Παρασκευή, 26 Απριλίου, 2024

Πεζές Πυροβασίες

Αρχική Πεζές Πυροβασίες Σελίδα 16

Ευσταθία Ματζαρίδου, Η μοίρα (μικροδιήγημα)

0
Ευσταθία Ματζαρίδου Η μοίρα Το '70. Φθινόπωρο. Φόρεσε τα καλά της. Φίλησε το παιδί. Αποχαιρέτησε και τους άλλους. Πήρε το τρένο. Έφτασε στην πρωτεύουσα. Βγήκε φωτογραφία...

Αστέρης Μαυρουδής, Ο Φώτης (διήγημα)

0
Αστέρης Μαυρουδής,  Ο Φώτης Δενείχαμεστονήλιομοίρα.Ομπαμπάςμουφτωχόςκιημάναμουηκυρα-Μπλιούμαινακιαυτήτοίδιο.Μετ’αδέλφιαμουτονΚώτσοκαιτοΘανάσηζούσαμεδύσκολα.Ταπροβατάκιαπουείχαμεδενμαςέφταναν.Ίσαίσαήτανγιαναδουλεύουμεκαιναξεχνούμετηδυστυχιάμας.Ηκλεψιάσύννεφο.Κλέβαμεγιαεπιβίωση.Αλλάκαιγιααναγνώριση.Δενγινόσουνάνδραςανδενείχεςκάνειτηνπρώτηκλεψιά.Έστωκαιμιακότα. ΜελένεΦώτηκαιγεννήθηκατο1901στοΜεταξάΣερβίων.Σχολείοπήγακάναδυοτάξειςδημοτικού.Λίγακολλυβογράμματα,μαήξεραναγράφω.Δούλευααπόδωκιαπόκει.Βοηθούσατουςγονείςμου.Ωςταδεκατέσσεραέκανατσομπανάκι.Ακολουθούσααυτόπουκάναντ’αδέλφιαμου.Κιαυτοίτσομπάνηδεςκαιαγρότεςήταν.Τ’αδέλφιαμουήτανυποταγμένακαιήσυχα,μαεμέναμ’έκαιγεμιαφλόγα.Έβλεπατουςάλλουςναείναιμετοέχειτουςκαιφούντωνα.Γιατίαυτοίκαιόχιεγώ;Κιόσοέβλεπατ’αδέλφιαμουνακάθονταιήσυχα,τόσοαυτήηφλόγαφούντωνε.Έκλεψαγιαπρώτηφορά.Έγιναάνδραςκιεγώ.ΈτσιψήλωσακαιίσωςναμεκοίταζεηΒαγγελιώ. ΗΒαγγελιώήταναρχοντοπούλα,πούνακοιτάξειεμένα;Λίγαζα,λίγαχωραφάκιακαικουρέλιαστοκορμί.Αυτήκοίταζετ’αρχοντοντυμένακιεγώμαράζωνα.Έκλεψατηνπρώτηκόταματηδεύτερηφοράσεένααρνίμεπιάσαν.Μεκάνανρεζίλι.ΜεβγάλανστηνπλατείασαναείχαατιμάσεικαμιάκαιμπροστάστηΒαγγελιώμου’ριξανέναχαστούκι.Δενπόνεσα,μαήτανεκείηΒαγγελιώκαιταπόδιαμουέτρεμαν.Είχακάτωτοκεφάλι.ΚάποιαστιγμήσαναείδατηΒαγγελιώνακρυφογελάει.Μπορείναμουφάνηκε.Φούντωσα.Σήκωσατοκεφάλικαιείπασ’αυτόνπουμ’έδειρε: «Εσένακάποιαστιγμήθασεσφάξω». Γέλασανόλοι.  Τηνάλλημέραέβαλατομαχαίριστηζώνηκαιπαραφύλαξα.Ανυποψίαστοςπέρασεαπόμπροστάμου.Πήγααπόπίσωτου,τονάρπαξααπόταμαλλιάκαιτονκαθάρισα.Δενμεπήρεκανέναςείδηση,μαθατομάθαιναν.Έτσιβγήκαστοκλαρί.ΠήγαστοβουνόκαιβρήκατονΜπαμπάνηκαιτονΚαντάρα.Αυτοίήτανπαλιοίκλέφτες.Μαδενμεδέχτηκαν. «Σήκωκαιφύγε»,μουείπαν,«εμείςθέλουμεάνδρες». «Δενφεύγω»,τουςείπα.«Άμαγυρίσω,θαμεσκοτώσουν.Σκοτώστεμεεσείςκαλύτερα». Μεκρατήσανκιήτανσαγονιοίμου. Μαζίτουςέκατσατέσσεραπέντεχρόνιακαιμετάέκανατηδικήμουπαρέα.Είκοσιχρονώνέγινακαπετάνιος.Μαφτωχόδενπείραξα.Ίσαίσαέδιναλεφτάκαιπάντρεψαορφανά.Ήμουνδίκαιος.Ότανμπορούσα,πήγαιναστηνεκκλησιά.ΜόνοτονΘεόφοβόμουν.Μάζεψαπολλάλεφτάαπόχαράτσια.Ήθελαναχτίσωμιαεκκλησιάγιατηνψυχήμουκαιτοσπίτιμου.Πήγακαιμάζεψατηνεπιτροπήκαιτονπαπάκαιτουςμίλησα. «Τοκαιτο»,τουςείπα,«θασαςδώσωλίρεςναχτίσετεμιαεκκλησιά». «Φώτη,πώςνακάνουμεεκκλησιά;Ταλεφτάπουμαςδίνειςείναιάτιμα,είναιλεφτάαπόαίμα». «Παπάμου,εδώδενήρθαγιαναμουλεςπροσβολές.Εγώγιατηνψυχήμουθέλωνακάνειςτηνεκκλησιάκαιγρήγορα». Οιάτιμοισυμφωνήσαν,μουφάγανταλεφτάκαιεκκλησιάδενκάναν.Μιαμέρα,Δευτέρα,πήγανστηλαϊκήσταΣέρβια.Τουςπερίμεναένανένανκαιτουςέφαγα.Πήρακαιτοράσοτουπαπάγιανατοφορώκαιναμημεγνωρίζουν.Μεεπικήρυξαν.Μεψάχναντ’αποσπάσματα,μαεγώήξερακαλάτακατατόπιακαικρυβόμουν.Μεκυνηγούσανγιαπολλάλεφτά.Θέλανοιχωροφύλακεςτοκεφάλιμου.Οιάλλοιθέλανταλεφτά. Είχακάνειλάθηστηζωήμου.ΑγάπησατηΒαγγελιώ,μαοπατέραςτηςήθελενατηδώσεισεάλλον. «Σ’αυτόντονκλέφτηδεδίνωεγώτηνκόρημου»,έλεγε. Έλεγεκιάλλαπιοσκληράγιαμένα,μαήμουνμαθημένοςπια.ΕγώτηΒαγγελιώτηνήθελαγιαταίριμου.Μαδενμπορούσανατηνπαντρευτώ.Θακυνηγούσανκιαυτήν.ΘυμάμαιπωςκάποτεπήγεκαιτηζήτησεοΓούλαςοΤαμπάκης,έτσιήταντοπαρατσούκλι,ΓιώργοΠαπαγιάννητονλέγανε.ΤουμήνυσανατηναφήσειήσυχηγιατίηΒαγγελιώήτανδικιάμου.Φοβήθηκεκαιαποτραβήχτηκε. «Θέλωναείσαιμαζίμου,μαδενμπορώνασεπαντρευτώ»,τηςείπα. Στηναρχήμου’φερεαντιρρήσειςμαμετάέγινεδικιάμου.Ερχότανκαιμ’έβρισκεστιςκρυψώνεςμου.Γκαστρώθηκε.Άρχισαννατηνκυνηγούνκιαυτή.Γέννησεπαιδί.Κρυβόταναπόμαντρίσεμαντρί.Τοαγόριμουκρύωσεκαιπέθανε.Θαμουτοπλήρωνανακριβά. Μιαμέραέκατσαναξαποστάσωκαιναξεψειριαστώσεμιαβρύση.Εκείμεβρήκανοιχωροφύλακεςκαιμεπυροβόλησαν.ΜαέτρεμετοχέριτουςτοΦώτηνασκοτώσουν.Τηγλίτωσακαιτουςξέφυγαμεταμισάμουρούχα.Πήγακαιβρήκαέναντσομπάνο. «Πάρεμιαλίρακαιπήγαινεστοχωριό»,τουείπα.«Δεςπούξεβραδιάζεταιτοαπόσπασμακαιάντεναμουπεις.Θασουέχωδυολίρεςακόμα». Γύρισεοβοσκόςκαιπήρετιςλίρες.Οιχωροφύλακεςμ’έναναστυνόμοτα ’πίνανστουΣουρλήτοσπίτι.Πήραδυοπαλληκάριαμουκαιπήγαμεστοσπίτι.Απέξωοσκοπόςμόλιςμεείδετου’πεσετοόπλο. «Σκάσε»,τουείπα,«καιδενθαπάθειςτίποτα». Έφτασακάτωαπότοπαράθυρο.Απόμέσαέρχοντανγέλια.Μιαστιγμήάκουσακάποιονναλέει: «ΆμαπιάσωτοΦώτηθατουξεριζώσωτηνκαρδιάκαιθατουπιωτοαίμα». Φούντωσα.Έβγαλατομαχαίρικαιτοδάγκωσα.Πήρααπόμιαπιστόλασταχέριαμουκαιμπήκαμέσα.Ταγέλιακόπηκαν.Μεγνώρισαν. «Ποιος,μωρέ,είναιαυτόςπουθαμεπιειτοαίμα;». Οαστυνόμοςέκανεναβγάλειτοόπλοτουκιεγώτουάδειασατηνπιστόλαστοστήθος.ΈμαθαμετάπωςτονλέγανΑποστόλου.Τοίδιοπήγενακάνεικιέναςδίπλατουκιείχετηνίδιατύχη. «Ναμησαςξαναδώμπροστάμου»,είπαστουςυπόλοιπουςκαιφύγαμε. Τουςβγάλανκαιτραγούδι.«ΜεςστηςΤσαπουρνιάςτ’αλώνι,γίνανεοιδύοφόνοι». ΣτοχωριότοΠαλιογράτσανοείχανέρθειτανέα.Θέλαντοκεφάλιμου.Κάποιουςτουςπείραζεπουτουςπαίρναμεκάποιααρνιάγιανατρώμεμεταπαλληκάριαμου.Μαζεύτηκανκαιήθελανναμεξεφορτωθούν.Μέσασ’αυτούςέναςμορφωμένος.Γιατρόςήταν.Ήτανδενήτανεικοσιπέντε. «Θασαςκάνωεγώέναχαρτί»,τουςείπε,«ναφέρουμεχωροφύλακεςαπότηδιεύθυνσηΚοζάνηςκαινακάνουμετμήμαστοχωριό». Τιανακατεύτηκεογιατρόςδενξέρωκαιδενκοίταγετηδουλειάτου.Μήπωςτονπείραξα;Ήφοβότανγιατιςλίρεςτουμπαμπάτου;Πήγαέναβράδυμεάλλουςδυοκαιπήρααιχμάλωτοτοναδελφότου.ΤουςέστειλαχαιρετίσματαναβγειογιατρόςτηΔευτέραστηνπλατείανατονδικάσω.Αλλιώςθατουστέλνωπεσκέσικάθεμέρακιένακομμάτιαπότοναδελφότου.Μεειδοποίησανότιθα’ρθει.Μαζεύτηκεκόσμοςκαικοσμάκηςστηνπλατεία.Ήρθεκαιολεγάμενος. «Γιατίθέλετεχωροφύλακεςστοχωριόαφούξέρετεότιθαμεχαλάσουν;»,τουςείπα. Δενείχαάλληεπιλογή. «Έτσιδικάζουνοικλέφτες»,τουςφώναξα. Άρπαξατογιατρόκαιτουπήρατοκεφάλι.Τονμικρότονάφησα,δενμουέφταιγε. Μεπιάσανκαιμεσέρνουντώραμεσίδερασταχέριαμα’γωθατουςξεφύγω.ΜεπαναπότηΛάρισαστοΓεντίΚουλέμετρένο.Έχωραμμένοστηνκάπαμουχασίσικαιοιδεσμοφύλακεςκαπνίζουνσατρελοί.Θατουςμαστουρώσωκαιθαπηδήξωαπότοτρένο.ΘαβγωαπέναντιστοΛόφοήτ’Ασπρόχωμακαιξέρωσιδεράδεςναμουκόψουντασίδερα. Μουαρέσανταχωρατά.Θυμάμαιμιαμέρασουρούπιαζεκαιπήγασεέναντσομπάνοσυγγενή,τονΜπλιούμητοΧρήστο.Έβγαλατηνκάπαμουκαιτηνκρέμασαμέσαστηνκαλύβασεέναξύλο. «Τιθεςτέτοιαώρα»,μουείπεοΧρήστος. «Λίγοψωμί»,τουείπα,«έχωμέρεςναφάω». «Φεύγα,δενέχωτίποτα»,μουλέει. «Θαμουδώσειςήθασεσκοτώσω»,τουείπα. «Σκότωσέμε,δενέχω»,μουαπάντησε. Πιαστήκαμεσταχέριακαιμ’έβαλεαπόκάτω.ΉτανγερόπαιδίοΧρήστος.Ταπαλληκάριαμουγελούσαν,γέλασακιεγώ. «Καλά»,τουείπα,«αφούεσύθεςνακρατήσειςτοψωμίσου,κάτσεεκείκαιτρώγεψωμίκαιγωθαφάωό,τιέχω». Πήγακαιέβγαλααπότηνκάπαμουμισόαρνίψημένο.Ξαναπιαστήκαμεσταχέριακαιμετάκάτσαμεκαιφάγαμετ’αρνίόλοιμαζίσαναδέλφια.Ήμαστανδενήμαστανεικοσιέναχρονών.Κάτσαμεμπροστάστηφωτιάωςτοπρωίχωρίςναανταλλάξουμελέξη.ΤοπρωίείπαστοΧρήστο. «Άι,ρεΧρήστο,φεύγουμε,τελειώνουνταθκαμας;»,καιγελάσαμε. Μετοράσο,ντυμένοςπαπάς,είχαπάειμιαφοράστηνΑθήνα.Έφαγασ’έναεστιατόριοκαικάτωαπότοπιάτοτονάφησατρειςλίρες.Του’γραψακιένασημείωμα. «Καλότοφαΐσας,σεκαλήμεριάοιλίρες,ΦώτηςΓιανκούλας».Πρώτη δημοσίευση: 18/4/14 - 10:30 π.μ.

Ιωάννα-Ροδάνθη Σκουνάκη, Αυτός πoυ δαμάζει τα χώματα (διήγημα)

0
Όχι, δεν τα έτρωγε, στη χούφτα του τα έπαιρνε, τα μάλαζε, τα θρυμμάτιζε, τα κοιτούσε κι ύστερα, έκανε νόημα από μακριά κουνώντας το χέρι «έτσι κι...

Νίκος Δασκαλόπουλος, Λ (Λάμδα), (διήγημα)

0
Λ (Λάμδα) Amo ergo mundus talis est.     Προχωρούσαμε, φεύγοντας από μια θεατρική παράσταση (θέατρο-ντοκουμέντο) και κατευθυνόμασταν σε κάποιο μπαρ, στο Κουκάκι. Στη διαδρομή, καταθέσαμε τις...

Τάσος Μιχαηλίδης. Oι κλέφτες χτυπoύν τo βράδυ (διήγημα)

0
Τάσος Μιχαηλίδης. Οι κλέφτες χτυπούν το βράδυ Απ’ όλα πιο πολύ θυμάμαι να σου θυμώνω. Γιατί άφηνες τα άπλυτα με τις ώρες στο νεροχύτη, μέχρι...

Απόστoλoς Θηβαίoς, Πάολα (μικροδιήγημα)

0
ΠΑΟΛΑ Αθήνα, Αμβέρσα, Λίβερπουλ, Θεσσαλονίκη. Πόσους τόπους είδες, πόσα ναυάγια, πόσες νύχτες λοιπόν στα μπαρ των λιμανιών δίχως ναύλα, ανάμεσα σε λιποτάχτες και σημαιοφόρους. Τώρα...

Αλέξανδρoς Μιχαήλ, Το ελάχιστo φως (διήγημα)

0
Το ελάχιστο φως Εδώ. Στο ελάχιστο φως. Ησυχία. Μόνο πού και πού κάποιο ροχαλητό. Τον σκουντάω. Γυρίζει. Κι έπειτα πάλι ησυχία. Κάθομαι δίπλα του. Με...

Μικχάιλ Μαυροθέρης, O βάτραχος (διήγημα)

0
Μικχάιλ Μαυροθέρης O βάτραχος      Η προγιαγιά μου, παλιά, μου έκανε δώρο μια κασέτα των Ραμόνς. Της άρεσε ο Καζαντζίδης κι αυτόν έπρεπε να ακούμε όποτε...

Άννα Αφεντουλίδου, Θεραπεία (διήγημα)

0
 Θεραπεία  Άννα Αφεντουλίδου Μόλις είχε βγει από το γραφείο του νέου της ψυχοθεραπευτή. Ήταν τυχερή. Ήταν σίγουρα αρκετά έμπειρος. Καθόταν διακριτικά απέναντί της προσέχοντας οι κινήσεις...

Βάγια Κάλφα: Ταυτότητες και ιδιοκτησίες. Για το κείμενο «Η ταυτότητά σου...

0
Ταυτότητες και ιδιοκτησίες. Για το κείμενο «Η ταυτότητά σου δεν είναι ιδιωτική ιδιοκτησία του Εντουάρ Λουί» Τ@ Νόα Τίνσελ/ Βάγιας Κάλφα Αυτές τις μέρες αναπαράγεται ένα...
Larissa
few clouds
20.9 ° C
20.9 °
19.5 °
32 %
2.1kmh
20 %
Πα
21 °
Σα
22 °
Κυ
24 °
Δε
24 °
Τρ
24 °