«ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ
ΣΤΗ ΒΡΕΜΗ»του Ράϊνερ Βέρνερ Φασμπίντερστο
θέατρο ΜΕΤΑΞΟΥΡΓΕΙΟ
κριτική
παρουσίαση : Εφη Καλογεροπούλου
«Ο
κάθε ευπρεπής σκηνοθέτης έχει μόνο ένα θέμα και τελικά κάνει την ίδια ταινία
ξανά και ξανά. Το δικό μου θέμα είναι η εκμετάλλευση των αισθημάτων χωρίς να
έχει σημασία ποιος μπορεί να είναι αυτός που τα εκμεταλλεύεται. Αυτό δεν
τελειώνει ποτέ. Είναι ένα θέμα διαρκείας. Μπορεί η πολιτεία να εκμεταλλεύεται
τον πατριωτισμό, η στη σχέση ενός ζευγαριού ο ένας να καταστρέφει τον άλλο» Ράινερ Βέρνερ Φασμπίντερ
Ιδιόμορφος καλλιτέχνης, «καταραμένος» κινηματογραφιστής αλλά
και θεατράνθρωπος, αναρχικός δημιουργός, ο Ράϊνερ Βέρνερ Φασμπίντερ(1945-1982),
στη διάρκεια της εξαιρετικά σύντομης ζωής του,
έχοντας στο ενεργητικό του περισσότερες από πενήντα ταινίες,τηλεοπτικές
σειρές,σκηνοθεσίες στο θέατρο και ραδιοθεατρικές παραγωγές, σημάδεψε καθοριστικά
την ευρωπαική μεταπολεμική κινηματογραφική τέχνη εγγράφοντας σε αυτήν, το δικό
του ιδιαίτερο προσωπικό στίγμα.
Μετά
τον πόλεμο,η κατακερματισμένη γερμανική συνείδηση, προσπαθεί να ξορκίσει το
φάντασμα του Ναζισμού,να αντιμετωπίσει την οικονομική αστάθεια,τον φόβο και την
αβεβαιότητα,να βρεί ένα ρεαλιστικό βηματισμό που θα την απομακρύνει από την
ενοχή και την τύψη.
Στο καινούργιοstatusκαι στον αντίποδα του Ρομαντισμού,του Βαγκνερικού
πένθους,της Νιτσεϊκής αγωνίας,αλλά και του ψυχρού ορθολογισμού της ναζιστικής
κουλτούρας που σκότωσε κάθε έννοια στοχαστικής αναζήτησης,κοσμικής
ενόρασης,υπαρξιακής αγωνίας και φαντασίας,υποκρύπτεται στο ασυνείδητο η ανάγκη ενός ανατρεπτικού
στοχασμού που θα ανασυνθέσει τις βάσεις του ψευδαισθητικού γερμανικού οικοδομήματος
,κατεδαφίζοντάς το και ανασυνθέτοντάς το.
Το
γερμανικό πνεύμα πιάνοντας το νήμα από τον Μπρέχτ και τον Τόμας Μάν ,από τον
Γκύντερ Γκράς και τον Πέτερ Βάις μέχρι τον Μπότο Στράους,πασχίζει να εκφράσει
ένα συνειδησιακό βάρος και ταυτόχρονα μια συλλογική τύψη που εχει
κληρονομήσει.Σε αυτό το κλίμα και σε ένα εντελώς διαφορετικό μήκος κύματος από
εκείνο του Χέρτσογκ,του Βέντερς,του Σλέντορφ και της Φόν Τρόττα,ο Φασμπίντερ
κάνει το δικό του σινεμά ,ένα σινεμά με θεατρικό χαρακτήρα.
«Οποιος
καταπιάνεται με τον κινηματογράφο πρέπει να ξέρει από θέατρο,το θέατρο είναι
πολύ χρήσιμο για το σινεμά ,ενώ το αντίστροφο καθόλου»είχε
πεί.
Οι κινηματογραφικές του σεκάνς έμφορτες θεατρικού ύφους,
επιχειρούν να ανακινήσουν το συναίσθημα στον αντίποδα κάθε είδους λογιότητας,
με εργαλεία την ιδιαίτερη αυτονόμηση του κινηματογραφικού χώρου, αποσπώντας τον
από την συμβατική πραγματικότητα,τους φωτισμούς που χρωματικά υφαίνουν την
εσωτερική κατάσταση των ηρώων του φωτίζοντας την υπαρξιακή τους κατάσταση,αλλά
και την μεγέθυνση των συγκρούσεων και των σχέσεων των χαρακτήρων του, που γίνεται
όχι με εικονιστικά αλλά δραματολογικά στοιχεία.
Από
το υπόγειο θεατράκι του περιθωριακού Μονάχου(1967), μέχρι τις μεγάλες κρατικές
σκηνές της πατρίδας του και την καθιέρωσή του στις Κάννες το 1974 με την ταινία
του ο Φόβος τρώει τα σωθικά ,αλλά και
τον Γάμο της Μαρίας Μπράουν,εως την
τελευταία του ταινία τον Καβγατζή(1982),
ο Φασμπίντερ παράγει ένα αξιοζήλευτο σε όγκο-41 ταινίες μεγάλου μήκους μέσα
σε 13 χρόνια- κινηματογραφικό ,θεατρικό και ραδιοφωνικό έργο,πολλές φορές
ετεροβαρές, αλλά πάντα πολιτικό, εστιάζοντας στις αιτίες που υποκινούν την
δράση, δίνοντας μια ανάσα Μπρεχτικής αποστασιοποίησης στο αφηγηματικό του ύφος.
Ετσι και στα κινηματογραφικά αλλά και τα θεατρικά του
έργα, η ατμόσφαιρα που δημιουργεί δεν απευθύνεται άμεσα στο θυμικό στοχεύοντας
ακαριαία το συναίσθημα και το συγκινησιακό βάρος,αλλά δημιουργεί μια κριτική
και στοχαστική αντίληψη.
Στο βάθος των έργων του πάντα τα ίδια στοιχεία: η
απελπισία,η κοινωνική καταπίεση ,η ηθική παρακμή,τα διαπροσωπικά παιχνίδια
εξουσίας,η περιθωριοποίηση,ο φόβος,η δέσμευση, η συντριβή.
Ο Φασμπίντερ δεν κάνει νατουραλισμό.Η ρεαλιστική και
κάπου εξπρεσιονιστική απεικόνιση που επιχειρεί πολλές φορές με υπερβολή των
εικαστικών στοιχείων του χώρου που τοποθετεί τους κινηματογραφικούς του ήρωες
,εχει στόχο να βαθύνει την ένταση υπερτονίζοντας το περίγραμμα μέσα στο οποίο εκδηλώνεται
εν τελει η εσωτερική κραυγή.
Η θεατρική εργογραφία του Φασμπίντερ αριθμεί 12 πρωτότυπα
θεατρικά έργα και αρκετές διασκευές με κυριότερες εκείνες της
Ιφιγένειας εν Ταύροις του Γκαίτε(1968),Του
Αίαντα του Σοφοκλή(1968),της όπερας του ζητιάνου του Τζόν Γκαίη(1969),του
καφενείου του Γκολντόνι(1969),αλλά και του Φλεγόμενου χωριού του Λόπε ντε
Βέγκα(1970).
Από τα θεατρικά του έργα ξεχωρίζουν τα : Σταγόνες πάνω σε καυτή πέτρα ,Pre–paradiseSorrynow(1969), Αίμα στο λαιμό της
Γάτας(1971),Τα πικρά δάκρυα της Πέτρα Φόν Κάντ(1971),Ελευθερία στη
Βρέμη(1971),Τα σκουπίδια η πόλη,ο θάνατος(1976).Το 1980κινηματογραφεί το BerlinAlexanderplatz,κυριολεκτικά ένα έπος 16 ωρών πάνω στην νουβέλα του Αλφρεντ
Ντέμπλιν.
Το έργο του Ελευθερία στη Βρέμη γραμμένο το 1971 στηρίζεται σε ένα πραγματικό γεγονός.Η
Γκέσε Γκότφριντ,μια τίμια και θεοσεβής σύζυγος και μητέρα ,αποκεφαλίστηκε
δημόσια το 1831 μετά την διάπραξη δεκαπέντε φόνων.Είχε σκοτώσει σύζυγο,γονείς,
παιδιά και πρόσωπα του άμεσου περιβάλλοντός της.Στό έργο αυτό ο Φασμπίντερ δεν
εστιάζει στα ποινικά στοιχεία της υπόθεσης ή στην εκτέλεση της Γκέσε που
ακολουθεί συνέπεια των πράξεων της ,αλλά στα κίνητρα της πράξης της ,διεισδύοντας
στον κοινωνικό μηχανισμό που κυριαρχεί και εξουσιάζει τις πράξεις αυτές και εν
γένει την συμπεριφορά και την υπόσταση της ηρωίδας του.
Η Γκέσε
μετατρέπεται σε μία εργώδη μηχανή θανάτου .Δηλητηριάζει τον βάναυσο άντρα
της,την ηθικολόγα μητέρα της,τον αφέντη –πατέρα της,τον εραστή της που εντέλει
την προδίδει,τα παιδιά της,την πιο στενή της φίλη.Ο ενας φόνος διαδέχεται τον
αλλον,αλλά είναι ο μοναδικός της δρόμος προς την ελευθερία.Η καταπίεση,ο
εξευτελισμός,η ασφυξία που της δημιουργεί ο οικογενειακός και κοινωνικός
περίγυρος γίνονται αντιληπτά από την πρώτη σκηνή του έργου .Σε αυτήν βλέπουμε
τον άντρα της να την διατάζει να του φέρει καφέ,εφημερίδα,τσάΪ,κτλ υπό το
διαρκές ηχητικό υπόστρωμα του κλάματος των μωρών και την ίδια να πασχίζει να
εκτελέσει αυτές τις αντρικές εντολές.
Ολοι (σύζυγοι,εραστές,πατέρας αδερφός,φίλοι)
την αντιμετωπίζουν με βιαιότητα απαιτώντας να ικανοποιήσει τις ορέξεις τους.Η
ύπαρξή τους είναι ο καθημερινός της εφιάλτης.Ο στεγανός χώρος της οικογενειακής
και κοινωνικής συνθήκης που αντιμετωπίζει την γυναίκα σαν αναπαραγωγική
μηχανή,σκεύος ήδονής,αποστερώντας της το δικαίωμα της αυτοδιάθεσης , της
ελευθερίας,της αγάπης ,της ευτυχίας την πνίγει.Η ασφυξία της θα ζητήσει διέξοδο αλλά και πάλι η ελευθερία της
θα συνθλιβεί.Η αυθυπαρξία όπως και στα υπόλοιπα έργα του Φασμπίντερ είναι ένα
παιχνίδι χαμένο από την αρχή.
Στο τέλος του δρόμου η Γκέσε θα συναντήσει την μοναξιά
και τον δικό της θάνατο.
Στην παράσταση που είδαμε στο θέατρο ΜΕΤΑΞΟΥΡΓΕΙΟ, η
νεαρή Νάντια Φώσκολου,με μια λιτή σκηνοθεσία,προσπάθησε και πέτυχε να μείνει
πιστή στο σύμπαν του Φασμπίντερ,κρατώντας σωστές αναλογίες στα
συναισθηματικά,γκροτέσκ και “μπρεχτικά” σημεία του έργου, στην πολύ
καθαρή και θεατρική μετάφραση της Α.Κολτσιδοπούλου.
Οι σημαντικές ερμηνείες των καλών νέων ηθοποιών,οδηγούσαν
στιβαρά το θεατή στον ζοφερό κόσμο της Γκέσε και στην σταδιακή
“απελευθέρωσή” της, με την Γιασεμή Κηλαηδόνη να μεταμορφώνεται
σε φόνισσα Γκέσε με απλότητα,εσωτερικότητα και δραματική ένταση,χαρίζοντας μας
δυνατές υποκριτικές στιγμές.
Ολοι οι ηθοποιοί αλλά και η μουσική,η
σκηνογραφία και οι φωτισμοί της
παράστασης υπηρέτησαν αρμονικά την σκηνοθετική αντίληψη και απέδωσαν επιτυχώς
το κλίμα της Φασμπιντερικής γραφής προσφέροντας μας μια ενδιαφέρουσα θεατρική
εμπειρία.
Συντελεστές της παράστασης:
Συγγραφέας:
Ράινερ
Βέρνερ Φασμπίντερ
Σκηνοθέτης:
Νάντια
Φώσκολου
Μετάφραση:
Άννυ Κολτσιδοπούλου,
Σκηνικά:
Μικαέλα Λιακατά,
Κοστούμια:
Βασιλική Σύρμα,
Φωτισμοί:
Χρήστος Τζιόκας,
Μουσική:
Γιάννης Καραγιάννης
Ηθοποιοί:
Τίνα
Γιωτοπούλου, Γιασεμί Κηλαηδόνη, Δημήτρης Πλειώνης, Χρήστος Ροδάμης, Στράτος
Σωπύλης, Αλέξανδρος Σωτηρίου