαν καροτσιέρης

 Καιπερνάειτακυριακάτικαδειλινάκαπνίζονταςστομπαλκόνι

 Ενώ φαντάζεταιότιέχειαρχίδια

 Δημοσιεύτηκεστησυλλογή «Απαρίθμησηλαθών» (ΜΗΚάρλοβατς,
2016)

 Όλοι πεθαίνουν καλοκαίρι


αυτό το καλοκαίρι όλοι

αποφάσισαν να πεθάνουν

οι υπόλοιποι, τουλάχιστον έτσι νόμιζαν πριν
πεθάνουν,

θα τους θυμούνται περισσότερο έτσι (και με
πόνο)

είναι η κατάλληλη εποχή να ντυθούν στα μαύρα

να ψήνεται κανείς  στον ήλιο

να πίνει περισσότερο νερό

τα δάκρυα αφυδατώνουν το σώμα

σκέφτηκα κάτι πολύ εύστοχο

θα γίνω εκείνος

που τα καλοκαίρια με χρυσές πινέζες

καρφώνει τα αγγελτήρια θανάτων

στους πίνακες ανακοινώσεων

σε περίπτωση έλλειψης

μελάνης και χαρτιού

θα στέκομαι στην κεντρική πλατεία

θα διαλαλώ τα στοιχεία

θα περιγράφω τις φωτογραφίες

θα επινοώ τις περιπέτειες των εκλιπόντων

μαυροφορεμένη

σε θερμοκρασία άνω των σαράντα

κάτω απ’ τη λουλουδένια ομπρέλα 

εγώθαπεθάνω  φθινόπωρο                                

οι πενθούντες θα έρθουν

με μπότες ψαρέματος

 Δημοσιεύτηκε
στη Συλλογή «Απαρίθμηση λαθών» (ΜΚ Κάρλοβατς, 2016)

Είμαι καλά, μπαμπά

Είμαι καλά, μπαμπά

Ο κόσμος έχει ακόμη περίγραμμα
πραγματικότητας

Τα σπίτια είναι εδώ για να μένει κανείς μέσα σ΄
αυτά

Οι άνθρωποι για να τους εγκαταλείπουν                                          

Μπορούμε και μόνοι μας φωνάζουν από τις ουρές

Αυτοί μπορούν και μόνοι τους, μπαμπά

Φωνάζουν από τις ουρές κάτω απ΄το παράθυρό
μου

Γράψε μας ένα τραγούδι εσύ είσαι πάντα ευτυχισμένη

Πάντα γελάς γράψε μας ένα τραγούδι

Για το πώς τρυπώνω στη λεκάνη σου

Τίποτα δεν είναι εντάξει μπαμπά

Το στόμα μου φτερά χελιδονιού πάντα προς τα
κάτω

Κορμοί δέντρων ανάποδα με τις ρίζες τους να
φαίνονται

Κανείς δεν τις ποτίζει δεν έχει νόημα
χωρίς  χώμα  

Η καρδιά χτυπά στο ρυθμό που κάνουν τζόκινγκ
οι άνθρωποι κάτω απ΄ το παράθυρο

Τα παράθυρα τα καλύπτω με εφημερίδες που δε
διαβάζω

Κοιμάμαι με το κινητό πάνω στο πρόσωπο

Με μια κόκκινη ειδοποίηση στις βλεφαρίδες

Με το τρεμόπαιγμα των κύκλων  αρχίζω το πρωί                

Αντί για καφέ με κρασί ποτίζομαι

Δεν είμαι καλά, μπαμπά

Λένε είσαι πάντα τόσο ευτυχής πάντα τραγουδάς

Γράψε μας ένα τραγούδι εσύ η ωραία

Οι παλάμες σου είναι τόσο μικρές τα μάτια σου
μεγάλα

Μέσα τους βρίσκεται όλος μα όλος ο  κόσμος

Που κάνει τζόκινγκ κάτω απ΄ το παράθυρό
μου                     

Μύριες φωνές γράψε μας έλα  λοιπόν

Κανείς δε με γαμάει μπαμπά

Όλοι με το κεντρί τους τη φωλιά μου
πολιορκούν

Αλλά κανείς τους δεν τσιμπάει

Έμαθα θανάσιμα τα πόδια  μου να κλείνω

για πάντα σαν αλογάκι της παναγίας

Με πολιορκούν στέλνουν μηνύματα με τη δική
τους

Κόκκινη ειδοποίηση στα τσίνορα ξυπνάω το πρωί

Πλένομαι με νερό και καθαριστικό προσώπου

Για ευαίσθητο δέρμα πρωί και βράδυ

Είμαι καλά μπαμπά

Θα έρθει και πάλι ο σκουπιδιάρης να τους πάρει
στο φορτηγό του

Σαν το πριγκιπόπουλο που θα κατακτήσει την
καρδιά μου

Δημοσιεύτηκε στον συλλογικό τόμο της
λογοτεχνικής ομάδας 90+ «Κάποιος βάζει φωνή, και τα παιδιά μεγαλώνουν» (Fraktura, 2018)


Ηλεκτρικήσκούπα

κάνονταςακανόνισταοχτάριαμε την ηλεκτρική σκουπίζω

τιςδικέςσουήκαιξένεςτρίχεςαπ΄τοπαλιόσπίτι 

όσοομπαμπάςξαπλωμένοςστοκρεβάτιδενσαλεύει καν

εκτόςαπόταμάτιακαιτοστόμα που γκρινιάζει για την παράλειψή μου

γιατα μυγάκια στο
πάτωματιςτάβλες πάνωστοκρεβάτι τις υποχρεώσεις

οικρόταφοιπάλλονταιστορυθμότηςαδηφάγουλάμιας

πουέχασετονπόλεμογιατί ένατσιμπιδάκι τηςέκατσε στο λαιμό

ξερνάειτοβραχυκύκλωμακαιτοντένοντα απ’ τομέτωπο τουμπαμπά

σκέφτομαιπως εδώκοιμόμαστανμαζί

ανκαιπιοπολύαγρυπνούσαμεπάνωαπό τις ίδιες μαςτιςανάσες                                                                                                                          

τώρατομόνοπουμουμένει είναιναπαίζω κυνηγητό με
τα κύτταρα της επιδερμίδας σου                                               
                                                                                                

καιμ΄έναζευγάρικάλτσεςσεσακουλάκιμεγάληςεμπορικήςαλυσίδας

θατοκάνουμεμπαλάκιγιατοσκύλο

θατοχρησιμοποιήσει μια φορά  κι έπειτα θα
το χάσει

τοανοιξιάτικο
εκείνοδειλινόενώστηνάλληάκρητηςπόλης

θαφτερνίζεσαιστομαξιλάρι σουκιεγώθαθρηνώτοσκύλοπουποτέ δενυπήρξε

οσωλήναςτηςσκούπαςσκοντάφτει στηνκάσατηςπόρτας

αναπαράγονταςτημελωδίαπουπαίζεταιστιςκηδείες

όταντοπτώμαβυθίζεταιστη χωματένιαθάλασσα  καιταγόνατατρέμουν

τοκαλώδιοτυλίγεταιστουςαστράγαλουςγαργαλάει τα πόδια

γιατίείν΄ηεποχήπου είναι πολύκοντά ταπαντελόνια

καιδιακόπτουντηνπαράδοσητωνενδυμάτων

στασκουπίδιαθαπετάξωτην ξέχειλη σακούλα

μόριασκόνηςθαχορεύουνγύρω από μιααχτίδα ήλιου

θα τα κοιτάζω ανοιγοκλείνοντας τα μάτια
υποδυόμενη το φανάρι

στο δρόμο με την πιο μεγάλη κίνηση θα συμβεί
σύγκρουση

ο οδηγός του τραμ θα βγει με το μεταλλικό
ραβδί

βρίζοντας τον ήλιο και τον πωλητή καλαμποκιού

αυτό θα είναι η πιο δημοφιλής φωτογραφία στο
άλμπουμ  του  ανθρώπου

που ίσως κάποτε γράφοντας τη βιογραφία μου

θα ξεχάσει να σε αναφέρει

Δημοσιεύτηκε στον συλλογικό τόμο της
λογοτεχνικής ομάδας 90+ «Κάποιος βάζει φωνή, και τα παιδιά μεγαλώνουν» (Fraktura, 2018)

έντυσεόλουςτουςνεκρούς

έντυσεόλουςτουςνεκρούςτούτηςτηςπόλης

βγήκαμεαπότοναφαλό της

καιοιδέκα,στοιβαχτήκαμε

οέναςπάνω στον άλλο

σανγραμμέςστιςκάσες της πόρτας

στοίδιοδωμάτιο κοιμόμασταν

τακρύαμαςπόδια ζεσταίναμε το χειμώνα

τοκαλοκαίριμεανοιχτάχέρια
παρακαλούσαμε τον άνεμο να φυσήξει

όλουςτουςνεκρούςέντυσε,μεταχέρια της

χτένιζεταμαλλιά τους, προς τα πίσω

διόρθωνετιςπτυχέςτουυφάσματος

τους σφάλιζε τα βλέφαρα τους φιλούσε στο
μέτωπο

σαννυχτοπεταλούδα επιδέξια,περιφερόταν

γύρωαπότοζεστόθάνατοέθρεφεταπαιδιά

απέφευγε την καύτρασυνόδεψετουςάλλους

εις τηντρυφερότητα

κάποιοςαπόμαςαύριο θα ντύσει εκείνη

στοίδιοδωμάτιο,εμείς οι δέκα

θατηςράψουμεφόρεμααπόφτεράπεταλούδας

 σταδάχτυλαθα μείνει σκόνη

δεν θα μπορέσει να πετάξει

θα χαράξουμε στο δέντρο το πρώτο σφάλμα

αμέσως πάνω από τον πρωτότοκο γιο 

 Απότοχειρόγραφο»Δυοδρόμοι για τον Νότο» ανολοκλήρωτο