Pride month: Κουήρ αποτυχία και χαρά, Μέρος Έβδομο:
Μέχρι να ξαφριστούμε: Σκηνές αποτυχίας σε 12 κατ
Γράφει τ@ Καλλιχίμαιρα
Μωρό μου, αποτύχαμε.
Η βέρα σου κυλάει μακριά από το δάχτυλο σου, περιστρεφόμενη σε μετέωρες τροχιές στο έδαφος.
Διαζευγμένος, δίχως παιδιά, οδεύοντας στα 40 όσο οι φίλοι σου χοροπηδάνε από σκαλί σε σκαλί, με μάρσιπους γεμάτους σπίτια, μωρά και μπομπονιέρες.
Διακριτική μυρωδιά ευκαλύπτου ανάμεσα από τα δάχτυλα σου. Από τότε που έκοψες το κάπνισμα, το έριξες στις τσίχλες.
Και στα χάπια για το στομάχι.
[κατ]
Μωρό μου, αποτύχαμε παταγωδώς.
Γονατιστή και κάθιδρη από αγιασμό περνούσα τις μέρες μου από εξομολόγηση σε εξομολόγηση. Μέσα στην ντάγκλα της υπέρβασης ομολογούσα την μία ατασθαλία μετά την άλλη, σαν ντόμινο αμαρτίας και παντομίμα κάθαρσης.
“Σεβασμιότατε” αναστενάζω, “ποτέ μου δεν έμαθα να παίρνω μια πίπα της προκοπής.”
[κατ]
Προσπαθεί να κρύψει τη στύση του κάτω από τα φουστάνια του, σαν καυλωμένο σχολιαροκόριτσο. Ποτέ δεν θέλησε την σάρκα και όλους τους τρόπους που έχει να μην αποτυγχάνει να αποτύχει.
Φάκινγκ λούζερ. Αλλά μόνο ο Θεός θα τον κρίνει
μάλλον.
Άλλωστε
οι λεσβίες είναι όλες αποτυχημένες
γυναίκες. Οι λεσβίες
δεν είναι καν
γυναίκες. Εγώ
δεν είμαι
γυναίκα
μάλλον.
[κατ]
Μωρό μου, φεηλάραμε επικά.
Πιες όλο το σεξ που υπάρχει, και πάλι πεθαίνεις. Ή σνίφαρε το. Το ίδιο κάνει.
Η προσωπική μου ποίηση είναι μια ανυπόφορη αποτυχία. Υπάρχουν πράγματα που είναι ανυπόφορα, κι εγώ ανήκω σε αυτήν την κατηγορία.
Βαθιά μέσα μου έχω την περίεργη εντύπωση ότι δεν υπάγομαι στο ανθρώπινο είδος.
[κατ]
Θυμάμαι τον Αίαντα. Το σφίξιμο στο σαγόνι. Κανείς δεν τον ρώτησε ποτέ αν τον πονάει το δόντι του. Η σπαραξικάρδια εικόνα ενός ήρωα να κείτεται κάτω, ανάμεσα σε σπασμένα πιάτα, σφαγμένα ζώα κι αποτσίγαρα, λουσμένος στην πρωινή πάχνη της αποτυχίας. Κανείς δεν τον ενημέρωσε πως έπαιζε σε τραγωδία τον α’ αντρικό.
Από τον φωταγωγό ακούγονται τα βήματα των συμπολεμιστών του. Γελάνε.
Αφήνει το ξίφος παραδίπλα. Ανάβει μια γόπα. Πιάνει να διαβάσει Λισπέκτορ.
Στο κάτω κάτω, ποιος νοιάζεται πια;
Το πρωί ραγίζει και πιάνει ψιχάλα.
[κατ]
Κάθε στάλα βροχής φέρει το βάρος των αλλεπάλληλων αποτυχιών του νερού.
[κατ]
Βρέχει τόσο μα τόσο πολύ. Το φως σπάει σε ψίχουλα.
Αφήνεις τη σκουριασμένη πανοπλία του λευκού ιππότη παραδίπλα. Φοράς τα γοβάκια σου και πιάνεις κοτσίδα τα μαλλιά σου. Ο αέρας σου σηκώνει το φουστάνι – φαίνεται το στριγκάκι σου – όσο εσύ χορεύεις περιχαρώς αδιάφορη ανάμεσα σε ανεμοσκορπίσματα.
[κατ]
“από τη στιγμή που ήταν βέβαιος για την ενδεχόμενη αποτυχία, όλα εξελίχθηκαν γι’ αυτόν καθ’ οδόν σαν σε όνειρο” είπε ο Βάλτερ για τον Φραντς.
[κατ]
Μωρό μου, ευτυχώς αποτύχαμε.
Αγαπώ να τρώω τα μούτρα μου και μετά να μην με αναγνωρίζω στον καθρέφτη. Αγγίζω το πρόσωπο μου, ιχνηλατώ τις ρυτίδες μου. Ένα πορώδες σεληνιακό τοπίο σχηματίζεται στο πέρασμα μου.
Μου αρέσει ο θόρυβος του σώματος που πέφτει και βρίσκει κάτω. Ένα θαμπό γδουπ, σα σακί γεμάτο με σφουγγάρια.
Αλλά δεν μου αρκεί.
Το έδαφος αντιστέκεται, κι εγώ θέλω να αφεθώ στην αίγλη της πτώσης. Σε έναν ίλιγγο από συντρίμμια τόσο ανάλαφρα που τα σηκώνει ο αέρας.
Η βαρύτητα να με αδειάσει από την δυναστεία της ιστορίας.
[κατ]
Ατενίζω το παρελθόν πάνω από τον ώμο της μητέρας μου.
Θέλω να σβήσω το μονοπάτι άλατος που σκληραίνει ξοπίσω σε μια υπόλευκη
σκελετική σκιά που κάνει κρούστα σαν
ρυζόγαλο εκτός ψυγείου ή σαν νυφικό
πέπλο που σέρνεται στο πάτωμα.
Θέλω άσκοπα πόδια
σαν αυτά που ξέμειναν στα οστά μιας απολιθωμένης φάλαινας.
[κατ]
Η μικρή γοργόνα ήταν επαρχιώτισσα και κακή στο να κλείνει μπίζνες ντιλς. Τράμπαρε την ουρά της με πόδια, αποτυγχάνοντας έτσι και στο να γίνει άνθρωπος και στο να μείνει γοργόνα.
Κατέληξε αφρός. Και τρανς άηκον.
Βουτάω τις πατούσες μου στη θάλασσα. Την αισθάνομαι να σφηνώνει ανάμεσα στα δάχτυλα μου όπως σφηνώνει το φαγητό ανάμεσα στα δόντια.
(Παρένθεση: όλες οι ιχθείς είναι ψιλολεσβίες)
[κατ]
Διαρκώς γλιστρώντας στο ανάμεσα, στο ούτε-ούτε, στα διάκενα, στα σχεδόν, στα ψιλό και στα περίπου. Κάθε ταυτότητα με σκαλωμένο το φερμουάρ, κάθε εγώ ένα λέπι έτοιμο να πέσει.
Κοιτάζω το παλιό μου δέρμα στα οικογενειακά φωτογραφικά άλμπουμ, να στέκεται ανάμεσα σε αγνώριστους συγγενείς. Το σώμα ενός νεκρού
κοριτσιού που φοράει το κούφιο μειδίαμα της επίτευξης.
Οι μελανιές στο μπράτσο της κρύβονται επιμελώς κάτω από δαντελωτά μανίκια.
Δεν έχει κάπου αλλού να πάει πια. Δεν έχει τίποτα να φτάσει. Η έκδυση ήταν η τελείωση της και τώρα
φέγγει μαρμαρωμένη και απαστράπτουσα στην νίκη της αιωνιότητας.
Ο φούρνος βγάζει καπνούς στο φόντο. Πες τυρί
και χαμογέλα καλή μου.
[κατ]
Μένω με μια κάμερα στο χέρι, να με βιντεοσκοπώ στην ακατάπαυστη μετάλλαξη.
Μου δείχνεις πως να τραβάω από μια νέα γωνία λήψης. Σκεφτόμαστε να γυρίσουμε μια τσόντα. Με βοηθάς να δέσω το στήθος μου όσο τσακίζω το πέος σου σε κλειτορίδα.
Μωρό μου, είναι σοβαρά τα πράγματα. Αποτύχαμε τόσο σκληρά που καταλήξαμε και τραβέλια και τραβελογάμηδες.
Χτίζουμε καστράκια στην άμμο με κουβαδάκια κλεμμένα από την παιδική μας ηλικία.
Πηδιόμαστε στην ακτή μέχρι να ξαφριστούμε.
Φάκινγκ λούζερς.
Η Καλλιχίμαιρα ξεκίνησε ως μπλογκ το 2022 (callichimaera.wordpress.com), ένα συνονθύλευμα αταίριαστων μερών που περιλαμβάνει λογοτεχνικούς πειραματισμούς και μεταφραστικά εγχειρήματα. Είναι ένα κουήρ πρότζεκτ που δεν διαθέτει πρόσωπο, και δεν πιστεύει σε γραφιάδες. Μιξάρουμε φωνές, κάνουμε κολάζ, τρώμε φυστικοβούτυρο. Το 2025 εμφανιστήκαμε δημόσια για πρώτη φορά ως κολλεκτίβα, συμμετέχοντας στην έκθεση Manifesting Queer Care.