αριστερή φωτογραφία:Γιώργος Λοβέρδος

Πηγή : Andro.gr [ http://www.andro.gr/author/petros_birbilis/ ]

δεξιά φωτογραφία: Marilliz Ritsardi

Με αφορμή τη συμπλήρωση 100 τίτλων από τις εκδόσεις μας, 

παρουσιάζουμε παλιά και νεότερα βιβλία.

απόσπασμα από το βιβλίο:

ΝΑΙ, “ΜΕΜΗ” ΕΙΠΕ. Ότι έχει μια αδερφή που τη λένε Μέμη. Έτσι της ήρθε. Αποφάσισε να υποδυθεί την Αθηνά. Για ποιο λόγο; Ο Θεός κι η ψυχή της. Μπορεί για  να χύσει το φαρμάκι της πάλι. Για να την κατηγορήσει. Ή, μήπως, για να της δώσει λίγο δίκιο; Για να καταλάβει, όσο αυτό ήταν δυνατόν, τη συμπεριφορά της; Η Τασία την άφησε να συνεχίσει.

– Έχει πρόβλημα η αδερφή μου, η Μέμη. Δεν είναι νορμάλ. Είναι… πώς να το πω; Ελαττωματική. Ζει σ’
έναν κόσμο δικό της. Μετά απ’ το δυστύχημα το ’παθε. ετά απ’ το “Μπελ Ετουάλ”. Έχετε ακουστά το “Μπελ
Ετουάλ”;

Τι να της πει; Σάμπως κατάλαβε τι είναι το “Μπελ Ετουάλ”;

***

Πηγή: www.lifo.gr

Ο Πέτρος Μπιρμπίλης διαβάζει ένα απόσπασμα από το βιβλίο του “Μπελ Ετουάλ” Πηγή: www.lifo.gr

Ο συγγραφέας διαβάζει ένα κεφάλαιο από το βιβλίο στη LiFO:

https://www.lifo.gr/articles/anagnoseis_articles/173108

***

απόσπασμα από τη συνέντευξητου Πέτρου Μπιρμπίλη στη Σοφία Πολίτου-Βερβέρη του nakasbookhouse.gr

Μιλήστε μας λίγο για το νέο σας βιβλίο Μπελ Ετουάλ, από τις εκδόσεις Θράκα. Πώς προέκυψε η σύλληψη αυτής της ιστορίας, αυτής της πρωταγωνίστριας;

 
Προέκυψε
πριν από οχτώ χρόνια, καθώς κολυμπούσα, ενώ ταυτόχρονα έκλαιγα από
απελπισία. Είχα μπλέξει άσχημα εκείνη την εποχή, δεν είναι της ώρας να
πω τον λόγο, και είχα φύγει σαν κυνηγημένος στην Τυνησία. Κατέληξα σε
μια παραλιακή κωμόπολη, με ψαράδες και ντόπιους παραθεριστές. Ήθελα να
μη σκέφτομαι τίποτα. Την πρώτη μέρα, λοιπόν, μπήκα στη θάλασσα και μ’
έπιασαν τα κλάματα. Αν και δεν προσεύχομαι συχνά, τότε προσευχήθηκα.
Είπα «βοήθεια». Δεν ξέρω ποιος μηχανισμός λειτούργησε μέσα μου και μόλις
βγήκα από τη θάλασσα τα μάζεψα και κατευθύνθηκα στην αγορά, όπου
αγόρασα δυο τετράδια και ένα στυλό. Τις επόμενες μέρες έγραφα από το
μεσημέρι μέχρι το δειλινό κάτω από μια ομπρέλα στη παραλία, ενώ δίπλα
μου όλοι οι άλλοι κολυμπούσαν, και αργότερα, από το βράδυ μέχρι τα
ξημερώματα, οπότε έβγαινα μια βόλτα στον κεντρικό δρόμο, που πάντα είχε
κόσμο, όλη τη νύχτα. Παρέες από νέους που διασκέδαζαν και πωλητές του
δρόμου που πουλούσαν φιστίκια, γρανίτες κ.α. Έτσι έγραψα το βιβλίο στην
αρχική του μορφή, μέσα σε δέκα μέρες. Κι έτσι γλίτωσα από τις σκέψεις
μου. Πάντως το βιβλίο στην πορεία το ξανάγραψα πάνω από είκοσι φορές.
Ξεκίνησε σαν μυθιστόρημα και κατέληξε νουβέλα.