Leaving Las Vegas: Ένα ταξίδι στην κόλαση μ’ άρωμα ουίσκι και μοναξιάς
Γράφει ο Αναστάσιος Μάριος Μιχαηλίδης
Επιμέλεια: Γιώργος Κωνσταντίνος Μιχαηλίδης
Λας Βέγκας: η πόλη της αέναης διασκέδασης, των πολύχρωμων φώτων, του άφθονου αλκοόλ, και της απελπισίας που κρύβεται πίσω από τα χρυσά καρέ. Εκεί εκτυλίσσεται το σκοτεινό αριστούργημα του Τζον Ο’ Μπράιεν, Leaving Las Vegas (Aφήνοντας το Λας Βέγκας) το οποίο μεταφέρθηκε με τραγική επιτυχία στον κινηματογράφο από τον Μάικ Φίγκις το 1995.[1] Ο Νίκολας Κέιτζ, με μάτια γεμάτα θλίψη και φωνή ραγισμένη σαν παλιός δίσκος βινυλίου, έγινε ο Μπεν: ένας άνθρωπος που δεν ήθελε πια να σωθεί.
«Μη με σταματήσεις ποτέ να πίνω», παρακαλάει ο Μπεν στη Σέρα [Ελίζαμπεθ Σου], μ’ έναν τρόπο που δεν είναι αίτημα, αλλά μια τελευταία προειδοποίηση. Η πόλη αυτή, ο κόσμος ολόκληρος, είναι ένα μέρος από το οποίο ο Μπεν έχει ήδη φύγει. Ίσως και να μην έφυγε ποτέ. Το μόνο που του απομένει τώρα είναι το ποτό και η πικρή γεύση της ήττας.Το να πίνεις εδώ δεν είναι ένας τρόπος να πεθάνεις, αλλά το να πεθάνεις είναι ένας τρόπος να πίνεις.
Στο Κατώφλι της Λήθης
Ο Μπεν, κάποτε επιτυχημένος σεναριογράφος, είχε χάσει τα πάντα: την οικογένειά του, τη δουλειά του, τον ίδιο του τον εαυτό. Δε θυμόταν πια πότε άρχισε να πίνει, δε θυμόταν τον λόγο. Το μόνο που είχε απομείνει ήταν η σίγουρη υπόσχεση ενός αλκοολικού θανάτου, με το Λας Βέγκας να είναι η τελική του στάση. Εκεί, στα θολά φώτα της πόλης που ποτέ δεν κοιμάται, συναντά τη Σέρα: μια πόρνη τόσο γοητευτική όσο και συντετριμμένη, μόνη σαν ένα μοναχικό σαξόφωνο που αντηχεί σ’ ένα κενό μπαρ, περιμένοντας τον επόμενο πελάτη.
Μοιραία Συνάντηση
Η Σέρα βλέπει τον Μπεν και τον συμπονά με τον τρόπο που κάποιος συμπονά ένα πτώμα που ακόμα αναπνέει. Ο Μπεν δε ζητάει σωτηρία, δε ζητάει αγάπη, μόνο μια νύχτα μ’ ανθρώπινη επαφή. Εκείνη δέχεται, γιατί ξέρει πως κάτω από την αχλή των λουσάτων ξενοδοχείων, όλοι αναζητούν το ίδιο: έναν τρόπο να ξεχαστούν.
Η σχέση τους είναι κάτι παραπάνω από εφήμερη. Δεν υπάρχουν όρια, δεν υπάρχει σωτηρία, μόνο αποδοχή. Η Σέρα και ο Μπεν, δύο άνθρωποι που περιπλανώνται σ’ έναν κόσμο χωρίς αλήθεια, βρίσκουν την ησυχία στο πρόσωπο του άλλου.
Ένας Έρωτας χωρίς Μελωδία
Η αγάπη τους είναι σαν εκείνη την παλιά, ξεθωριασμένη τζαζ που παίζει στα μπαρ του Βέγκας: βαριά και σκοτεινή, γεμάτη με ουίσκι και θλίψη. Μια αγάπη όπου ο μοναδικός όρος είναι η απόλυτη ελευθερία, ακόμα κι αν αυτό σημαίνει την καταστροφή. «Είμαι χαμένος», λέει ο Μπεν, κι αυτή η φράση πλανάται σαν καπνός στον αέρα. Το μόνο που μπορείς να κάνεις είναι να τον ακολουθήσεις μέχρι το τέλος.
Ο Χορός της Τραγωδίας
Η αφήγηση στο Leaving Las Vegas δεν είναι μια προσπάθεια να καλυφθεί η πραγματικότητα‧ είναι μια ωμή, ακατέργαστη ματιά στον πόνο, στην απόγνωση, και στην αποδοχή της μοίρας. Οι βίαιες σκηνές και η σκληρή αλήθεια της μοναξιάς και του αλκοολισμού δεν προσφέρονται για ωραιοποίηση. Ο Μπεν και η Σέρα είναι οι «έκπτωτοι άγγελοι» που δε ζητούν λύτρωση, αλλά μόνο μια τελευταία γουλιά, ένα τελευταίο τραγούδι, πριν ο κόσμος σβήσει γύρω τους.
Το τέλος τους είναι γνωστό από την αρχή. Δεν υπάρχει παραμύθι εδώ, ούτε λύτρωση. Μόνο μια τελευταία πράξη σε μια ιστορία τόσο σκληρή όσο και αληθινή. Ο μόνος τρόπος να αφήσεις το Las Vegas:να αφήσεις εκεί την τελευταία σου πνοή.
Ο Αναστάσιος-Μάριος Μιχαηλίδης γεννήθηκε στις 5 Οκτωβρίου του 2000 στη Θεσσαλονίκη. Είναι φοιτητής στο τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων και ασχολείται με τη δημιουργική γραφή τα τελευταία δύο χρόνια. Αρκετά από τα ποιήματά του έχουν δημοσιευτεί σε έγκριτα λογοτεχνικά περιοδικά της χώρας, όπως η «Παρέμβαση», η «Οδός Πανός» κ.ά.
[1] Ο συγγραφέας του βιβλίου αυτοκτόνησε δύο εβδομάδες μετά την ανακοίνωση της μεταφοράς του βιβλίου του στο σινεμά. Το βιβλίο ήταν ένα μακρύ σημείωμα αυτοκτονίας. Σ.τ.Ε.