Αφορμή για το εν λόγω κείμενο στάθηκε η «Χριστουγεννιάτικη ιστορία» του Μιχάλη
Γκανά. Αλλά πριν από αυτήν ας πούμε κάτι για τα Χριστούγεννα…
Κάθε χρόνο από μικρός θυμάμαι την εποχή που άρχιζε το κρύο,
νύχτωνε γρήγορα και έμπαινε ο χειμώνας. Αυτό ήταν σημάδι, πλησίαζαν οι γιορτές.
Εντάξει. Δε με χάλαγε, ίσως να ήθελα κιόλας να έρθουν κυρίως για να κάνουμε
παύση απ’ το σχολείο. Μεγάλωσα όμως και άλλαξα, (δυστυχώς). Τώρα πια, για μένα
τα Χριστούγεννα είναι τετριμμένα. Τα ζήσαμε, τα είδαμε, τα τραγουδήσαμε, τα
διαβάσαμε αλλά θα πρέπει για όσο ζήσω να έρχονται τα λαμπάκια, τα δεντράκια, τα
δωράκια, οι καρτούλες, τα μελομακαρονάκια, τα καλικαντζαράκια, τα αστεράκια και
τα τοιαύτα. Μπούχτισα. Στούμπωσα. Θέλω ψυχική απόφραξη γιατί έχω γίνει
δυσκοίλιος με όλα αυτά. Δε δουλεύει το σύστημα. Θέλει αλλαγή, ανανέωση, φορμάτ.
Λες και γιορτάζουμε του Χριστού τη γέννηση, που δεν το κάνουμε. Κάθε χρόνο αν
τη γιορτάζαμε, αν τη ζούσαμε, αν τη νοιώθαμε να πω ναι, χαλάλι. Αλλά που; Ποιο
πολύ η ΔΕΗ γιορτάζει με τόσο στολισμό, παρά εμείς. Και αφού έβγαλα τα σώψυχά
μου ας περάσουμε και στο βιβλίο.
Άγια έπραξε λίγο πριν τις Άγιες μέρες ο Γκανάς το Νοέμβριο
του 2014. Εξέδωσε αυτόνομο το ποίημα «Χριστουγεννιάτικη ιστορία» με ένα σχόλιο,
που πρώτη φορά το ενέταξε στα «Γυάλινα
Γιάννενα» Καστανιώτης, 1989. Έχω μια προσωπική σχέση με τη συλλογή καθώς ήταν η
πρώτη ποιητική συλλογή που αγόρασα μόνος μου. Ήταν το 2012 που κάναμε στο
σχολείο ένα ποίημά του «Στα καμένα», Α’ Γυμνασίου ήμουν. Το ποίημα είναι ανθολογημένο
στο εγχειρίδιο της Β’ αλλά η φιλόλογός μας, καθώς ήθελε να μας περάσει μηνύματα
αφύπνισης, για το περιβάλλον και τη φύση, μας το δίδαξε. Βέβαια, την ποίηση δεν
μπορείς να τη διδάξεις με τον κλασσικό τρόπο. Μην το ξεχνάμε. Ούτε γίνεται να
τη διδάξεις με στόχευση.
Κάθε φορά που έρχονται αυτές οι μέρες, το ανακαλώ στη μνήμη
μου και συγκινούμαι. Η Χριστουγεννιάτικη ιστορία δεν θέλει συστάσεις δεν τις
χρειάζεται, τα ‘χει όλα και προπάντων εξαιρετικό θέμα προσεγγίζοντάς το άρτια,
που σε μένα χτυπάει φλέβα τη σχέση πατέρα – γιου. Είναι καλογραμμένο, σα να το
κυοφορούσε χρόνια ή όπως λέει στο σχόλιό του είχε κρούσει σε φλέβα δική του,
πολλών χρόνων καταχωμένη. Επίσης στο σχόλιό του ξεχωρίζουν και δικαίως νομίζω,
οι δύο τελευταίες παράγραφοι πριν το υστερόγραφο. Ήρθε λοιπόν πλάι μου την
κατάλληλη στιγμή κάτι σαν το «Σε βρίσκει η ποίηση» του Πατρίκιου. Καθώς
υποχωρούσε η λαμπρότητα των Χριστουγέννων, με βρήκε αυτό το ποίημα. Μια μικρή
φλόγα να ζεστάνει το χειμώνα της ενηλικίωσης και όλων των δυσάρεστων σκέψεων
που τα Χριστούγεννα φέρνουν ή που ήδη υπάρχουν και γιγαντώνονται. Ήρθε να με
παρηγορήσει. Άλλωστε αυτό δεν είναι η τέχνη;