εκδ. Μικρή άρκτος
Αγκαλιά με τα βραχόψαρα
Αδικείς την ποίηση, μου
είπε
έτσι όπως φέρνεις το
μαρσάρισμα
των πεθαμένων
στη φωνή σου—
Αδικείς τον εαυτό σου.
Θα σε πάρω ένα ταξίδι
να φύγουμε.
Όχι πια άλλους Καίσαρες.
Όχι άλλες ημερήσιες
εκδρομές.
Παραθεριστικούς Ιούληδες
σε κεντρικές πλατείες,
ορεινές διαδρομές.
Με ξεγέλασες τσόγλανε.
Τον έδιωξα κακήν κακώς
μες στο καταχείμωνο.
Τα γυαλιά ηλίου στο
κεφάλι.
Θα δεις τι θα πάθεις,
φώναξε.
Κι έπεφταν από ψηλά
αγριολούλουδα
και πυροσβεστικές.
Ποσειδωνία
Διακοπές στο γνωστό
μέρος.
Δροσιές και σκιερά
λιβάδια.
Ήχος κανείς.
Καθένας στο θαλάμι του.
Μόνο κάποια πρωινά
κάτι σαν νότες πιάνου
-όχι σπουδαία μουσική,
βαλσάκια με ορχήστρες
από παλιά ναυάγια-
μια διάβρωση ελκυστική.
Είναι όμορφα εδώ.
Πού και πού
μας επισκέπτεται μια
σμέρνα.
Από μακριά θαυμάσαμε
κι έναν εξελιγμένο
θηρευτή.
Διακοπές με τα βραχόψαρα
μετράμε από πάνω
αγκίστρια, καλλονές
στον πάτο άδεια όστρακα.