Εξισορρόπηση.

Φτάνουμε στον χρόνο και απογυμνώνομαι.

-Εσύ- με κίνηση βραδύστροφης επεξεργασίας μένεις ρακένδυτη.

Ύστερα τα χέρια μου βάζουν σε μια διάταξη την ανάσα σου.

Ο ρυθμός κι η γεύση πρώτη φορά δαμάζουν ένα χτύπημα.

Τώρα η καρδιά μου πάλλεται στην χορογραφία της δικής σου
αρχιτεκτονικής δόμησης του χρόνου.

Σαν να μην υπήρξε ποτέ το φως, σα να μην έδρασα ποτέ
ενεργητικά ούτε για μιαν πνοή.

Όλα γίναν στο σκοτάδι ,κάπως έτσι, παθητικά ,όπως κοιμάμαι.

Το στήθος σπρώχνει την καρδιά μα μόνο ο ιδρώτας παράγεται
προς τα έξω.

Εσύ αντιδρώντας σε αυτό το απείκασμα που ονειρεύτηκες,
ξυπνάς και με βλέπεις.

Τώρα ο ένας για τον άλλον είναι εδώ, όχι εκεί.

‘’Κάπως έτσι’’, σου είπα, ‘’εξισορροπούνται τα όνειρα με την
πραγματικότητα’’.  

*

Με εξόργισες.

Στα πεζοδρόμια να παίζεις μουσική

κι εγώ να κάθομαι σε τσιγάρο αναμμένο.

Γιατί ο καταπιεσμένος θυμός είναι οργή κι η καταπιεσμένη
οργή δάκρυ.

Ό,τι καλύτερο έχω καταφέρει στην ζωή μου

είναι να σε κρατάω στην ζωή μου, τσιγάρο αναμμένο.

Γιασεμί ολάνθιστο όλον τον χρόνο.

Όταν τραγουδάς να σείεται το στήθος μου αναβλύζοντας

καταπιεσμένη σιωπή που γίνεται ένα μηδέν ζωγραφιστό,

ένα βουβό στόμα που κραυγάζει. Τσιγάρο σβηστό.

Επιτέλους ,σπουδαίε Προμηθέα,

κατάλαβα την αξία της φωτιάς.