Ποίηση για την κοινωνική δικαιοσύνη και διαθεματικότητα
Γράφει ο Αργύρης Δούρβας
Επιμέλεια: Γιώργος Κωνσταντίνος Μιχαηλίδης
Η ποίηση για την κοινωνική δικαιοσύνη θέτει ως βασική αρχή τη διαθεματική προσέγγιση των ποικίλων κατηγοριών διαφοράς (categories of difference) όπως το φύλο, τη φυλή και την τάξη καθώς και τη διασύνδεση των πεδίων αγώνα. Στόχος της παρούσας παραγράφου είναι να διευκρινίσω σε τι αναφέρομαι όταν χρησιμοποιώ τον όρο διαθεματικότητα.
Καταρχήν, είναι σημαντικό να τονιστεί ότι η έννοια της διαθεματικότητας προσφέρει ένα σύγχρονο αναλυτικό πλαίσιο προσανατολισμένο στην κοινωνική δικαιοσύνη για την εξέταση κοινωνικοπολιτικών προβλημάτων που αναδύονται από τη φυλή, το φύλο, την τάξη, τον σεξουαλικό προσανατολισμό και άλλες κατηγορίες διαφοράς (Al-Faham, Davis & Ernst, 2019). Για αυτόν τον λόγο η έννοια της διαθεματικότητας είναι κατάλληλη για την ανάλυση της ποίησης για την κοινωνική δικαιοσύνη.
Πριν προχωρήσω στην ανάλυση της οπτικής μου για τη σχέση της διαθεματικότητας με την ποίηση για την κοινωνική δικαιοσύνη, θα αναφερθώ συνοπτικά στην προέλευση του όρου διαθεματικότητα καθώς και στα διάφορα πλαίσια εφαρμοσιμότητάς (applicability) της.
Η προέλευση του όρου διαθεματικότητα
-Όπως θα δείξω στη συνέχεια, υπάρχουν διαφωνίες μεταξύ των ερευνητών/τριών κατά την πρώτη και δεύτερη δεκαετία του 21ου αιώνα σχετικά με την εφαρμοσιμότητα της διαθεματικότητας σε ευρύτερο ή στενότερο πλαίσιο. Ας παραθέσω όμως αρχικά την προέλευση του όρου διαθεματικότητα.
-Η έννοια της διαθεματικότητας σχετίζεται αρχικά με την ανάπτυξη του μαύρου φεμινισμού. Τη δεκαετία του 1880 μαύρες φεμινίστριες όπως η Sojourner Truth, η Harriet Tubman, η Anna Julia Cooper και η Ida B. Wells-Barnett έδειξαν πώς διαθεματικά συστήματα καταπίεσης επηρέαζαν την καθημερινή ζωή και την ταυτότητα των μαύρων γυναικών.
-Τις δεκαετίες του 1960 και 1970, διάφορα κινήματα για τα πολιτικά δικαιώματα και τα δικαιώματα των γυναικών έκαναν ορατά διάφορα ζητήματα διαθεματικότητας. Μαύρες φεμινίστριες από την οργάνωση, Combahee River Collective, όπως η Angela Devis και η bell hooks έγραψαν για τη χειραφέτηση των γυναικών και την αδυνατότητα διαχωρισμού του φύλου από την φυλή και την τάξη. Επίσης, Λατινοαμερικάνες φεμινίστριες όπως οι Gloria Anzaldua και Cherrie Moraga μίλησαν για το πώς η φυλή, το φύλο και η σεξουαλικότητα αλληλοδιαπλέκονται (Azmitia, Peraza & Casanova, 2023).
-Η καθηγήτρια νομικής, Kimberlé Williams Crenshaw (1989), ήταν η πρώτη που δημόσια αναφέρθηκε στον όρο διαθεματικότητα στο άρθρο της με τίτλο Demarginalizing the intersection of race and sex: A black feminist critique of antidiscrimination doctrine, feminist theory, and antiracist politics. Σε αυτό το άρθρο, η Crenshaw υποστήριζε ότι η φυλή και το φύλο πρέπει να αντιμετωπίζονται με όρους αλληλεπίδρασης, συμπλοκής και σύνδεσης του ενός με το άλλο καθώς αυτός ήταν ο τρόπος με τον οποίο επηρέαζαν την καθημερινότητα των μαύρων γυναικών. Το άρθρο της Crenshaw έχει νομικές βάσεις καθώς επικεντρώνεται στους νόμους εναντίον των διακρίσεων ενώ η ίδια η Crenshaw αναδύθηκε μέσα από το κίνημα της κριτικής φυλετικής θεωρίας (critical race theory). Όπως σημειώνει η Hancock (2007a) η άποψη που διατυπώνει η Crenshaw (1989) για τη διαθεματικότητα αναφέρεται σε αυτή ως ερμηνεία προς έλεγχο.
-Στο δεύτερο άρθρο της σχετικά με τη διαθεματικότητα, η Crenshaw (1991) παρουσιάζει τη διαθεματική ανάλυση, ως προσέγγιση και ως έναν τρόπο πλαισίωσης των ποικίλων αλληλεπιδράσεων παρά ένας απλός ισχυρισμός ενός σχετικού με την ταυτότητα περιεχομένου. Η μαύρη φεμινίστρια και καθηγήτρια κοινωνιολογίας, Patricia Hill Collins (1990) στο βιβλίο της, Black Feminist Thought: Knowledge, Consciousness and Power, επίσης διατύπωσε παρόμοιες θέσεις αναφερόμενη στον όρο διαθεματικότητα ως τρόπο ανάλυσης. Η Hancock (2007a) υποστηρίζει ότι η Crenshaw (1991) στη δεύτερη παρέμβασή της, όπως και η Collins αναφέρoνται στη διαθεματικότητα ως προσέγγιση και ως πλαίσιο μέσα από το οποίο αναλύονται οι αλληλεπιδράσεις μεταξύ των κατηγοριών διαφοράς.
Η Διαθεματικότητα ως μεθοδολογικό εργαλείο ανάλυσης
-Στη δική μου προσέγγιση, η διαθεματικότητα χωρίς να αρνούμαι την αρχική προέλευση του όρου από τον μαύρο φεμινισμό και την κριτική φυλετική θεωρία ταυτίζεται με μια πιο σύγχρονη εξέλιξη του όρου που υιοθετείται από ερευνητές και ερευνήτριες στην πρώτη και δεύτερη δεκαετία του 21ου αιώνα (Al-Faham, Davis & Ernst, 2019).
-Η διαθεματικότητα μπορεί να γίνει αντιληπτή είτε ως εφαρμογή και διαδικασία ελέγχου μιας θεωρίας είτε ως μεθοδολογικό, αναλυτικό εργαλείο στα πλαίσια ενός ερευνητικού σχεδιασμού (Hancock, 2013). Σύμφωνα με τη δική μου προσέγγιση, η διαθεματικότητα υιοθετείται ως μεθοδολογικό εργαλείο και όχι ως εφαρμογή μιας συγκεκριμένης θεωρίας που υιοθετείται εκ των προτέρων. Όπως η έννοια της κοινωνικής δικαιοσύνης, η διαθεματικότητα είναι ανοιχτή σε ποικίλες θεωρητικές ερμηνείες και προσεγγίσεις χωρίς να επιδιώκει να αποδείξει μια θεωρία που έχει υιοθετηθεί.
-Η διαθεματικότητα ως μεθοδολογικό εργαλείο ανάλυσης των σχέσεων εξουσίας μπορεί να συνδεθεί με διάφορες θεωρίες και οπτικές όπως η κριτική θεωρία, η αποδόμηση, οι κριτικές νομικές σπουδές, η κριτική φυλετική θεωρία, η φεμινιστική νομική θεωρία και ο κριτικός φυλετικός φεμινισμός (Hancock, 2007b). Η κάθε θεωρία αποτυπώνει το ιστορικό και κοινωνικό συγκείμενο εφαρμογής της.
-Ως εκ τούτου, η προσέγγισή μου για τη διαθεματικότητα δεν αναφέρεται σε ένα ειδικό περιεχόμενο, αλλά περισσότερο σε μια ερευνητική διαδικασία (Hancock, 2007b).
-Πρέπει να διευκρινίσω ότι η οπτική μου για τη διαθεματικότητα δεν ταυτίζεται με με έναν διαθεματικό φεμινισμό όπου το φύλο τίθεται στο επίκεντρο συνδυαστικά με την κοινωνική τάξη, τη φυλή, τη θρησκεία κ.α. Χωρίς να απορρίπτω μια τέτοια οπτική, προσεγγίζω τη διαθεματικότητα με πιο γενικό τρόπο, χωρίς να ορίζω εκ των προτέρων το επίκεντρο του υπό μελέτη πεδίου και αναγνωρίζοντας τις διαφοροποιήσεις που μπορεί να ενυπάρχουν μέσα σε κάθε ομάδα. Η δική μου οπτική είναι εγγύτερα στην ντεριντιανή αποδόμηση και σχετίζεται με την έννοια της δικαιοσύνης.
-Μια βασική μεθοδολογική παραδοχή που πηγάζει από την έννοια της διαθεματικότητας είναι ότι οι κατηγορίες διαφοράς αλληλοσυνδέονται και αλληλεπιδρούν. Ωστόσο, πρέπει να διευκρινιστεί ότι ενώ η ποίηση για την κοινωνική δικαιοσύνη οργανώνεται με βάση τη διασύνδεση των πολλαπλών αγώνων, το ποιητικό υλικό που εξετάζεται είναι στη συντριπτική πλειοψηφία μονοθεματικό. Επίσης, ορισμένες αναφορές σε περισσότερες της μιας κατηγορίας διαφοράς χαρακτηρίζονται από πολλαπλότητα και όχι από διαθεματικότητα.
-Η διαθεματικότητα παραδοσιακά προσεγγίζει την κάθε κατηγορία διαφοράς ως ομοιογενή ομάδα. Στη δική μου προσέγγιση αυτό είναι ένα ζήτημα που πρέπει να διερευνηθεί, καθώς αναγνωρίζεται ότι μπορεί να υπάρχουν πιθανές διαφορές σε κάθε ομάδα.
-Η προσέγγιση της διαθεματικότητας μέσα από την οπτική μου ακολουθεί μια bottom up διαδικασία, καθώς εκκινεί από την ανάλυση της φωνής των καταπιεσμένων και των υφιστάμενων σχέσεων εξουσίας χωρίς να εφαρμόζει ένα έτοιμο κριτικό σχήμα πάνω στα υποκείμενα της έρευνας.
-Αναγνωρίζω ότι η αξιοποίηση της διαθεματικότητας ως ερευνητικού εργαλείου δεν εμπεριέχει πάντοτε την κριτική πράξη. Η χρήση της δεν εγγυάται ότι μπορεί να διαταράξει ή να μετασχηματίσει τα υπάρχοντα σχήματα ανισότητας παρά το ότι η έρευνα επερωτά τις ιεραρχίες και τις υπάρχουσες ανισότητες (Al-Faham, Davis & Ernst, 2019). Ο κίνδυνος αυτός είναι πάντα υπαρκτός και δεν αρνούμαι ότι η εργασία μου έρχεται αντιμέτωπη με αυτόν τον κίνδυνο, όπως κάθε κριτικό θεωρητικό εγχείρημα.
Ποίηση για την κοινωνική δικαιοσύνη και διαθεματικότητα: Εισαγωγικές παρατηρήσεις.
Πέρα από τις γενικές αναφορές στην έννοια της διαθεματικότητας, αξίζει να σκιαγραφήσει κανείς το σύγχρονο ποιητικό τοπίο σε σχέση με αυτή την έννοια, αναγνωρίζοντας βέβαια, τον εισαγωγικό χαρακτήρα και άρα ατελή χαρακτήρα των παρατηρήσεών του.
Η διάκριση της ποίησης για την κοινωνική δικαιοσύνη με βάση τη μοναδιαία, την πολλαπλή και τη διαθεματική προσέγγιση των διάφορων κατηγοριών καταπίεσης (φύλο, φυλή, τάξη), όπως έχει σκιαγραφηθεί από την Hancock (2007), μπορεί να διευκολύνει τον διάλογο για τη σύγχρονη ποίηση και να διασαφηνίσει έννοιες όπως η διαθεματικότητα. Σύμφωνα με την Hancock (2007) η μοναδιαία προσέγγιση αναφέρεται σε μία κατηγορία καταπίεσης, ενώ η πολλαπλή και η διαθεματική σε πολλές. Επίσης, στη μοναδιαία προσέγγιση η κατηγορία που εξετάζεται είναι πρωταρχική, ενώ στην πολλαπλή προσέγγιση οι κατηγορίες αναγνωρίζονται ως ισότιμες και η σχέση μεταξύ τους είναι προκαθορισμένη. Στη διαθεματική προσέγγιση οι κατηγορίες έχουν την ίδια σημασία αλλά η σχέση μεταξύ των κατηγοριών είναι ένα ανοιχτό εμπειρικό ερώτημα. Τέλος, στη διαθεματική προσέγγιση τα μέλη μιας ομάδας θεωρούνται ότι μπορεί να διαφέρουν σημαντικά στις πολιτικές τους επιλογές ενώ στις άλλες προσεγγίσεις η ομάδα προσεγγίζεται ως ομοιογενής.
Η ποίηση για την κοινωνική δικαιοσύνη που εστιάζει σε ζητήματα σεξουαλικότητας, ταυτότητας φύλου και επιθυμίας αναφέρεται κάποιες φορές σε ζητήματα που ξεπερνούν τα έμφυλα ζητήματα, αν και τις περισσότερες φορές εστιάζει αποκλειστικά σε ζητήματα σεξουαλικότητας και ταυτότητας φύλου. Συγκεκριμένα, η έμφυλη ποίηση αναφέρεται ορισμένες φορές σε ζητήματα που αμφισβητούν τον ρόλο του έθνους μέσα από την καταγγελία της εθνοπατριαρχίας. Επίσης, η ποίηση που εστιάζει στο φύλο αναφέρεται αρκετά συχνά σε οικολογικά ζητήματα, αναδεικνύοντας ένα ισχυρό οικοφεμινιστικό ρεύμα. Η γυναικεία ποίηση σπάνια αναφέρεται σε ζητήματα εργασιακής επισφάλειας και εργασιακής εκμετάλλευσης. Από την άλλη, ενδιαφέρουσες είναι οι αναφορές της ανδρικής ομοφυλοφιλικής ποίησης σε σχέση με το ταξικό ζήτημα, αν και είναι εξαιρετικά ολιγάριθμες. Οι περισσότερες αναφορές της ποίησης για την κοινωνική δικαιοσύνη που παραπέμπουν σε έμφυλα ζητήματα δεν μπορούν να χαρακτηριστούν διαθεματικές με τη στενή έννοια του όρου. Η κριτική προσεγγίζει την αλληλεπίδραση των διάφορων κατηγοριών καταπίεσης μέσα από προκαθορισμένες σχέσεις και μέσα από τη θεώρηση ότι κάθε ομάδα που υφίσταται καταπίεση είναι ομοιογενής.
Η ποίηση για την κοινωνική δικαιοσύνη που εστιάζει σε ζητήματα εργασιακής επισφάλειας συνοδεύεται κάποιες φορές από αναφορές στο προσφυγικό/μεταναστευτικό και στην έμφυλη βία, αν και τις περισσότερες φορές κυριαρχεί η ταξική οπτική. Οι αναφορές στην έμφυλη βία προέρχονται σχεδόν αποκλειστικά από cis straight άνδρες, οι οποίοι θέλουν να δηλώσουν τη αλληλεγγύη τους απέναντι στις καταπιεζόμενες γυναίκες και τον αποτροπιασμό τους απέναντι στις γυναικοκτονίες και τις δολοφονίες queer ατόμων. Επίσης, οι αναφορές στο προσφυγικό/μεταναστευτικό προέρχονται κυρίως από γηγενείς ποιητές, οι οποίοι θέλουν να δηλώσουν αλληλέγγυοι στην τραγωδία των προσφύγων σε Αιγαίο και Έβρο. Οι λευκοί cis straight και γηγενείς άνδρες παρουσιάζουν, εκτός από την ταξική καταπίεση, ζητήματα που άπτονται του φύλου και της εθνικότητας/συνόρων αμφισβητώντας την κυρίαρχη αντίληψη. Με αυτόν τον τρόπο υπόρρητα αποδέχονται το προνόμιο που έχουν να διαπραγματεύονται με ασφάλεια και χωρίς ιδιαίτερο ρίσκο, αντίστοιχα ζητήματα χάρη στην κοινωνική θέση τους. Από την άλλη, η οπτική τους δείχνει ότι επιθυμούν να διευρύνουν την έννοια της εργατικής τάξης και να αναγνωρίσουν πολλαπλά επίπεδα ανισότητας. Επίσης, συχνά είναι πιο εύκολο να μιλά κάποιος άλλος για τραυματικά γεγονότα που δεν έχει βιώσει ο ίδιος, απαλλάσσοντας από το ψυχικό βάρος τα ίδια τα θύματα και βοηθώντας να αναδειχθούν παρόμοια ζητήματα στον δημόσιο διάλογο, όπως υποστηρίζει ο Εντουάρ Λουί (2024). Η διαπραγμάτευση αυτών των ζητημάτων παράλληλα με την ταξική καταπίεση δεν μπορεί να χαρακτηριστεί διαθεματική, χωρίς όμως το γεγονός αυτό να μειώνει την αξία της.
Η ποίηση για την κοινωνική δικαιοσύνη όπως τη σκιαγράφησα παραπάνω σε όλες τις εκφράσεις της κυριαρχείται από τη μοναδιαία προσέγγιση (unitary). Η εστίαση σε ένα χαρακτηριστικό δεν σημαίνει ότι η ποίηση αυτή αξιολογείται αρνητικά, αλλά αναδεικνύει το γεγονός η νέα ποίηση δεν έχει αξιοποιήσει άλλες, νεότερες προσεγγίσεις ώστε να διερευνήσει τα ποικίλα πεδία καταπίεσης.
Η κυριαρχία της μοναδιαίας προσέγγισης στην ποίηση για την κοινωνική δικαιοσύνη μπορεί να οφείλεται σε διάφορους λόγους. Ένας λόγος που η έννοια της διαθεματικότητας δεν εντοπίζεται συχνά στη νέα ποίηση είναι ίσως η δυσκολία αναπαράστασης ποικίλων μορφών καταπίεσης σε ένα συνήθως σύντομης φόρμας ποίημα. Η πεζογραφία, πιθανόν, να προσφέρει ως μεγαλύτερη φόρμα περισσότερες δυνατότητες να παρουσιαστεί εναργέστερα μια σύνθετη κατάσταση. Αντιθέτως, η ποίηση με την ελλειπτικό λόγο της δεν επιτρέπει εύκολα την ανάλυση περίπλοκων σχέσεων εξουσίας, όπου εμπλέκονται πολλαπλά επίπεδα καταπίεσης, χωρίς βέβαια αυτό να αποκλείεται.
Ένας άλλος σημαντικός λόγος για την κυριαρχία της μοναδιαίας προσέγγισης είναι ότι δεν έχει γίνει μεταξύ κριτικών, ποιητών και αναγνωστών μια ουσιαστική συζήτηση σχετικά με την έννοια της διαθεματικότητας και των διαφωνιών που πιθανόν εγείρει. Το παρόν κείμενο στοχεύει στο να ανοίξει το ζήτημα της διαθεματικότητας και όχι να προσφέρει τελικές απαντήσεις. Οι αναφορές στην έννοια της διαθεματικότητας σε κριτικά κείμενα είναι εξαιρετικά περιορισμένες ενώ ο σχετικός διάλογος είναι ανύπαρκτος. Το κείμενό μου, εκτός από προσωπική τοποθέτηση, είναι κάλεσμα σε έναν διάλογο που θα αναδεικνύει τους διάφορους τρόπους προσέγγισης της διαθεματικότητας και θα εστιάζει στο πώς αλληλοεπιδρούν οι διάφορες μορφές καταπίεσης.
Ο κριτικός και συγγραφέας Αργύρης Δούρβας (Κοζάνη, 1981) είναι απόφοιτος του Παιδαγωγικού Τμήματος Δημοτικής Εκπαίδευσης (ΑΠΘ) και των Σπουδών στον Ευρωπαϊκό πολιτισμό (ΕΑΠ). Κατέχει Master of Education στις Επιστήμες της αγωγής (ΕΑΠ) και στην Διοίκηση και ηγεσία σχολικών μονάδων (Πανεπιστήμιο της Λευκωσίας). Πρόσφατα κυκλοφόρησε το πρώτο του βιβλίο ποίησης, Νεκροταφείο ζώων/Άλλα ερωτικά (Νεφέλη). Διατηρεί το ιστολόγιο Ποίηση αλλιώς.
Βιβλιογραφία
Al-Faham, H., Davis, A. M. &Ernst, R. (2019).Intersectionality: From theory to practice. Annual Review of Law and Social Science, 15, 247-265.
Azmitia, M., Peraza, P. D. G. & Casanova, S. (2023). Social identities and intersectionality: A conversation about the what and how of development. The Annual Review of Developmental Psychology, 5, 169-191.
Crenshaw, Κ. W. (1989). Demarginalizing the intersection of race and sex: A black feminist critique of antidiscrimination doctrine, feminist theory, and antiracist politics, University of Chicago Legal Forum, 14, 538–554.
Crenshaw, Κ. W. (1991). Mapping the margins: Intersectionality, identity politics, and violence against women of color, Stanford Law Review, 43(6), 1241– 1299.
Hancock, A.M. (2007a). When multiplication doesn’t equal quick addition: Examining intersectionality as a research paradigm. Perspectives on Politics, 5(1), 63-79.
Hancock, A.M. (2007b). Intersectionality as a normative and empirical paradigm. Politics and Gender, 3(2), 248-254.
Hancock, A.M. (2013). Empirical intersectionality: A tale of two approaches. UC Irvine Law Review, 3(2), 259-296.
Λουί, Ε. (2024). Εντουάρ Λουί: Η ταυτότητά σου δεν είναι ιδιοκτησία σου. Ανάκτηση από https://jacobin.gr/entoyar-loyi-taytotita-soy-idiotiki-idioktisia/