Ένα
κριτικό σημείωμα 

για τη συλλογή διηγημάτων
του Θοδωρή Φέστα 

Ιστορίες με φίδια
(Εκδόσεις Άγρα)

 

της
Εύης Κουτρουμπάκη*

Από
το πρώτο του βιβλίο ήδη ο Θοδωρής Φέστας
έδειξε πως είναι σπουδαίος καταγραφέας
της θαυμαστής ύβρης του λόγου, αλλά του
λόγου εκείνου, του ήσσονος τόνου, που
αποτελεί υποσημείωση στο βασικό
corpus
της ανθρώπινης ιστορίας.

Η
μνήμη του κάθε ανθρώπου είναι η ιδιωτική
του λογοτεχνία λέει ο
Aldus
Huxley. Αυτήν
τη λογοτεχνία κομίζει ο Φέστας,
ανασκαλεύοντας το προσωπικό του ερμάριο
του χρόνου και οικειοποιούμενος τις
αναμνήσεις του δημιουργεί και σ’ αυτήν
τη συλλογή διηγημάτων με τον ευφυή τίτλο
‘Ιστορίες με φίδια’, έναν διαποίκιλο
καμβά διαφορετικών καταστάσεων στήνοντας
έτσι ένα ιδιότυπο προσωπικό μνημιατρείο. 

 

Ο
ανθρώπινος λόγος ιχνογραφεί ένα
αρχιπέλαγος στα απέραντα ύδατα της
ανθρώπινης προφορικότητας. Δεκάδες
χιλιάδες χρόνια πριν την ανάπτυξη των
γραπτών μορφών, ο άνθρωπος αφηγούνταν
, μετέδιδε προφορικά. Ο γραπτός λόγος
αποτελεί μιαν ιδιαίτερη τεχνική στην
καρδιά ενός σημειολογικού συνόλου σε
μεγάλο βαθμό προφορικού. 

 

Αυτήν
την προφορικότητα κρατά ζωντανή και σε
αυτά τα διηγήματα ο Φέστας λειτουργώντας
σαν σωματικός διάμεσος του προφορικού
λόγου, καθώς οι ιστορίες του είναι
ιστορίες που θα μπορούσες να έχεις
διηγηθεί σε μια συνάντηση με έναν φίλο
ή ένα συντοπίτη σου. Φαινομενικά ιστορίες
των ανθρώπων της διπλανής πόρτας.

Ήρωες
που μέσα από τις καθημερινές και απλές
ιστορίες τους συνθέτουν αυτό που
αποκαλούμε μακροιστορία. 

 

Ανθρώπων
που δια γυμνού οφθαλμού παραμένουν
στατικοί και φαίνεται να μην αναπτύσσονται
και να ολοκληρώνονται με βάση τις
προϋποθέσεις που θέτει το
Bildungsroman

 

Βαθύς
και ευαίσθητος γνώστης της σύγχρονης
πολιτικής ιστορίας και όχι μόνον,
συνομιλεί με
το παρελθόν το δικό του και του κόσμου,
βυθίζοντας το βλέμμα του στην πραγματικότητα
του σήμερα. Έτσι εντάσσει το τώρα που
πάσχει από το επείγον της ανάγκης-προσφυγικό,
άστεγοι , κλοσάρ, πένητες, νέοι χωρίς
μέλλον κ.α- σε ένα συνεχές του χρόνου
και του χώρου που το μνημειώνει. Και
αυτό το κάνει μέσα από εικόνες που
ενσαρκώνουν έναν υπέρ αδυνάτων λόγο.

Αδυνάτων
που ποτίζουν με τη δύναμή τους εσαεί
αυτό που ονομάζουμε, αρκετές φορές
βασανισμένο σώμα.

Η
Λογοτεχνία άλλωστε αυτόν το σκοπό
επιτελεί. Είναι δηλαδή μια μέθοδος
εκμάθησης του ανθρώπινου πάθους του
ανθρώπινου δράματος που παίζεται στη
μεγάλη λύρα του σύμπαντος.

Στα
διηγήματα του Φέστα, αυτό το ανθρώπινο
δράμα, τα πάθη των ανθρώπων δεν είναι
κάποιες φορές ορατά δια γυμνού οφθαλμού.
Παρ’ όλα τούτα η αφήγηση είναι πάντα
εντός πολιτικού και ιστορικού πλαισίου.
Το πολιτικό ιστορικό στίγμα διατρέχει
όλες τις ιστορίες του όχι αποτελώντας
τη βασική βελονιά του κεντήματος αλλά
τον καμβά του όλου δημιουργήματος.

Ο
Φέστας ακόμη και στις πιο απλές ιστορίες
του δεν παράγει ποτέ πολιτικά αποπλαισιωμένο
λόγο.

Αναμετράται
κατά μέτωπο αλλά με έναν τρόπο υποδόριο
με την πολιτική πραγματικότητα, την
καθημερινότητα και όσα απλά φαινομενικά
γράφει ανάγονται σε βαθειά πολιτικά
αίτια.

Οι
χαρακτήρες του, άνθρωποι καθημερινοί,
λειτουργούν συχνά με τρόπο παιγνιώδη.

Το
πολιτικό στη λογοτεχνία είναι συχνά ο
ενδιάμεσος χώρος, η μεταβατική κατάσταση
όπου δεν μπορείς να κινηθείς αποτελεσματικά
παρά με παιγνιώδη τρόπο. Υπό την προϋπόθεση
να έχεις αντιληφθεί ότι το παιχνίδι
είναι ό,τι το πιο σοβαρό, γιατί μετρά το
ίδιο το σώμα σου. Το σώμα που θα νιώσει
ή θα παγώσει, θα χλευάσει ή θα υποκλιθεί,
θα λιώσει στα πεδία του θανάτου ή θα
ανασάνει στο μισόφωτο του έρωτα.

Οι
ήρωες του, έξοχες υπάρξεις και αναγκαία
θύματα. Για τους μη τραγωδικούς , τους
μη ηρωικούς, τους καθημερινούς ανθρώπους
των διηγημάτων του, το πεπρωμένο είναι
συχνά αναπόφευκτο.

Επικοινωνούν
με τη θεμελιώδη γλώσσα της επικοινωνίας
των συναισθημάτων και των σημασιών,
καταπνίγουν τους ενδόμυχους πόθους και
τις σκέψεις τους και βιώνουν την
αμφιβολία μέσα στην καρδιά του δικαίου
και τη διάσταση της Δικαιοσύνης από το
Δίκαιο και τους νόμους.

 

Το
ζήτημα με τον Φέστα δεν είναι να πει ότι
θα μπορούσε να υπάρξει εναλλακτική
ιστορική εξέλιξη όπως διατείνεται για
να μην παραδεχτεί την ήττα μας ο
Καστοριάδης.

Αυτό
που θα μπορούσε να γίνει ήταν αυτό
ακριβώς το οποίο έγινε και αυτό καθίσταται
σαφές σε όλα τα διηγήματα του.

Ο
συγγραφέας γράφει από τη θέση του
πολιτικού όντος και όχι από τη θέση ενός
λογίου ελάχιστα ευαίσθητου απέναντι
στην πολιτική και στη τέχνη.

Βρίσκεται
μπροστά από τον πολυμερή προβληματισμό
στον οποίο συχνά συμμετέχουν ναρκισσιστικά
οι ντόπιοι γραφιάδες στην εκδοτική
άνοιξη την οποία ζούμε- πληθώρα βιβλίων-
, στοχαζόμενοι άλλοτε πάνω στον
αναθεωρητικό μαρξισμό (όπου οι άλλοι
είναι πάντα εκείνοι που τον κακοποιούν)
ή τους θρεμμένους με την νεοφιλελεύθερη
ψυχανάλυση ή τους κληρονόμους της πάλαι
ποτέ σχολής της Φρανφούρτης.

Ο
Φέστας είναι τέκνο των απάνθρωπων δυο
τελευταίων αιώνων και νομίζω πως
κατατρύχεται από το ίδιο ερώτημα που
κατέθλιβε τον Αντόρνο. Τι να γράψεις
πως μπορείς να κάθεσαι να γράφεις μετά
το Άουσβιτς… και όλες τις σημερινές
μετωνυμίες και εκδοχές του.

Το
είναι μας δεν είναι αλεξίσφαιρο και τα
χρόνια μας ξέρουν πολύ καλά να σπάνε τα
κόκκαλα και ύστερα να σπάνε τη γλώσσα.

Μ’αυτήν
τη σπασμένη γλώσσα και ένα αστείρευτα
σύνθετο οπλοστάσιο ο Φέστας αφού
αποφάσισε να γράψει εν τέλει, ανασηκώνει
το πέπλο του χρόνου για να αρχίσει ξανά
ο μεγάλος κύκλος στον οποίο εντάσσει
τους ήρωες του. -όπως για παράδειγμα
πράττει στο διήγημα του ‘Δυό πόρτες
έχει η ζωή’ και μέσω του ήρωα του κυρίου
Αντώνη Σουβαλτζόγλου στήνει το παλίμψηστο
της Θεσσαλονίκης- 

 

Ένας
άλλος χρόνος γεννιέται μέσα στην καρδιά
του χρόνου στα διηγήματα του Φέστα, ένας
άλλος κόσμος παλιός και συνάμα καινούργιος,
ένας άλλος κόσμος μικρός και μέγας
ξεπηδάει από τα σπάργανα των διηγημάτων
του, προβάλλοντας το μέγεθος, τη δύναμη
και την αδυναμία της ανθρώπινης
κατάστασης, ένας άλλος κόσμος προβάλλεται
που απελευθερώνεται από τη σιωπή της
ύλης.

Ο
Θοδωρής Φέστας στις μέρες μας που η
ουσία της Λογοτεχνίας γίνεται συχνά
ανούσια, και η μέριμνα της για τον άνθρωπο
μετατρέπεται συχνά σε αμηχανία, στις
μέρες μας που κινδυνεύει να χαθεί η
αρμονία της κοινότητας, που μια νέα άνευ
προηγουμένου φτήνια της ζωής κατατρύχει
συχνά με μιαν απερίγραπτη υποκρισία
και βαρβαρότητα κι αυτά ακόμη τα ενδόμυχα
μας, καταθέτει στους αναγνώστες αυτές
τις εξαιρετικές ιστορίες του χωρίς
κομπασμούς περιττούς και λογοτεχνικά
τερτίπια χωρίς ίχνος αυτής της γνωστής
και απάνθρωπης φλυαρίας και αφήνει με
τρυφερότητα περισσή τους ήρωες του σε
έναν τόπο μη τόπο, σε έναν χρόνο που
δεν μετριέται με το χρόνο, σε έναν χρόνο
που είναι άχρονος, κάπου ανάμεσα στη
ψευδαίσθηση και τη ματαίωση και σε μια
γλώσσα που είναι μιλιά, να μας συστηθούν.

  • Η
    Εύη Κουτρουμπάκη είναι φιλόλογος
    κριτικός Λογοτεχνίας.