[4]
Χρώματα, κύκλοι και ονόματα. ό,τι υπάρχει δεν υπάρχει κι ό,τι μας
διαφεύγει ανασαίνει, υπομένοντας την αφύπνιση του νερού. η συνήθεια και η ώση και
η έλξη, φωνήεντα και σύμφωνα μιας και μόνης δύναμης που ορίζει τον Κόσμο των
Ονείρων. αν στέκεσαι απέναντί μου, μπορώ να είμαι σίγουρος ότι τα μάτια σου
είναι καθρέφτης του Αληθινού; υπάρχει ψυχή πριν το τέρμα;
~
[5]
Κι ο κόσμος συνεχίζει να προχωρά. μια χαμογελαστή εξαπάτηση που
σέρνει τα βήματά της πάνω σε άυπνα βλέφαρα. κάπου τα χρώματα μπερδεύονται με το
ξερό κενό και συνηθίζεται η ενατένιση ενός μονοπατιού υδάτινου, ίσα-ίσα στην
χαραμάδα ενός κλεισίματος ματιού. υπό κανονικές συνθήκες πίεσης και θερμοκρασίας,
θα σου έστελνα μια καλημέρα αγκαζέ με ένα χαμόγελο· αλλά τα δάχτυλά μου χάλασαν
και δεν μπορώ να σ´ ονειρευτώ άλλο πια.
~
[6]
Κουβαλάς μερικά χέρια στην στάχτη ν´ ανασυνθέσεις το παρελθόν. μα
βρισκεσαι μπροστά, μονάχα, σε μια στοίβα αντινομιών, περασμένων μες στο
τσιγκέλι ενός αιμάτινου καπνού. ξεχνάς και μπαλώνεις με γύρη τις τρύπες στα
κάγκελα που φορούν τα κύτταρά σου. όλο κι όλο σκαλίζεις μια σκιά—με γιακά
να κυλά στον άνεμο άγαρμπα—που πασχίζει να διασχίσει το πορσελάνινο
πλάτωμα της ύπαρξης. κομμάτια από άδειους πλανήτες στα πόδια της κι εσύ—με
δάχτυλα ξένα—ακόμα εκεί, ανήμπορος να κινήσεις την ακινησία.