ΘΟΔΩΡΗΣ
ΡΑΚΟΠΟΥΛΟΣ, “Νυχτερίδα στην τσέπη”, εκδόσεις “Νεφέλη”, 2015
Ας υποθέσω ιστορικά (διότι
ιστορικός δεν είμαι ούτε φιλόλογος), ότι κάπου στα μέσα του ’90 ξεκινάει μια
σειρά πεζογραφημάτων που εξιστορούν αναμνήσεις και γεγονότα. Θα μπορούσα να
θεωρήσω κείμενο που ας πούμε ξεκίνησε αυτή την σειρά το αφήγημα (δεν είναι
τυχαίο ότι το αποκαλεί αφήγημα) με τον τίτλο “Τώρα θα δεις…” (ούτε το σημείο
στίξης των αποσιωποιητικών είναι τυχαίο) του Δημήτρη Γκιώνη (και ούτε τυχαίο
είναι ότι το επάγγελμα του Γκιώνη είναι δημοσιογράφος). Θα ακολουθήσουν σωρεία
τέτοιων κειμένων, για παράδειγμα το “Από το Λένιν στον Βερσάτσε” της Γεωργούλη,
το “Θυμάσαι πατέρα;” του Κολοβού και άλλα πολλά, ων ουκ έστιν αριθμός.
Προηγήθηκαν δεκαετίες πριν οι ρεαλιστικές (ή καλύτερα νεορεαλιστικές, για να
δανειστώ όρο του κινηματογράφου) γραφές των Τσίρκα, Ταχτση, Κουμανταρέα, Χάκα
και άλλων που όμως πάντα (μα πάντα όμως) σκηνοθετούσαν (με στοίχημα αισθητικό
και στοχαστικό) την διήγησή τους. Σε έναν άλλο γιαλό βρίσκονται οι ιδιαίτερα στυλιστικές
γραφές των Γονατα και Παπαδημητρακόπουλου. Ας γυρίσω όμως στα αφηγήματα των
προσωπικών αναμνήσεων και ας το αναφέρω ευθύς και οριστικά: μετά από έναν
κορεσμό τέτοιων αφηγημάτων (σε μια περίοδο μάλιστα που φαίνεται να είχε
υποχωρήσει η ποίηση) κανένα αναγνωστη (και τέτοιος είμαι εγώ) δεν ενδιαφέρει
πλέον η (άτεχνη και στεγνή τις περισσότερες φορές) καταγραφή των αναμνήσων
(πρόσφατων ή μη) διανθισμένων ενίοτε με φιλοσοφίζοντες προβληματισμούς. Δεν
είναι (ή τέλος πάντων δεν είναι για τον υποφαινόμενο) αυτή η γραφή πεζογραφία,
δεν είναι διηγήματα. Τούτο το γνωρίζει καλά ο Θοδωρής Ρακόπουλος. Έχοντας πίσω
του ήδη δύο βιβλία ποίησης αποφάσισε να μας δώσει μια συλλογή διηγημάτων. Σε
κάθε ένα από τα διηγήματα της Νυχτερίδας ο συγγραφέας (πάντα με αφορμή μια προσωπική
του εμπειρία ή μία ιστορία που άκουσε) δοκιμάζει και έναν άλλο τρόπο γραφής,
δοκιμάζει και ένα άλλο ύφος αφήγησης. Δεν φοβάται ούτε το γκροτέσκο, ούτε το
εφιαλτικό, ούτε το λυρικό, ούτε το χυδαίο αν χρειαστεί. Δείχνει να κατέχει με
σιγουριά το φάσμα του λόγου και της γλώσσας και δείχνει να το χρησιμοποιεί
καταλλήλως και ποτέ αφθόνως ή παράτερα στα διηγήματά του. Όμως κάτι έτι
περαιτέρω σημαντικό δεν είναι τα προηγούμενα που ανέφερα, δηλαδή η δεινότητα
του λόγου που τον Ρακόπουλο διακρίνει σε κάθε του λογοτεχνική ή δοκιμιακή
κατάθεση, αλλά το λογοτεχνικό του στοίχημα στην Νυχτερίδα. Με τα συγκεκριμένα
του διηγήματα, ανακατεύοντας επίτηδες και στις σωστές δόσεις, ως πειραματιστής
αλχιμιστής, την αλήθεια με την φαντασία (απαραίτητο στοιχείο λογοτεχνίας), μας
δίνει την πρισματική του ματιά στα γεγονότα που περιγράφει, και ναι αυτό
ακριβώς είναι η λογοτεχνία για τον Ρακόπουλο: μια πρισματική ματιά στον αληθινό
κόσμο, και αυτή η ματιά από μόνη της αποτελεί “στοχαστικό σχόλιο” και
“υποσημείωση” στα περιγραφόμενα, αποκαθαρμένο από το νοθευμένο βάρος της
φιλοσοφικίζουσας εμμονής πολλών (και νεότατων) πεζογράφων. Μια καθαρή και
διπλοαποσταγμένη λογοτεχνική εμπειρία είναι τα διηγήματα του Θοδωρή Ρακόπουλου
και σας τα προτείνω ανεπιφύλακτα