Η ΠΡΟΣΕΥΧΗ ΕΝΟΣ ΑΝΑΡΧΙΚΟΥ
ΠΡΟΣΚΥΝΗΤΗ

Ω ιερή αναρχία

που βάζεις σε πρωτοκαθεδρία

πόρνες και τελώνες και
κάθε λογής

ταπεινωμένο και φτωχό.

κι αυτοί που νιώθουν
φρόνιμοι και ευλαβείς

δεν έχουν θέση πια κοντά
σου

είναι πιο κάτω κι απ
τους λεπρούς, τους πεθαμένους

που αναστήθηκαν και
γλύκανε η καρδιά τους .

Ω ιερή αναρχία

συναντηθήκαμε στα μέρη
των φτωχών,

στα σκοτεινά σοκάκια

στις ζωντανές αγίες
τράπεζες

που είναι πιο βαρύτιμες

κι από τον ναό που ήρθα
να προσκυνήσω

Ω ιερή αναρχία

που η φιλανθρωπία σου
πολύτιμη

κι απ το χρυσό όλου του
κόσμου

σκοπό σου η ανελέητη
εκμετάλλευση

να τσακιστεί από τη
ρίζα

να εκβληθούν οι χρόνιοι
«ευεργέτες» μας

που όπιο κάνανε την
πίστη

Ω ιερή αναρχία

στερέωσε τα μέλη μας

στο θάρρος της αγάπης

που δεν τρομάζει από
απειλές και θάνατο

που δεν υπολογίζει τα
χτυπήματα

που δεν αντέχει την
υποκρισία

Ω ιερή αναρχία

δώσε μαστίγιο στο λόγο
μας

να δικαιώνουμε άλλους
όχι ομοίους

αντί να λέμε για φτωχούς

την εκκλησία μας να
σύρουμε στη φτώχια

τα αυτοκίνητα, τα σπίτια
μας και τα άμφια

εμπυρισμός στο έργο
της αγάπης

Ω ιερή αναρχία

όλοι μαζεύουν σπίτια
και αγρούς

και τόπο πια δεν έχει
ο ταπεινός

και τη μπουκιά στερήθηκε
και σύρθηκε στη βία

σαπίζει ο πλούσιος και
θάνατο μυρίζει

ήρθε ο καιρός να κλάψει
γοερά

γιατί με τη ζωή του

καταδίκασε κάθε αθώο

Ω ιερή αναρχία

δεν τους ζητάμε να
θρέψουν τους φτωχούς

μονάχα να
μας πουν γιατί πληθαίνουν