Αφορμή για τη συνέντευξη του συγγραφέα Γιάννη Σκαραγκά
για το περιοδικό Θράκα ήταν πράγματι
η θράκα στην οποία όλοι πατάμε αυτόν τον καιρό. Η ευαίσθητη γραφή του, η οποία σκληραίνει
χωρίς καν να το καταλάβεις, είναι κάτι που έχουμε ανάγκη στην εποχή μας. Ο
Σκαραγκάς συγκινεί με τη συνέπεια, την ακρίβεια και προσγειωμένη αισθητική του.

Μέσα στο πρόσφατο βιβλίο σου, Ο ουρανός που ονειρεύτηκες, που κυκλοφορεί στις Εκδόσεις Κριτική,
μιλάς για την αγάπη και την αποκαλείς τροφή. Μίλα μου γι’ αυτό.

Η ηρωίδα
της ιστορίας προσπαθεί να αντέξει την εξάντληση συγκρίνοντας την πείνα με την
ανάμνηση της αγάπης. Στο μυθιστόρημά μου, η αγάπη έχει να κάνει με το αίσθημα
της καταγωγής, με την αναφορά σε μια χαμένη προέλευση — έναν κόσμο που
αποκαλύπτεται μετά την απώλειά του. Η ανάμνησή της είναι το νόημα που δεν
καταφέρνουν να ξαναβρούν στη ζωή τους οι ήρωες της ιστορίας. Έχουν απομονωθεί
σε ένα πανδοχείο της Τιχουάνας στο Μεξικό και έχουν χάσει τα ανθρώπινα
χαρακτηριστικά τους, σε βαθμό που θα μπορούσαν να είναι φανταστικά πρόσωπα στη
φαντασία ενός ξένου. Έτσι ξεκινάει η ιστορία τους.  

Η ερωτική αγάπη προκαλεί μεγαλύτερη πείνα;

Δεν ξέρω αν
προκαλεί μεγαλύτερη, αλλά σίγουρα είναι πιο απροκάλυπτη. Είναι αφοπλιστικοί
αυτοί που δεν μπορούν να κρύψουν από το βλέμμα τους τη λαγνεία και τη λαχτάρα
τους. Σε πανικοβάλλουν γιατί αναρωτιέσαι πότε θα βρεθείς στην ίδια θέση — αν
δεν έχεις ήδη βρεθεί.

Μπορούμε να μιλάμε για αγάπη στη σκληρή πραγματικότητα
των ημερών μας;

Σκέφτομαι
τις πρωτοβουλίες εθελοντισμού που αναπτύχθηκαν τα τελευταία χρόνια. Δεν είναι
ένα είδος αγάπης αυτή η προσπάθεια να προστατέψουμε τον άλλο ακόμα και με το
υστέρημά μας; Είναι περίεργο, αλλά η κρίση μπορεί εξίσου να οξύνει την αντίληψή
μας για τη δυσκολία του διπλανού μας όσο και να την απονεκρώσει. Θυμάμαι
εκείνες τις χυδαίες ειρωνείες που γράφονταν από κάποιους στα μέσα κοινωνικής
δικτύωσης για τους μαθητές που λιποθυμούσαν. Το παρουσίαζαν ως ελληναράδικο
αφήγημα. Αυτή η χωρίς καμία αναστολή απάθεια ήταν για μένα ένδειξη για το πόσο
κλονίστηκε η στοιχειώδης μας ικανότητα για ενσυναίσθηση. Όχι μόνο επειδή
γνώριζα από φίλους και συγγενείς εκπαιδευτικούς τη θλιβερή πραγματικότητα με τα
κρούσματα αυτά, αλλά επειδή μου φαινόταν αδιανόητο το να περιφρονείς το
ενδεχόμενο μιας τέτοιας πραγματικότητας και να απολαμβάνεις το σαρκασμό.

Προτού σε διαβάσει κάποιος, έχει τη (λανθασμένη;) αίσθηση
ότι μπορεί και να είσαι υπερβολικά τρυφερός. Το πιστεύεις; Το έχεις ξανακούσει;

Μακάρι. Πέρασα
πολλά χρόνια, ιδίως ως σεναριογράφος, που το όνομά μου ήταν συνδεδεμένο μόνο με
σκοτεινά θέματα.

Νομίζω ότι σε σένα το καύκαλο είναι από μέσα και το
κυρίως σώμα απέξω, αναποδογυρισμένα. Η σκληρότητα βρίσκεται στον πυρήνα σου.
Περιμένει τον αναγνώστη ως έκπληξη.

Μου αρέσει
αυτή η περιγραφή, αλλά η αλήθεια είναι ότι μού πήρε χρόνια να αφεθώ. Παλιότερα
μπέρδευα το άφημα με το χάσιμο. Στην πορεία έμαθα να εκτιμώ τον πάτο. Όσες
περισσότερες οι ήττες, τόσο μεγαλύτερο το φιλότιμο κι η ευστροφία με τα οποία συμβιβάζεσαι.
Αυτό ίσως είναι η έκπληξη που περιγράφεις: ότι μαθαίνεις να μην κρύβεις καθόλου
το πόσο ευάλωτος είσαι για να προστατευτείς.

Tο θεατρικό σου, Η
εποχή του κυνηγιού
, που θα συνεχιστεί και φέτος, είναι μια ιστορία της
ελληνικής κρίσης;

Είναι η
ιστορία μιας σύγχρονης γυναίκας  που
χάνει τα πάντα στην κρίση και προσπαθεί να ξαναβρεί τη θέση της στη ζωή με τη
βοήθεια ενός πλάσματος που φτιάχνει με τη φαντασία της. Η έκπληξη με αυτό το
έργο ήταν το πόσο βαθιά άγγιξε τον κόσμο που το παρακολούθησε. Περίμενα ότι θα
συγκινήσει μόνο ένα ειδικό κοινό, αλλά έπεσα έξω.

Πάντως ήταν από τις λίγες φορές που, αν με ρωτούσε
κάποιος, θα του απαντούσα πως τίποτα δεν θα πετούσα από το κείμενο. Είναι τόσο
χειρουργικά επεξεργασμένο, ώστε έχει κανείς την αίσθηση ότι το δούλευες πολλά
χρόνια.

Πολλά
πράγματα μπορείς να επεξεργαστείς σε μια ιστορία. Υπάρχει όμως κάτι απελπιστικά
προσωπικό που δεν μπορείς να το κρύψεις: το πόσο έτοιμος είσαι να πεις αυτή την
ιστορία. Εγώ ήμουν πολύ έτοιμος για να διηγηθώ την εποχή του κυνηγιού. Η ζωή μου άλλαξε απροσδόκητα πολύ μέσα στην
κρίση. Η εποχή του κυνηγιού είναι μια
εκδοχή και της δικής μου ήττας.

Και τώρα το καινούργιο θεατρικό, Αυτοί που περπατούν στα σύννεφα. Πες μου γι’ αυτό.

Είναι ένα
έργο με αφορμή τη ζωή του Άγγλου ποιητή Ρούπερτ Μπρουκ, ο οποίος υπηρέτησε στο
Βρετανικό Ναυτικό στη διάρκεια του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, και πέθανε από
σηψαιμία στα ανοιχτά της Σκύρου το 1915. Πρόκειται για μια παράσταση που
συνδυάζει την πρόζα με την όπερα, την οποία σκηνοθετεί η Λίνα Ζαρκαδούλα και
υπογράφει μουσικά ο Θοδωρής Λεμπέσης. Παίζουν η Παναγιώτα Βλαντή, ο
Χριστόδουλος Στυλιανού και τραγουδά η Μαργαρίτα Συγγενιώτου. Είναι οι
εξομολογήσεις μιας σειράς ανθρώπων, φανταστικών και πραγματικών, που συνδέθηκαν
με τον Μπρουκ σε κάποια ευαίσθητη και απεγνωσμένη στιγμή τους. Είναι ιστορίες
για όλα όσα μπορεί να αντέξει και να συγχωρέσει η μνήμη, για το κενό που αφήνει
η απώλεια αλλά και για όσα μπορεί να αναπληρώσει η ανάμνηση, είτε είναι
ερωτική, είτε πηγάζει από τη βαθιά ανάγκη να παγώσει το χρόνο στην πιο
ευτυχισμένη στιγμή του.

Είναι αιθεροβάμονες οι ήρωες αυτών των ιστοριών σου;
Είναι αφελείς; Ρομαντικοί; Αποστασιοποιημένοι; Τι είναι;

Είναι
άνθρωποι που επιστρέφουν σε μια ιδιαίτερη στιγμή στο παρελθόν, όπως κάνουμε
όλοι μας. Προσπαθούν να καταλάβουν την απώλεια μέσα από αυτή την επιστροφή. Να
ξαναζήσουν την πιθανότητα μιας άλλης ζωής. Αυτό που κάνουμε όλοι μας:
Επενδύουμε στην αθανασία με κομματάκια ζωής που δεν ολοκληρώθηκαν.

Θες να ξεφύγεις από την πραγματικότητα; Την πολιτική, την
κοινωνική, την προσωπική;

Το
αντίθετο. Θέλω να παραμείνω κομμάτι της για να την κατανοήσω και να συμφιλιωθώ.
Δεν με απειλεί η πραγματικότητα. Πολλές φορές με απελπίζει, αλλά σε καμία
περίπτωση δεν θέλω να την αποφύγω.

Συγγραφή ή καλοπέραση; Τι επιλέγεις;

Θα ήθελα
πολύ να μπορούσα να διαλέξω το δεύτερο, αλλά θα έπεφτα σε κώμα.

Ο Γιώργος Χειμωνάς έλεγε ότι η φαντασμαγορία που
προσφέρουν τα βιβλία είναι το θέμα. Ότι το νόημα είναι να διαβάζεις ό,τι δεν θα
ζήσεις, την καλύτερη εκδοχή του ζην.

Το ερεθιστικό
με το διάβασμα είναι η υπόσχεση ότι η ψυχή του κόσμου θα συνυπάρξει για λίγο με
τη δική σου στο πρόσωπο ενός φανταστικού ανθρώπου που θα ζήσει για πρώτη φορά
μια ιστορία. Επίσης έχω αναπτύξει από πιτσιρικάς μια θεωρία συνωμοσίας για την
ανάγνωση. Πιστεύω ακράδαντα ότι οι βιβλιόφιλοι είμαστε κύτταρα μιας αλλόκοσμης
και απόκρυφης λειτουργίας που έχει να κάνει με το νου αυτού του κόσμου. Είμαστε
λίγοι και ευάλωτοι και μας πολεμούν σκοτεινές δυνάμεις, αλλά κάθε φορά που
διαβάζουμε μια επινοημένη ιστορία, γεννιέται και μια πιθανότητα να συμβεί σε
κάποιον άνθρωπο στη γη.

Και μετά τι; Γράφεις κάποιο νέο βιβλίο;

Ένα
ιστορικό μυθιστόρημα. Αγαπημένο είδος.

Τι θα διάλεγες να αναπτύξεις από την περίοδό μας σε ένα
ιστορικό μυθιστόρημα του μέλλοντος;

Το κενό της λογικής,
ακόμα και για ανθρώπους που προσπαθούν ψύχραιμα να αντιληφθούν τη συνέχεια.
Εξαντληθήκαμε όλοι μας από τη διαρκή διάψευση που δεν μπορούμε να καταλήξουμε
ούτε καν σε μια κοινή φαντασίωση. Τα πράγματα κάνουν συνεχώς κύκλους, και εμείς
ωριμάζουμε μαζί τους, χωρίς όμως επίκεντρο, χωρίς κάποια αναφορά σε έναν πυρήνα
που να μπορεί να μας συγκρατήσει πολιτικά, ιδεολογικά—ή έστω και
συναισθηματικά.

Το δημοψήφισμα δεν ήταν ένα τέτοιο παράδειγμα; Το Ναι και
το Όχι δεν ήταν μια συναισθηματική συσπείρωση;

Ήταν, και μάλιστα
τόσο απεγνωσμένη που ενοχοποίησε το ενδεχόμενο της διαφωνίας, και για τις δύο
πλευρές. Ο ιδεολογικός στόχος όμως αυτής της συσπείρωσης ανατράπηκε τόσο άμεσα,
που αντί για συμπεράσματα άφησε πίσω της μια κοινή σύγχυση. Για ακόμα μία φορά.
Μετά από μία πενταετία βίαιης προσαρμογής εξαντλήσαμε και τα φαντάσματα, και
τις θεωρίες και τις μπλόφες—αλλά δυστυχώς εξαντλήσαμε και οποιαδήποτε
πιθανότητα ελπίδας. Αυτή ήταν η βαθιά ήττα και των δύο πλευρών. Δεν
εκπροσωπούσαν μια καλύτερη λύση, αλλά μία όχι τόσο καταστροφική. Στην
αυτοκριτική μας, ό,τι και να ψηφίσαμε, θα πρέπει να προσθέσουμε και αυτό.

Πιστεύεις ότι στην κρίση οι πνευματικοί άνθρωποι οφείλουν
να μιλούν και να παίρνουν θέση;

Οφείλουν να είναι
μέρος του διαλόγου και κυρίως να αποσαφηνίζουν τη φορτισμένη αφήγηση της
κρίσης. Δεν ξέρω πώς καταλαβαίνει ο καθένας την απόφαση να πάρει θέση. Υπάρχουν
εξαιρετικά παραδείγματα αλλά και θλιβερά. Αν μιλάμε για συγγραφείς, μου είναι
αδιανόητο να συμμετέχουμε σε όλα αυτά τα αφηγηματικά εκτρώματα του διχασμού και
της πολεμικής ρητορικής που έχουν παγιωθεί τα τελευταία χρόνια στα κοινωνικά
δίκτυα. Αν έχει σημασία να έχουμε κάποια θέση, αυτή είναι να συμπεριλάβουμε
στις ερμηνείες μας την οπτική των άλλων, όσο ξένη και να μας είναι.

Να κλείσουμε με μια ευχή. Προς τον εαυτό σου, τους
αγαπημένους σου, όλους μας. 

Αντοχή και
συνεννόηση. Μαζί θα ξυπνήσουμε αύριο.