Ο Άγιος

Μες σε μια κόλαση παθών – έργο δικό του – 

Όταν βάρος φρικτών κι ανήθικων εικόνων τον πλακώνει –

Άλλη καρδιά ποτέ σαν την δική του δεν υπήρξε

Από αδύναμες ορμές τόσο γοητευμένη

Κι άλλη καρδιά απ΄ το Θεό τόσο βασανισμένη –

Τα χέρια τα λιπόσαρκα – τ΄ αλύτρωτα –

Στον ουρανό σηκώνει

Δεόμενος.

Όμως την παθιασμένη, οργιαστική του προσευχή

Μόνο μια δίψα ακόρεστη, τυραννική, ορίζει,

Κι ή έξαψή της εισορμά

Και πέρατα απόκρυφα διασχίζει,

Μα ούτε

Και του Διόνυσου η βακχική ιαχή

τόσο δαιμονισμένα δεν ηχεί,

Σαν όταν η μαρτυρική του η κραυγή,

Μες σε θανάσιμη έκσταση και λύσσα που αφρίζει,

Εκπλήρωση απαιτεί : Εισάκουσόν με, Μαρία!

*

 Der Heilige

Wenn in der Hölle
selbstgeschaffener Leiden

Grausam-unzüchtige
Bilder ihn bedrängen

– Kein Herz ward je
von lasser Geilheit so

Berückt wie seins,
und so von Gott gequält

Kein Herz – hebt er
die abgezehrten Hände,

Die unerlösten,
betend auf zum Himmel.

Doch formt nur
qualvoll-ungestillte Lust

Sein
brünstig-fieberndes Gebet, des Glut

Hinströmt durch
mystische Unendlichkeiten.

Und nicht so trunken
tönt das Evoe

Des Dionys, als wenn
in tödlicher,

Wutgeifernder Ekstase
Erfüllung sich

Erzwingt sein
Qualschrei: Exaudi me, o Maria!