Τίποτα δεν παλιώνει πιο γρήγορα από το νέο. Όταν έγραφε ο
Μπόρχες το συγκεκριμένο αφορισμό, είχε κατά νου του τις διάφορες πρωτοπορίες
που ξεφύτρωναν σαν τα μανιτάρια στις αρχές του εικοστού αιώνα, τους διάφορους
μικρούς –ισμούς. Είχε θητεύσει και ο ίδιος στο δικής του έμπνευσης
«ουλτρα-ισμό», και με τα χρόνια είχε καταλήξει στην άποψη πως το παλιό είναι
πιο ανθεκτικό από το καινούριο στη λογοτεχνία.

Στην εποχή μας όπου δεν υπάρχουν λογοτεχνικά κινήματα
φυτρώνουν διάφορα λετριστικά παιγνίδια. Ποιητές διαφόρων ηλικιών επιμένουν να
προωθούν μια λανθασμένη άποψη του καινούργιου που συνίσταται σε διάφορα
τεχνάσματα με την τυπογραφική απεικόνιση των στίχων και κυρίως με τις γραμματοσειρές:
αλλάζοντας γραμματοσειρά από στίχο σε στίχο νομίζουν πως προσδίδουν αξία στα
πενιχρά συνήθως λεγόμενά τους. Το ποίημα και ανάποδα να το γράψεις δεν θα
μείνει αν δεν έχει κάτι να πει. Η πρόσθετη αξία του δεν είναι ο τρόπος
εμφάνισής του ούτε ανανεώνεις τη λογοτεχνία με αυτό τον τρόπο. Ο καινούργιος
τρόπος βρίσκεται πάντα στην εκφορά του λόγου κι όχι στην τυπογραφική του
απεικόνιση.

Φίλος πεζογράφος προτίμησε να αποσύρει τη συνεργασία του από
ηλεκτρονικό περιοδικό επειδή δεν του είχαν τηρήσει κάποια μεσοδιαστήματα στη
δημοσίευση του κειμένου του. Δεν ήξερε πως ο νεοτερισμός της γραφής του δεν
βρισκόταν στην τυπογραφική του αναπαράσταση αλλά στα γραφόμενά του.