Καταιγίδα στις Νύχτες του Σινόπουλου. Όσες σελίδες τόσες
δαγκωνιές σε μάτια, κνήμες, σωθικά. Στο μεταξύ ο ήλιος χάνεται, κατρακυλά στη δύση.
Οι κτηνοτρόφοι επιστρέφουν, μονότονα τριζόνια. Αηδόνια συναγωνίζονται
κότσυφες. Θα ‘ναι Παρασκευή, μήνες μετά το φονικό. Λίγοι θα θυμούνται. Θυμάρι, άγρια
μωβ μπιζέλια, ανθισμένες κορυφές, κάτι κρυμμένο μέσα σε κάτι άλλο. Το αόριστο ανοίγει
δρόμους να βαδίσω. Κουνούπια σε νερόλακκο, σκιές σκιών. Νυχτώνει αλλιώς στην
επαρχία. Δέχεσαι επισκέψεις, γεμίζεις ποτήρια με μπύρα ή κρασί. Πεθαίνει κανείς αλλιώς στην επαρχία. Θυμάσαι ότι υπήρξες κάποτε σε σώμα ανθρώπου. Χάνεσαι.

[εικόνα: Kerstin Kuntze]