Μαρία
Σύρρου
ΕΠΙΛΗΣΜΟΝΕΣ
Ποιήματα
Της
Ευφροσύνης Μαντά – Λαζάρου*
«Επιλήσμονες»
τιτλοφορείται η πρώτη ποιητική συλλογή
της Μαρίας Σύρρου και κυκλοφορεί από
τις εκδόσεις «Μανδραγόρας» (Αθήνα,
2016). Με το πρώτο ποίημα «Δεκαεννέα έτη
φωτός σιωπή» η Μαρία Σύρρου δηλώνει μια
σοβαρή και βαθιά σχέση με την ποίηση,
που εκκινεί πολύ πριν από τη γραφή και
την έκδοση του βιβλίου. Δεκαεννέα έτη
φωτός δηλώνουν μια αποχή/αναστολή από
την ποιητική πράξη τεράστια ως προς τον
χρόνο διάρκειας αλλά και ως προς την
απόσταση που δημιουργήθηκε στη σχέση.
Έτσι ερμηνεύεται η ορμή και η θέρμη με
την οποία η ποιήτρια προλογικά παραδίνεται
στη μούσα.
Επίκληση
στη Μούσα – Έμπνευση είναι το πρώτο
ποίημα. Μια σύγχρονη εκδοχή της Μούσας
– Έμπνευσης. Η ποιήτρια την έχει κατεβάσει
από τον θεϊκό θρόνο της, έτσι όπως την
είχαμε γνωρίσει από την αρχαία επική
ποίηση, κι αντί για επίκληση/ικεσία
καταλήγει σε θαρραλέα και ριψοκίνδυνη
πρόκληση.
«Θα
είναι πρόκληση σε μονομαχία.
Αν
παρ’ ελπίδα με καταδεχτεί, η ακριβοθώρητη
–πιστόλι
ή ξίφος, ας επιλέξει εκείνη–,
έχω
την αγαθή προαίρεση να με συντρίψει.»
Η
θαρραλέα πρόκληση έχει πηγή κι αφετηρία
το πάθος που η αναστολή της ποιητικής
ενέργειας τόσων χρόνων έχει πολλαπλασιάσει.
Αποζητά τους στίχους της τώρα με δίψα.
«Τους
αφουκράζομαι μες στις σιωπές.
Τη
γεύση τους αποζητάει
ο
στερημένος ουρανίσκος μου.»
Είναι
μια εξαιρετική σύλληψη η πρόκληση αυτή
και φανερώνει συνειδητοποιημένη και
γνήσια σχέση με την ποίηση. Συχνά
μπαίνουμε στην τέχνη της ποίησης με την
πλάνη μιας εύκολης και ανταποδοτικής
σχέσης. Η Μαρία Σύρρου γνωρίζει καλά
πως όλα εξαρτώνται από την έμπνευση,
που έχει το πάνω χέρι, έτσι στη μονομαχία
τους είναι έτοιμη και να συντριβεί, να
αφανιστεί.
Χαρακτηριστικό
γνώρισμα της συλλογής είναι η μουσικότητα
και η
δραματικότητα.
Ξεχωρίζουμε προς σχολιασμό το ποίημα
«ΣΑΛΟ
ΤΟ ΒΥΘΟΣ ΜΕ ΚΥΚΛΩΝΕΙ».
Στο
ποίημα ο αναγνώστης παραδίνεται στην
ενέργεια 69 ρημάτων. Κάτω από το ρήμα
«ικετεύω»
όλα αυτά τα ρήματα κινούν μια εσωτερική
κι εξωτερική δράση που εντείνεται από
την εναλλαγή της καταφατικής και
αποφατικής τοποθέτησής τους, τις
μετακινήσεις στις χρονικές βαθμίδες,
τις εγκλιτικές συστροφές, τη μετατόπιση
των προσώπων, των τριών προσώπων.
Πρωταγωνιστεί το πρώτο πρόσωπο ενικού
απέναντι σε ένα «εσύ»
στο οποίο απευθύνεται, με το τρίτο ενικού
να δημιουργεί το σκηνικό για τον θεατρικό
μονόλογο. Η εύστοχη και μετρημένη
επανάληψη κάποιων ρημάτων καθώς και η
ένταση που διαφοροποιείται και
κλιμακώνεται από την ιδιαίτερη φόρτιση
των λέξεων συνθέτουν τη μουσική,
αναπόσπαστο μέρος μιας δραματικής
σκηνής ενός θεατρικού μονολόγου. Τα
ρήματα γίνονται 70 με το προαναγγελτικό
«Κυκλώνει» του τίτλου, που στο τέλος
του ποιήματος επιβεβαιώνεται και από
τον αναγνώστη.
Η
μουσικότητα και η δραματικότητα
επιτυγχάνονται με την ίδια ένταση και
σε μικρότερης φόρμας ποιήματα.
ΕΚΛΑΙΓΑ
ΣΤΗ ΒΡΟΧΗ
Είχα
κλειστές τις γρίλιες
κι
έβρεχε. Έβρεχε κι έκλαιγα.
Έκλαιγα
κι άδειαζα νύχτες χίλιες.
Για
σένα έκλαιγα,
για
χίλιες άδειες νύχτες.
Άγιο
δικό μου εσύ,
αίτιο
ύπαρξης ανθεκτικής
στη
θλίψη και την προσμονή.
Προσέξτε
τις κινήσεις που δημιουργούν οι
επαναλήψεις, οι προωθήσεις από το
τελευταίο ρήμα μιας φράσης που γίνεται
αρχή της επόμενης, τις κυκλωτικές
κινήσεις του ποιητικού υποκειμένου
γύρω από το «εσύ» και κυρίως πώς στήνοντας
εικόνες μιας εξωτερικής πραγματικότητας,
ενώ με την τελευταία αποστροφή η ποιήτρια
μας οδηγεί σε μια εσωτερικότητα και
βάθος.
«ΣΥΡΙΑ.
ΕΙΣ ΜΝΗΜΗΝ». Το θέμα της Συρίας και κάθε
Συρίας συγκλονίζει κάθε άνθρωπο. Έχει
απασχολήσει τους καλλιτέχνες που, μέσα
από την τέχνη τους, με το έργο τους δεν
επιδιώκουν να απομακρυνθούν από την
ωμή και σκληρή και οδυνηρή πραγματικότητα,
αλλά να συλλάβουν το τραγικό της βάθος,
να διαμαρτυρηθούν, να αντισταθούν. Το
ποίημα «ΣΥΡΙΑ.
ΕΙΣ ΜΝΗΜΗΝ» προσφέρεται προς σχολιασμό
για τον τρόπο με τον οποίο η ευαισθησία
της Μαρίας Σύρρου αγκαλιάζει τα θύματα,
ανάμεσά τους και τα αθώα παιδιά, και
μνημειώνει τον κόσμο αυτό που αφανίζεται.
Με τις λέξεις της κτίζει ένα μνημείο
εγκιβωτίζοντάς το μέσα στο αιώνιο
μνημείο της ποίησης.
ΣΥΡΙΑ.
ΕΙΣ ΜΝΗΜΗΝ
Νασίμπ,
Ουιντάντ και τα τέκνα
Φαϊζάλ,
Καμάρ και τα τέκνα
Μισέλ,
Κολέτ και τα τέκνα
Χαφέζ,
Ουλφά και τα τέκνα
Ζακαριγιά,
Μαρί και τα τέκνα
Χαλίλ,
Γκαντά και τα τέκνα
Μπαντάουι,
Σουλεϊμάν, Ζορζ,
Χούσνι,
Σάμι, Αντίμπ, Μουτά,
Αλί,
Ρενέ, Σάλα, Μαχμούντ, Ραούφ,
Νιζάρ,
Ριζκαλάχ, Φρανσίς, Σατί, Χάνα
Άκλαυτοι.
Χαμένοι
αριθμοί μες στους χιλιάδες άκλαυτους.
Κι
άθαφτοι.
Σοροί
ξεβρασμένοι σε αιγιαλούς αλλότριους.
Οστρακισμένοι
απ’
τη γενέθλια γη
που
αιμορραγεί αιώνες,
τη
γη που ξεδιψάει αρχαίο νερό του Ευφράτη.
Τυμβωρύχος
ο πόνος μου,
αδράχνει
από ναυάγια ξεχασμένα της Μεσόγειου
όστρακα
ασβεστολιθικά,
τάφοι
και τούτα μες στον υγρό τον τάφο τον
αχόρταγο.
Ξορκίζω
την άθλια πράξη.
Χαράζω
στα κοχύλια ονόματα ακατάληπτα
με
σμίλη ένα ρέον δάκρυ, πορθμείο για τον
Αχέροντα.
Χαράζω
στα χρωματισμένα βότσαλα.
Στο
ρόδινο του κοβάλτιου. Και του αίματος.
Στο
πράσινο του μολυβδαίνιου. Και του
αλτρουισμού.
Στο
κίτρινο του κάδμιου. Και της χαράς.
Στο
κυανό του χαλκού. Και της ειρήνης.
Θραύσματα
από βιβλικά πετρώματα.
Βασάλτης,
οψιδιανός, γρανίτης,
τόφφος,
σχιστόλιθος, ψαμμίτης,
σκωρία,
κίσσηρη, περιδοτίτης,
γνεύσιος,
μάρμαρο, χαλαζίτης.
Βότσαλα
και κοχύλια
τα
παραδίνω με εμβρίθεια ληξιάρχου
στην
ανοχή της θάλασσας.
Μυριάδες
στο βυθό τα μνήματα.
Λησμονημένα
στους αιώνες.
Με
τα ονόματά τους προσκαλεί κοντά μας
ανθρώπους, ανασύρει και φέρνει στο φως
πρόσωπα, μέσα από τον υγρό τους τάφο,
μέσα από την ανωνυμία που ο Άδης και η
λήθη επιφέρουν. Οι πολύνεκρες μάχες και
καταστροφές, η άλογη βία δημιουργεί
εκατόμβες, μετατρέπει τα ανθρώπινα
θύματα σε αριθμό. Η ποιήτρια πασχίζει
να ανασύρει τους νεκρούς, να τους
αποκαταστήσει ως πρόσωπα στα δικαιώματα
της τελευταίας πράξης της ζωής πριν
τραβηχτεί για πάντα επάνω τους και πέσει
το σκοτάδι του θανάτου. Δικαίωμα των
νεκρών και χρέος των ζωντανών: ο θρήνος,
η ταφή και η παράδοση στη μνήμη. Ακολουθεί
όμως η απογύμνωση από ονόματα, άταφοι,
άκλαυτοι σοροί, γίνονται αριθμός, ο
θάνατος και η λήθη τα σκεπάζουν στον
υγρό τους τάφο. Η ποιήτρια αντιστέκεται
με πάθος και με αγωνία πασχίζει να τα
παραδώσει στην αιώνια μνήμη της εγχάρακτης
γραφής. Τα πρόσωπα που πέρασαν με τα
ονόματά τους σε έναν κατάλογο –δυστυχώς
η ιστορία της ανθρωπότητας δείχνει πως
ο κατάλογος δεν τελειώνει ποτέ–
μνημονεύονται τώρα ως εγχάρακτα ονόματα
σε κοχύλια, βότσαλα, πετρώματα. Περνούμε
τώρα σε έναν κατάλογο χρωματιστών
πετρωμάτων και τέλος ο κατάλογος σβήνει
με την απλή χωρίς χρώμα ονομαστική
αναφορά σε πετρώματα. Είναι ένα μνημείο
γλυπτικό πια αυτοί που κάποτε υπήρξαν
ζωντανοί. Κι αυτό το γλυπτικό μνημείο
της φύσης και της ποιήτριας εγκιβωτίζεται
στη μνημοσύνη της ποίησης.
Ξεχώρισα από
τους «Επιλήσμονες» για την αποψινή
παρουσίαση αυτά τα τρία σημεία επειδή
τα θεωρώ χαρακτηριστικά γνωρίσματα και
πιστεύω πως προοιωνίζουν μια ενδιαφέρουσα
συνέχεια από την ποιήτρια.
[Το
παρόν κείμενο αναγνώστηκε στην παρουσίαση
της ποιητικής συλλογής στο Κέντρο Λόγου
και Τεχνών Τεχνοδρόμιο,
στη Λεμεσό της Κύπρου, την Παρασκευή 22
Σεπτεμβρίου 2017.]
* Η Ευφροσύνη
Μαντά – Λαζάρου γεννήθηκε στην Κύπρο το
1955. Σπούδασε Ελληνική Φιλολογία στη
Φιλοσοφική Σχολή στο Πανεπιστήμιο της
Αθήνας. Εργάστηκε στη Μέση Εκπαίδευση.
Από το 1995 μέχρι το 2003 εργάστηκε με
απόσπαση στην Υπηρεσία Εκπαιδευτικής
Ψυχολογίας του Υπουργείου Παιδείας και
Πολιτισμού της Κύπρου ως συντονίστρια
ειδικών προγραμμάτων στα Γυμνάσια καθώς
και για την παραγωγή παιδαγωγικού
υλικού. Από το 2003 μέχρι το 2011 εργάστηκε
ως συντονίστρια σε προγράμματα για τη
Ζώνη Εκπαιδευτικής Προτεραιότητας των
σχολείων της Φανερωμένης στην Παλιά
Λευκωσία. Τιμήθηκε με το Κρατικό βραβείο
ποίησης του Υπουργείου Παιδείας και
Πολιτισμού της Κύπρου για το έργο της
«Ο Νώε στην πόλη», (εκδ. Πλανόδιον, Αθήνα
2012). «Ο Νώε στην πόλη» έχει μεταφραστεί
στα σέρβικα από τον Sasha
Djordjevic
και στα ιταλικά από τον Crescenzio
Sangiglio.
Στα σέρβικα έχει επίσης μεταφραστεί το
έργο της «Ναρκοσυλλέκτρια», (εκδ.
Γαβριηλίδης, Αθήνα 2014). Το βιβλίο «Ο Νώε
στην πόλη» στη Σερβία τιμήθηκε με το
βραβείο καλύτερης μετάφρασης ξένου
βιβλίου. Εργογραφία: Ποίηση: «Οι Μέρες
Υφάντρες Οι Νύχτες Γυμνές», (Λευκωσία
2002), «…σε έρωτα ή θάνατο θα πάμε…»,
(Λευκωσία 2005), «Το Μέσα Φόρεμα», (εκδόσεις
Αφή, 2011), «Ο Νώε στην πόλη», (Πλανόδιον,
2012) και «Ναρκοσυλλέκτρια», (εκδόσεις
Γαβριηλίδης, Αθήνα, 2014). Πεζά: «Χωρίς την
Αριάδνη, στη χώρα του αυτισμού παρέα με
την ποίηση», (Γκοβόστης, Αθήνα, 2006) και
«Φίλε μου, εγώ δεν είμαι σαν και σένα.
Το γράμμα ενός μοναχικού παιδιού»,
(Λευκωσία, 2006).