Το
Άξιον Εστί’ μέσα στον χρόνο της ποίησης
«ΑΥΤΟΣ
αυτός ο κόσμος ο ίδιος κόσμος είναι Των
ήλιων και του κονιορτού της τύρβης και
του απόδειπνου Ο υφάντης των αστερισμών
ο ασημωτής των βρύων Στη χάση του
θυμητικού στο έβγα των ονείρων Αυτός ο
ίδιος κόσμος αυτός ο κόσμος είναι Κύμβαλο
κύμβαλο και μάταιο γέλιο μακρινό»!
(Οδυσσέας Ελύτης ‘Το Άξιον Εστί’).
Η
ποιητική συλλογή ‘Άξιον Εστί’ του
Οδυσσέα Ελύτη κανοναρχεί προτεραιότητες,
σήματα & σημάνσεις, την ιστορία ως
παλινδρόμηση του υποκειμένου στη ζωή
και στο θάνατο. Ο ποιητής συν-διαλέγεται
με την κοινωνική ‘ορατότητα’, με τις
πολύσημες συνθήκες, αρθρώνοντας μία
ποίηση των μικρών και των μεγάλων
συμβάντων, όντας γλωσσικά εικονοκλαστικός,
καινοτόμος & ριζοσπαστικός.
Θα
μπορούσαμε να αποδώσουμε στο ‘Άξιον
Εστί’ τα χαρακτηριστικά μίας εικόνας,
εικόνας που προβάλλει έναν τόπο και
έναν χώρο: αναπαραγόμενων ταυτοτήτων
(που ανασημαίνονται), κινήσεων, λόγων,
σιωπών και παράλληλα, ελλείψεων. Μία
εικόνα, των συν-ακροάσεων και των
συν-αφηγήσεων.
Είναι
χαρακτηριστικός ο τρόπος με τον οποίο
ο Οδυσσέας Ελύτης εναλλάσσει τεχνικές,
κινούμενος μεταξύ πολυδιάστατου
ποιητικού λόγου και μίας ανάλυσης
ιδιαίτερης, η οποία λειτουργεί ως νόημα
ή αλλιώς ως νοηματοδοτική συνθήκη:
«ΧΡΟΝΟΥΣ ΠΟΛΛΟΥΣ μετά την Αμαρτία που
την είπανε Αρετή μέσα στις εκκλησίες
και την ευλόγησαν. Λείψανα παλιών άστρων
και γωνιές αραχνιασμένες τ’ ουρανού
σαρώνοντας η καταιγίδα που θα γεννήσει
ο νους του ανθρώπου. Και των αρχαίων
Κυβερνητών πληρώνοντας η Χτίσις θα
φρίξει. Ταραχή θα πέσει στον Άδη, και το
σανίδωμα θα υποχωρήσει από την πίεση
τη μεγάλη του ήλιου. Που πρώτα θα κρατήσει
τις αχτίδες του, σημάδι ότι καιρός να
λάβουνε τα όνειρα εκδίκηση. Και μετά θα
μιλήσει, να πει: εξόριστε Ποιητή, στον
αιώνα σου, λέγε, τι βλέπεις; – Βλέπω τα
έθνη, άλλοτες αλαζονικά, παραδομένα στη
σφήκα και στο ξινόχορτο. – Βλέπω τα
πελέκια στον αέρα σκίζοντας προτομές
Αυτοκρατόρων και Στρατηγών. – Βλέπω
τους εμπόρους να εισπράττουν σκύβοντας
το κέρδος των δικών τους πτωμάτων. –
Βλέπω την αλληλουχία των κρυφών
νοημάτων».1
Ο
ποιητής διαβλέπει την ιστορική αλληλουχία,
τους κρίκους της αλυσίδας της ανθρώπινης
αποϋποκειμενοποίησης, τη συνέχεια και
τις πτυχές της ασυνέχειας, που εκτός
από πράξη & «εκδίκηση» συνιστά και
επιδίωξη ανάκτησης.
Στο
‘Προφητικόν’ συμβαδίζουν η δυστοπική
έγκληση με την εγκιβώτιση του ιερού και
του ‘ανίερου’, ο θάνατος και η φυγή των
σωμάτων και των συνειδήσεων, η κυβερνολογική
δια των πολλών επιτελεστικών αφηγήσεων.
Δεν είναι ο λόγος του ποιητή, αλλά ο
λόγος των πολλών ποιητών.. Πραγματικά,
σε αυτό το πεδίο, ‘εδαφικοποιείται’ ο
λόγος και οι πράξεις των κυρίαρχων (το
κέρδος, η «πτωματοπολιτική», η έξωση ως
κανονικοποιητικός ‘νόμος), η αναπαράσταση
της σύμπραξης, (η ιστορία που περιγελά),
και, εντός όρων και άνευ ορίων, ο
αντί-λογος: είτε μέσω της σωματικής
αντίστασης, της λογοθετικής τομής (η
γλωσσική συνθήκη ως δόμηση-συγκρότηση
εναλλακτικής), είτε μέσω και δια του
έρωτα, του έρωτα που «τρέφεται» από το
σώμα, του έρωτα που ως οντολογία και
ομολογία, δύναται να διαρρήξει τον καιρό
της ανατροφοδοτούμενης θλίψης.
«Τα
όνειρα που θα λάβουνε εκδίκηση», είναι
αυτά που κεντρίζουν το ενδιαφέρον του
ποιητή-αναγνώστη, καθότι συγκροτούν
ένα διάχυτο ποιητικό αλλά και ουτοπικό
ρεαλισμό ο οποίος και ανακύπτει ως
δυναμική-δυναμικότητα, πεδίο πολλαπλών
κατευθύνσεων, αντιστροφή. Είναι τα
ιδιαίτερα όνειρα που προσδίδουν «σάρκα
και οστά»
στον ποιητικό λόγο και στις εκφάνσεις
του. ‘Το Άξιον Εστί’ του νομπελίστα
ποιητή είναι μία μνημειώδης πράξη που
απεικονίζει-αντανακλά το γυμνό και τη
«γυμνότητα» ως αθωότητα, ως ώσμωση, ως
δυνατότητα επί του σώματος, αλλά και ως
πράξη μίας, συμβολικής όσο και πρακτικής
απελευθέρωσης ή ελευθεριακότητας.
Ως
μνήμη και ως δόμηση επάλληλων συμβάντων,
ανα-τέμνει την έννοια της «κινητής
κυριαρχίας» της Mariella
Pandolfi.
H
«κινητή
κυριαρχία»
διαχέεται στο χώρο, συνομιλεί με την
ποίηση, ανασυγκροτεί υποκείμενα,
βρίσκεται ταυτόχρονα εντός & εκτός,
κίνηση του εφικτού και του ‘ανοίκεια’
προσδιορισμένου, ένας συμβολικός όσο
και πρακτικός ‘ορισμός’ του υποκειμένου
που θέλει αλλά και μπορεί να δράσει, να
στοχεύσει, αρθρώνοντας την ελληνικότητα2
ως άθροισμα κινούμενων αντιφάσεων-αντινομιών
(μία συνέχεια δίχως συνέχεια), τη γη-ρίζα
ως μνήμη που «ομιλεί σιωπηρά», την
παρότρυνση ως συγκρότηση του γίγνεσθαι
εκ νέου. ‘Το Άξιον Εστί’ είναι η πολιτεία
του Οδυσσέα Ελύτη, δυνατή & αδύνατη,
διαμεσολαβούμενη από ισχυρά βιώματα.
Είναι μία ποίηση κοινωνικά γειωμένη,
που προσδοκά και στέργει προς
σύζευξη-συνύφανση ανθρώπου & ιδέας.
Σε
εποχές βαθιάς οικονομικής κρίσης, η
ποιητική συλλογή του Οδυσσέα Ελύτη,
καθίσταται η ‘κρίση’ και ο ερχομός της
κρίσης. Αλλά και η δυνατότητα απόκρισης
σε αυτήν με τα ‘εργαλεία’ του ποιητικού
λόγου, των διακειμενικών αναφορών, με
εννοιολογήσεις που αφενός μεν διεισδύουν,
αφετέρου δε αμφισβητούν. Αμφισβητούν
τακτικές επικάλυψης και στατικότητας
του έρωτα. Για τον ποιητή, ο έρωτας είναι
θα είναι κινητικός ή δεν θα υπάρξει,
«προϊόν» του δράματος και της ανθρώπινης
επανοικειοποίησης.
«ΤΑ
ΘΕΜΕΛΙΑ ΜΟΥ στα βουνά και τα βουνά
σηκώνουν οι λαοί στον ώμο τους και πάνω
τους η μνήμη καίει άκαυτη βάτος. Μνήμη
του λαού μου σε λένε Πίνδο και σε λένε
Άθω. Ταράζεται ο καιρός κι απ’ τα πόδια
τις μέρες κρεμάζει αδειάζοντας με πάταγο
τα οστά των ταπεινωμένων. Ποιοι, πως,
πότε ανέβηκαν την άβυσσο; Ποιες, ποιων,
πόσων οι στρατιές»;3
Η
μνήμη επανακάμπτει για να διηγηθεί
ιστορίες ζωής και θανάτου, αναδόμησης
μίας ταυτότητας πάνω στους νεκρούς,
πάνω στο θάνατο με και από την πολιτική
επιβολή. Η ανάκληση στο τώρα του
ιστορικού-πολιτικού φασισμού. «Μνήμη
του λαού μου σε λένε Πίνδο και σε λένε
Άθω», γράφει ο ποιητής. Μνήμη ποιητική,
ολική, που, ακριβώς την στιγμή της
εμπειρίας της γραφής καθίσταται
‘επανακοινωνικοποίηση’, συνέχεια αλλά
και τομή, γλώσσα και «παρένθετη» αφήγηση
της: γλώσσα της ποίησης και των πλαισιώσεων
της ποιητικής τέχνης, γλώσσα των άλλων.
Ο
Άθως όσο και η Πίνδος. Η λειτουργία και
η θρησκευτικότητα μαζί με το όπλο και
τον πόλεμο, (φασισμός), την αντίσταση,
τον θάνατο και την ‘σκύλευση’ του. Την
κρατική εξουσία που δύναται να «βυθίσει»
στη σιωπή, όσο και να ‘εργαλειοποιήσει’.
‘Το
Άξιον Εστί’ προσδιορίζει το πλαίσιο
της συγχρονίας της ποίησης. Εντός του
‘χρόνου’ της ποίησης αλλά και του
κοινωνικού, αναοριοθετεί τα πλαίσια
όπου εγγράφεται η ανθρώπινη υπόσταση,
όντας φωτιά και ελπίδα μαζί, ποίηση και
πολιτεία, γλώσσα της νέας αίσθησης της
υπέρβασης, πνευματικής, φυσικής &
σωματικής. Ο έρωτας δίχως κανονιστικές
‘προφυλάξεις’, η θέαση του
πρωταρχικού-πρωτεϊκού φυσικού4
κόσμου την στιγμή της γέννησης και της
εξέλιξης του, της αναπαραγωγής του με
συμβάντα & με λέξεις.
Ήμουν
στον έκτο μήνα των ερώτων
και στα σπλάχνα μου σάλευε σπόρος ακριβός
ΑΥΤΟΣ ο κόσμος ο μικρός, ο μέγας»!5
Ο κόσμος του απείρου και της α-πειθαρχίας.
Η ποίηση ως ερώτημα και διαρκής προσκόλληση
στα συμβάντα και στις αποδόσεις του
ανθρώπινου..
Διότι:
«ΑΞΙΟΝ ΕΣΤΙ το αναίτιο δάκρυ ανατέλλοντας
αργά στα ωραία μάτια των παιδιών που
κρατιούνται χέρι-χέρι των παιδιών που
κοιτάζουνται και δε μιλιούνται Των
ερώτων το τραύλισμα πάνω στα βράχια
ένας φάρος που εκτόνωσεν αιώνων θλίψη
το τριζόνι το επίμονο καθώς η τύψη και
το μάλλινο έρημο μέσα στ’ αγιάζι».6
‘Το
Άξιον Εστί’ της ανθρώπινης ρύθμισης,
της διαφύλαξης της ‘θρυμματισμένης’
μνήμης, των ερωτικών δονήσεων, της
προσδοκίας για μία ιδιαίτερη όσο και
συγκεκριμένη ποιητική αποκρυστάλλωση:
αποκρυστάλλωση με & δίχως άμεσα ορατές
λέξεις.. Μία ποιητική εξέγερση από το
μηδέν της αρχής στην πολυπλοκότητα του
γίγνεσθαι.. Και αυτό ακριβώς που δύναται
να προσδιορίσει και να συμπυκνώσει
δομικά αυτή την μείζονα ποιητική συλλογή
του Οδυσσέα Ελύτη είναι η αναγγελία της
δημιουργίας εκεί όπου η ποιητική αφήγηση
ανακύπτει ως δείγμα δυνατοτήτων, εκεί
όπου ανακύπτει ως τροπικότητα-κοινωνικότητα
ύπαρξης: ένας άλλος όσο και ένας τρόπος
να δηλώσεις υπάρχω
με..
1
Βλέπε σχετικά, Ελύτης Οδυσσέας, ‘Το
Άξιον Εστί’, Ίκαρος Εκδοτική Εταιρεία,
Αθήνα, 1979, σελ. 65.
2
Ο ελληνοϊταλικός πόλεμος του 1940,
αποτυπώνεται έξοχα από τον ποιητή, ως
υπόμνηση αλλά και ως μελλοντολογική
δυνατότητα, όχι με τον τρόπο της
μεταφυσικής προφητείας, αλλά της
ιστορικής-κοινωνικής ανατομίας.. Δεν
προειδοποιεί απλά, διαλέγεται με το
ιστορικό προτσές..
3
Βλέπε σχετικά, Ελύτης Οδυσσέας…ό.π,
σελ. 40.
4
Ποια δύναται να είναι και η φυσικότητα
του ανθρώπου; Η επαφή και η διερώτηση.
Με την ιδιαίτερη τροπικότητα του Fanon:
«Ω σώμα μου, κάνε με πάντα έναν άνθρωπο
που θέτει ερωτήματα»; Παρατίθεται στο
Μπάτλερ Τζούντιθ & Αθανασίου Αθηνά…ό.π,
σελ. 120. Ο ποιητής αμφισβητεί και θέτει
υπό διερώτηση-κρίση τα ίδια τα όρια της
ποίησης, τον εαυτό του απέναντι στην
ιστορική πλημμυρίδα. Και η προσπάθεια
απόκρισης του; η καταφυγή στην ‘πόλη’
της γραφής, της ποιητικής του τέχνης,
που θέτει-συγκροτεί σύνορα για να τα
υπερβεί, που διανοίγεται στο ελληνικό
και στο παγκόσμιο. Ποίηση και των
συμβολισμών). Τρόπον τινά, η ποίηση του
δύναται να είναι απεριόριστη, κτήμα
δικό του και των άλλων.
5
Βλέπε σχετικά, Ελύτης Οδυσσέας…ό.π,
σελ. 19.
6
Βλέπε σχετικά, Ελύτης Οδυσσέας…ό.π,
σελ. 87.