Δήμητρα Γερογιάννη, Τρία ποιήματα

από την υπό έκδοση ποιητική συλλογή

«Μπορεί να υπάρχει και χωρίς όνομα»

ο Ι. ονειρεύτηκε πριν λίγο
ένα μαύρο κουνέλι
θυμάται πως ήρθε να προτείνει
τη μετενσάρκωσή του
ο Ι. γύρισε πλευρό στο κρεβάτι
και προσπάθησε να θυμηθεί τι απάντησε
σ’ αυτήν την πρόταση
το όνειρο άρχισε να μακραίνει και
να θολώνει
ο Ι. αγκάλιασε σφιχτά
τα μαξιλάρια
πιέζοντάς τα στο πρόσωπό του
ακούγοντας την καρδιά του
να φουσκώνει σαν μπαλόνι
τις σταγόνες να πηδούν στο νιπτήρα
και το λεπτοδείκτη να κρατά το ρυθμό
καθώς ένιωθε το σύμπαν
να διαστέλλεται και όλα
ν’ απομακρύνονται

άλλαζε χρώματα ο ουρανός
κοκκίνιζε και χλώμιαζε
και δεν έλεγε να νυχτώσει
δεν έλεγε να βρέξει
δεν έλεγε να αλλάξει η εποχή
κι έμοιαζαν μεταξύ τους
οι άνθρωποι
κι οι μέρες
κι οι έρωτες


όσο περνούσε ο χρόνος
ερωτευόμασταν ο ένας τον άλλο
μα πολύ περισσότερο τους εαυτούς μας
και τον κόσμο που θα αποκτούσαμε
ύστερα γνωρίσαμε τους εαυτούς μας και τον κόσμο
ύστερα μισήσαμε τους εαυτούς μας και τον κόσμο
ύστερα βαρεθήκαμε τους εαυτούς μας και τον κόσμο
πριν πεθάνουμε από πλήξη
θα μπορούσαμε
τουλάχιστον
να γνωριστούμε