Ντένις
Σκόφιτς /
Denis
Škofic

Αϋπνία

Όταν
πέφτει το σκοτάδι, πηγαίνω να παρακολουθήσω
τους λαθραλιείς που μεταφέρουν μεγάλα
κούτσουρα, στο καθένα είναι στερεωμένο
γερό σχοινί με αγκίστρι. Για να μην
φοβίσουν τα ψάρια, αντί για κουπιά
χρησιμοποιούν μακρυές ξύλινες ράβδους
με τις οποίες σπρώχνουν το βυθό και
ωθούν μπροστά. Ψάχνουν για θάμνους

που
αναπτύσσονται στο νερό, κάτω απ
τους
οποίους οι γουλιανοί σκάβουν λαγούμια
στις όχθες περιμένοντας την λεία. Έτσι
μου είπανε όταν τους ρώτησα πρώτη φορά
για τις περίεργες πράξεις τους. Φτάνοντας
στο σωστό μέρος, αθόρυβα με μια κίνηση
σταματάνε το καΐκι τους, από τον κουβά
βγάζουν ένα νεκρό πουλί, συνήθως
σπουργίτι, και το καρφώνουν στο αγκίστρι,
έπειτα το βυθίζουν μαζί με το κούτσουρο
στο νερό δίπλα στον θάμνο. Μετά με μια
κίνηση αθόρυβα φεύγουν από κει.

Τα
ξημερώματα η επιφάνεια είναι γεμάτη
κούτσουρα που κινιούνται, που λικνίζονται
στο σβέρκο του νερού. Μερικά για μια
στιγμή εξαφανίζονται κάτω απ
την
επιφάνεια, μετά όμως εκτοξεύονται με
δύναμη έξω απ
το
νερό. Λίγο μετά έρχονται οι λαθραλιείς
και τα ακολουθάνε με τα καΐκια τους.
Μαζεύουν τα κούτσουρα απ
το
νερό, με σχοινιά σέρνουν τους βαρείς
γουλιανούς στα καΐκια, έχουν τουλάχιστον
το ίδιο ύψος μ
αυτούς,
αν δεν είναι και μεγαλύτεροι. Έχει ψύχρα
το πρωί, γι
αυτό
μ
ενοχλεί
ο λαιμός. Έχω περίεργο αίσθημα στο στόμα,
είναι ξηρό, σαν όλα τα σάλια μου να τα
είχε απορροφήσει το φτέρωμα του νεκρού
πουλιού που νιώθω ανάμεσα στα δόντια.
Ο πόνος στο στόμα γίνεται ανυπόφορος,
το μόνο που θέλω είναι να μπώ στο μαύρο
λαγούμι. Με όλη μου την δύναμη ορμάω
προς τα’κει, αλλά το νεκρό πουλί στο
στόμα με τραβάει ξανά και ξανά πίσω προς
την επιφάνεια. Το λαγούμι με τραβάει
μέσα του όλο και πιο δυνατά, αλλά η άνωση
του νεκρού πουλιού είναι πιο δυνατή
τελικά. Ενεργοποιώ όλη μου την δύναμη
και μετά απορώ με πόση ευκολία ο λαθραλιέας
με φέρνει στο καΐκι του, ενώ είμαι πολύ
πιο μεγάλος απ
αυτόν.

Δημοσιεύτηκε
στην συλλογή
Seganje,
Εκδόσεις
Cankarjeva,
Λιουμπλιάνα
2017.

Έρως
και θάνατος

Την
ώρα του καλέσματος ζευγαρώματος

απτο
μέτωπο των νεαρών ελαφιών

φυτρώνουν
τα χέρατα
,

τα
χέρατα με τεντωμένα,

άκαμπτα,
άπληστα δάχτυλα.

Την
ώρα του καλέσματος ζευγαρώματος

τα
νέα ελάφια παλεύουν

εώς
τα χέρατα να πιαστούν απ
τα
χέρατα,

εώς
τα δάχτυλα να γραπώσουν τα δάχτυλα
.

Την
ώρα του καλέσματος ζευγαρώματος

γίνεται
πάλη,

μέχρι
που να υποχωρήσει ο πιο αδύναμος

ή
να αποκολληθεί το ένα του χέρι και πέσει

στο
κενό σαν απορριπτέα συμφιλίωση.

Την
ώρα του καλέσματος ζευγαρώματος

κερδίζουν
τα πιο μεγαλοπρεπή χέρατα,

με
μακρυά δάχτυλα που με ευκολία

χτενίζουν
το τρίχωμα του θηλυκού.

Την
ώρα του καλέσματος ζευγαρώματος

κερδίζουν
τα μεγαλύτερα χέρατα,

αυτά
που μπορούν να πιάσουν

στην
παλάμη τους ολόκληρο το θηλυκό.

Την
ώρα του καλέσματος ζευγαρώματος

ακόμα
και τα κρανία των ελαφιών

στους
τοιχους με τα κοκκάλινα τους χέρια

αγωνιούν
να αρπάξουν την ασέλγεια.

Δημοσιεύτηκε
στην συλλογή
Seganje,
εκδόσεις
Cankarjeva,
Λιουμπλιάνα 2017.

Άρρωστο
α
σπρογρίβαδο

Άρρωστο
ασπρογρίβαδο
χτυπάει
με την ουρά του την επιφάνεια του
ποταμιού,

τα
ναρκωμένα ψάρια σέρνει η ροή σαν το
κελάηδημα των πουλιών.

Άρρωστο
ασπρογρίβαδο
χτυπάει
με την ουρά του την επιφάνεια του ποταμιού

και
κοιτά την

ροή
να
σέρνει
τα
ναρκωμένα
ψάρια
σαν
το
κελάηδημα
των
πουλιών.

Συσπάται
το
κεφάλι του προς την πλευρά τους
,

άλλα
αυτά δεν χωράνε στο στόμα,

το
στόμα είναι γεμάτο κουδουνίσματα
,

το
στόμα είναι βουλωμένο από τους γδούπους,

οι
οποίοι ήδη σπαρταράνε ξεψυχώντας,

σαν
το παρατημένο καμπαναριό,

όπου
το φθινόπωρο αντί για την καμπάνα
καμπανίζει η φωλιά των πουλιών.

Άρρωστο
ασπρογρίβαδο
χτυπάει
με την ουρά του την επιφάνεια του ποταμιού

και
κοιτά την

ροή
να
σέρνει
τα
ναρκωμένα
ψάρια
σαν
το
φτέρωμα
των
πουλιών.

Συσπάται
το
κεφάλι του προς την πλευρά τους
,

άλλα
αυτά δεν χωράνε στο στόμα,

το
στόμα είναι γεμάτο κουδουνίσματα
,

το
στόμα είναι βουλωμένο από τους γδούπους,

βαλσαμωμένο
από τον θόρυβο

που
βγαινει από το κούφιο βόμπλερ

σφηνωμένο
στον λάρυγγά του,

από
το βόμπλερ που γεμισμένο με μολυβένιες
σφαίρες

κουδουνίζει
σαν την κουδουνίστρα,

απειλεί
σαν τον κροταλία και δεν αφήνει

να
αντιλαλήσει η κραυγή του

από
τα κίτρινα αυγοτάραχα

όπου
το είχε στριμώξει.

Άρρωστο
ασπρογρίβαδο
χτυπάει
με την ουρά του την επιφάνεια του
ποταμιού,

τα
ναρκωμένα ψάρια σέρνει η ροή σαν το
φτέρωμα των πουλιών.

Από
μακριά αχνοφαίνεται παρατημένο καμπαναριό

όπου
αντί για την καμπάνα καμπανίζει η φωλιά
των πουλιών

και
τα δέντρα ήδη αθόρυβα χάνουνε κίτρινα
αυγοτάραχα.

Δημοσιεύτηκε
στην συλλογή
Seganje,
εκδόσεις
Cankarjeva,
Λιουμπλιάνα 2017.

Η
μετακίνηση

Κάτι
άλλαξε μέσα μου,

κάτι
έσπασε,

κάτι
πήρε μπρος.

Κάτι
πήρε μπρος

και
έβαλε μπρος

όλα
τα υπόλοιπα. Έβαλε σε κίνηση,

σε
κίνηση σαν την μετακίνηση των τεκτονικών
πλακών.

Κάτι
χτύπησε,

μετά
άρχισε να κροταλίζει

και
ύστερα να κροτά όλο και πιο δυνατά,

μέσα
στα κόκκαλα, στα πλευρά .

Τα
πλευρά

άνοιξαν
και

μετά
ξεκίνησαν να στρίβουν προς τα πάνω

σαν
τα κλαριά προς τον ήλιο

και
να σπρώχνουν τους πνεύμονες και την
καρδιά

μέσα
απ
την
τραχεία στο

κεφάλι

μέχρι
που ανέπνεα σκέψεις

μέχρι
που
διοχέτευα
αποφάσεις

μετά
διαπερνώντας το κρανίο

γιγαντώθηκαν
σε κέρατα ελαφιού

οι
σκέψεις

λαχάνιασαν

ενώ
οι αποφάσεις

άρχισαν
να κάνουν σαν τρελές

αγρίεψαν

έπεσα
στα τέσσερα

για
να, με τα δύο μου μάτια,

βγάλω
το φρέσκο δέρμα απ

τα κέρατα


Δημοσιεύτηκε
στην συλλογή
Seganje,
εκδόσεις
Cankarjeva,
Λιουμπλιάνα 2017.

Μετάφραση
Lara Unuk