Ωδή στα απομονωμένα σώματα

Κορμιά απομονωμένα και στεγνά, απολυμασμένα, να μη βρει υγρασία, να μη βρει μπλεγμένες 

ανάσες ο ιός και περάσει ανάμεσα.

Κορμιά προστατευμένα, με μάσκες, που τρέμουν στην ιδέα μιας σταγόνας, λίγου σάλιου, 

ανάσας και υγρασίας.

Πρόσωπα χωρίς στόματα.

Σώματα χωρίς πόρους.

Αδιαπέραστα.

Αδιάβλητα.

Σε καραντίνα.

Τα πολύχρωμα μπουκαλάκια στο μπάνιο μου έχουν αντικατασταθεί με μπουκάλια σε χρώματα νοσοκομειακά, 

τη μυρωδιά του οινοπνεύματος, 

όλα λευκά και ουδέτερα, 

όχι μυρωδιές, όχι χρώματα, όχι υφές.

Πόσες από τις 5 αισθήσεις χαραμίσαμε;

Τι θα χει μείνει κάτω από τις στρώσεις αντισηπτικού που σκέπασε τον ιδρώτα σου;

Τι θα υπάρχει κάτω από τη μάσκα που κόλλησε στην ανάσα μου;

Τρίβοντας το δέρμα, αφαιρούνται από πάνω τα χάδια που το φίλησαν. 

Μεμβράνη προστασίας που ξεκολλάει.

Κάτω από ποσες στρώσεις δέρματος διαλύονται τα όνειρα;

Με τι τρόπο θα μας ξαναβρεί η ξεχασμένη μυρωδιά του σώματος;

Κρατάω ένα μικρό κομμάτι δέρματος για μένα, μια σπιθανή ανάσας δική μου. Όσες αισθήσεις 

έμειναν, αποδυναμωμένες, για να τις εξασκώ.

Σώμα εσύ δε γεννήθηκες απολυμασμένο, άσηπτο, στεγνό. Είσαι γεμάτο μυρωδιές, αγγίγματα, 

ανάσες. Άδηλη αναπνοή. Είσαι υγρό και όμορφο, δυνατό κι εύπλαστο. 

Βρες σώμα το δρόμο σου μετά την καραντίνα. Περπάτησε ξανά. Ανέπνευσε και με τις 5 αισθήσεις. Όλες μαζί, αλλά και μία-μία.