Το κερί

Συχνά χρησιμεύει ως βιβλιοστάτης
καθώς πάνω του λαμβάνει χώρα
το Φιλί του Κλιμτ
κι αν ανάψει
θα γίνουν οι εραστές παρανάλωμα.
Τον κοιτάζω που ακουμπάει το μάγουλο της,
αναρωτιέμαι αν ξέρει ότι τον παρατηρώ
μαζί της ν’ αγκαλιάζει και τις τσακισμένες σελίδες.
Και πιάνω τον αναπτήρα
κι η σκέψη τους με τρυπάει
-όχι σήμερα
ένα φιλί ακόμα –
τότε σφίγγει το πρόσωπο της με τα δάχτυλα του
-Μα είναι το σώμα μου κερί
και το φιλί μου σπίθα!-
Τρίβω με τον αντίχειρα την πέτρα.
Εγώ το θα το ανάψω
κι αυτοί ας καούν.

[09]

Πέντε ακριβώς.
Κατέβα να παίξουμε.
Μηχανικοί όντας να βάλουμε τις αλυσίδες στη θέση τους.
Έχει ταχύτητες το δικό σου;

Ζουπάω τις λαβές
δράση να στάξουν.

Όταν οι παλάμες μου καίνε,
τις τρίβω δυνατότερα να διώξω τα χαλίκια.

Σημασία έχει που
θα τρέξουμε

πριν απ’ τους άλλους
να φάμε τους ανθούς απ’ το αγιόκλημα

[10]

Σε ονειρεύτηκα
με άλυκα πινέλα
πιτσίλισα
τα στάχυα που ‘χεις για μαλλιά

Εσύ υπάρχεις μόνο σε πίνακα
ιμπρεσιονιστικό
για σένα
στο μπλε κομπάλτ του ουρανού
ο ήλιος πετάει κεραμίδια
για σένα
εδώ
το σπίτι σου χτίζω.

Στο τραπέζι της κουζίνας τοποθέτησα
ένα μπολ με φρούτα. Να σου καθαρίσω ένα;

Ξεχύνονται στα δάχτυλα τα χρώματα
Τα σπόρια μέσα τους πάλλονται,
έγιναν μάτια,
κοκκινωπά ζουμιά παρακαλάνε
να λυτρωθούν από το βιολετί δέρμα

Τι γεύση να ‘χουν
τα σύκα
στο στόμα σου;

Πιο γλυκά ακόμη.