Επέτειος

Ο Παναγιώτης θαυμάζει τον εαυτό του στον καθρέφτη κι ετοιμάζεται, ακούγοντας μουσική απ΄ το κινητό. Αγγίζει δυο τρεις ρυτίδες στο μέτωπο, τις ισιώνει με τα δάχτυλα, ελέγχει αν τον βλέπει η Κατερίνα και βάζει λίγη από την κρέμα προσώπου της. Ανεβάζει την ένταση και χορεύει με τον Ντάλας, τον σκύλο τους -Ντάλας από το Μπουνταλάς-, που σήκωσε τα δυο πόδια πάνω του με χαρά. Κλείνει τα μάτια και ξαφνικά μπροστά του βρίσκεται μια τεράστια έκταση άμμου, μια καμήλα με πολύχρωμο κολιέ στο λαιμό, ένας βεδουίνος με στριφογυρισμένο μαντήλι στο κεφάλι. Ο Παναγιώτης κάνει ένα βήμα ν΄ ανέβει στην καμήλα αλλά απότομα ανοίγει τα μάτια, όταν ακούει το κινητό του να χτυπά. Ο Ντάλας κατεβάζει τα δυο πόδια κι ο Παναγιώτης σοβαρεύει και κλείνει το κινητό. Δεν θέλει να απαντήσει. Έχει κουραστεί με την κρίση, τον ιό, τον πόλεμο, γενικά νιώθει ότι πνίγεται.

Η Κατερίνα, στην κρεβατοκάμαρα πετάει το ένα μετά το άλλο τα στενόχωρα φορέματα, με γκριμάτσες αποστροφής. Το δωμάτιο στενεύει γύρω της και καταφεύγει σε λύση επιβίωσης: ένα ουισκάκι. Τελευταίως ο μόνος που της λέει μια καλή κουβέντα -με τα μάτια- είναι ο Ντάλας, που την κοιτά με πίστη κι αφοσίωση. Βάζει κι ένα παγάκι.

Με το μαύρο φόρεμα η Κατερίνα μπαίνει στο μπάνιο -πάντα ένα μαύρο φόρεμα  στην γκαρνταρόμπα της γυναίκας είναι σικ και πασών των τελετών χρήσιμο. Ψάχνει την κρέμα της και σκουντά τον Παναγιώτη. Αυτός καλοδέχεται τον «συνωστισμό», την πιάνει από τη μέση, αφήνει έναν βαθύ αναστεναγμό, την πλησιάζει με κινήσεις αργές και σκύβει να την φιλήσει στο λαιμό. Αυτή τον σκουντάει θυμωμένα. Πεσόντας του μετώπου του έρωτα, αλλά διόλου πτοημένος, κάνει χιούμορ για την στενότητα του χώρου.

-Πριν από είκοσι χρόνια αυτός ο συνωστισμός θα οδηγούσε….

Η Κατερίνα τον κοιτάζει στα μάτια, εκτοξεύοντας μικρά βέλη και κοφτά του απαντά.

Καλά το είπες, πριν από είκοσι χρόνια. Τελείωνε τώρα! Μας περιμένουν τα παιδιά…

Ο Παναγιώτης αναζητά τον Ντάλας, σκύβει και τον χαϊδεύει. Αυτός μπλέκεται στα πόδια του, γλύφει τα χέρια του και ξαπλώνει φαρδύς πλατύς στο πατάκι του μπάνιου. Ο Παναγιώτης ξυρίζεται σιωπηλά.

Στο δρόμο οδηγεί η Κατερίνα, ενώ ο Παναγιώτης στέλνει μηνύματα.

Τους έστειλα ότι ερχόμαστε. Κανόνισε να δείξεις ότι δεν ξέρεις τίποτε…Τους υποσχέθηκα….

Καλά…ούτε μια έκπληξη τόσα χρόνια δεν μπορείς να κάνεις…

Ο Παναγιώτης ανοίγει το ραδιόφωνο. Η Κατερίνα το κλείνει. Ανοίγει το παράθυρο, η Κατερίνα το κλείνει. Της χαϊδεύει τα μαλλιά, του τραβά το χέρι. Ξαφνικά το πρόσωπό του φωτίζεται.

Κατερίνα, σου έχω μια έκπληξη! Θα πάμε εκδρομή! Το ΄ψαξα … έχει μια προσφορά….Έκλεισα …1-5 Απριλίου… κατεβάζω ρολά στη δουλειά και…

-Ρε συ Παναγιώτη, δεν μπορώ να λείψω αυτό το διάστημα από τα μαθήματα. Δ-ε-ν  γ-ί-ν-ε-τ-αι!

Καλά, εσύ δεν είπες να ξεφύγουμε λίγο, να….

-Είπα, ξείπα! Πήγαινε μόνος!

Ο Παναγιώτης ανοίγει το παράθυρο στο αυτοκίνητο και κρατά το κουμπί με το χέρι του να μην του το κλείσει. Η Κατερίνα κάνει πως δεν το βλέπει.

Έχει αρχίσει ένα ψιλόβροχο, όπως τότε που παντρεύτηκαν, σαν σήμερα, πριν από τριάντα χρόνια. Τότε το είχε προσέξει εκ των υστέρων, τώρα το ψιλόβροχο το νιώθει καταρρακτώδη βροχή. Σε λίγο θα στρίψουν για το σπίτι των παιδιών. Το φανάρι, όμως, είναι κόκκινο και η ουρά μεγάλη. Το βλέμμα του σταματά στην αφίσα ενός ταξιδιωτικού γραφείου, σε μια πόλη σκαλισμένη στους βράχους στην έρημο του Wadi Rum. Μπροστά του βλέπει μια απέραντη χρυσή αμμουδιά. Ακούει τον ήχο των βεδουίνων που κάθονται οκλαδόν και ξεθάβουν το φαγητό από την άμμο· Ο ήλιος τον καίει. Γίνεται Λώρενς της Αραβίας που αναλαμβάνει την αποστολή να ενώσει τα έθνη των Αράβων. Φορά ολόλευκα ρούχα, περπατά μέσα στην έρημο, αγγίζει τους βράχους, αγγίζει το γόνατο μιας γυναίκας…

Η Κατερίνα του κλείνει το παράθυρο. Ο Παναγιώτης κοιτάζει μια την Κατερίνα, μια το φανάρι, μια τον εξωτικό παράδεισο στην αφίσα, μια το κινητό. Πίσω, μπρος, πίσω. Στέλνει ένα μήνυμα.

Η Κατερίνα του στρώνει το γιακά από το πουκάμισο, ο Παναγιώτης χτυπάει το κουδούνι, η πόρτα ανοίγει, ο γιος και η νύφη με μια τούρτα στο χέρι που κοντεύει να πάρει φωτιά τραγουδούν

Χρόνια πολλά! Έκπληξη!

Ο Παναγιώτης κοιτάζει το κινητό του «Μωρό, υπέροχα! Πότε φεύγουμε;».