![]() |
Ο Ντουρς Γκρύνμπαϊν γεννήθηκε το 1962 στη Δρέσδη. |
(Ροβινσώνας
στην πόλη)
Όπως η
απολιθωμένη όχθη … Μόνο που ο ίδιος
κοιτάζει προς τη θάλασσα όπως πάντα.
“Αυτό
το μικροσκοπικό δίποδο, τι είναι αυτό;”,
αναρωτιέται σιωπηλά όπως οι σκαλωσιές
του
τελευταίου πύργου γραφείων, με τους
σκελετούς των δύσκαμπτων γερανών.
“Απολύτως τρελό”,
χασμουρητά σε
ένα λαγούμι που
βρωμάει.
Στο
ναυάγιο δεν υπάρχει χώρος,
από το
παιδικό κρεβάτι δεν έμεινε σανίδα. “Όχι
ότι ξέρω,”
αρνείται να μιλήσει ο
φράχτης που γίνεται εμπόδιο, ρωτώντας
αν ο άνθρωπος του θυμίζει κάτι.
Παρ
όλα αυτά δεν μπορεί να τον αρνηθεί. Βαθιά
στη λανθάνουσα ενδοχώρα,
είναι οι
στέγες του προαστιακού ορίζοντα που
σαρώνουν. Τι;
Από τα πανιά ενός ιστιοφόρου
φτιάχτηκε η οθόνη στους κινηματογράφους.
Αυτό που καίγεται εκεί έξω είναι μόνο
η κυκλοφορία των αυτοκινήτων. Κανένα
κατάρτι δεν τον απειλεί
“σε τοποθετώ
ανάσκελα.”
“Τσαντίζεσαι!”
μοιάζει όπως σε κάθε νεκροταφείο, που
οι μπουλντόζες ισοπεδώνουν,
επειδή ο
χρόνος του να είσαι ξαπλωμένος τελειώνει,
παραγράφοντας τη συνδρομή των σάπιων
σου οστών.
Παντού σε οδηγεί το μπλε
φως των ασθενοφόρων μέσα από δρόμους
εκκωφαντικούς – τατού τατού
βόσκουν
το σκυρόδεμα συλλέκτες επιπλεόντων
υπολειμμάτων, που ποτέ δεν συμβιβάζονται,
αν
την Παρασκευή, για παράδειγμα, φορώντας
ψηλοτάκουνα, αρκεί να ονειρεύονται,
με
γοφούς που ταλαντεύονται, “La mort vient
et je suis nu …».
(Από εδώ και
τώρα)
Τι θα συμβεί
αν το βλέμμα όλο και πιο νωρίς επιστρέφει,
σαν υπάκουο ζώο,
όταν τίποτα ανθρώπινο
δεν θα είναι ξένο; Τα πάντα νέα θα
καθιστούσε, απλά κουρασμένα.
Καταρτώντας
το διαχειρίσιμο, επεξηγεί, είναι εύκολο
μέσα από τη σχισμή
της φλεγμονής των
βλεφάρων: αυτό το επιτηδευμένο Τώρα,
αυτό το εξωφρενικό εδώ.
Ό, τι ξεκινά
αργά σαν πατημασιές ποντικιών και ως
σπουδή,
απειλεί τα συλλεκτικά κουτιά
τελευταία. Σε Fortissimo εφιδρώσεις
Το
συγκεντρωμένο πλήθος, ουρλιάζει “Ο
Παν είναι νεκρός! Ο Παν είναι νεκρός!
“.
Ούτε καν στο ασυνείδητο είναι ο
χρόνος τόσο ήσυχος ώστε ξέγνοιαστος
θα
μπορούσε να καθυστερήσει την αναπνοή
του. Οι στιγμές αμαυρώθηκαν,
Καθώς ο
ήχος εξακολουθεί να εκκρεμεί, στο
πρόσωπο. Η επανάληψη απειλεί
Κάθε
πρωτογενές συναίσθημα. Με ένα μολύβι
χαράσσει την κρανιακή συρραφή
εγκάρσια
Μουντζούρες από δύσκαμπτο
χέρι που προσπαθεί να μάθει να γράφει
το όνομά του.
Ο Θεός, όπως η
γρατσουνιά.
(στην επαρχία
5)
Καθώς τα μεταφορικά
οχήματα δημιουργούν μια ριγέ διαφυγή
εποίκων
κείτεται στο ρωμαϊκό δρόμο ο
νεκρός κότσυφας διαμελισμένος.
Κάποιος που
ήταν πάντα εκεί, που ποτέ του δεν εξέφρασε
ανησυχία, ο άνεμος
Είχε θέσει τα φτερά
του σε ένα μαύρο ιστιοφόρο.
Με αυτό μπορείς
να τον αναγνωρίσεις από μακριά, ότι
εκτός ότι σάρωσε,
Μετά την εμφάνιση
της συμμορίας, προσκολλημένος παρέμεινε
στην γη, την φτιασιδωμένη αδερφή.
Είτε Θράκες, είτε
Ούννοι, μογγολικά άλογα και μοτοσικλέτες
–
Καταραμένοι είχαν παρεκκλίνει από
τις φωλιές τους.
Περισσότερα δεν
υπήρχαν να ειπωθούν. Έμοιαζαν να ήταν
παρόντες την ίδια στιγμή.
Η άθλια
τραγουδίστρια παρέμεινε μέχρι να την
σταυρώσουν.
Παλιά η ακαθάριστη
σκόνη, σήμερα σε υγρή άσφαλτο.
Ήταν
πάντα μια μεγάλη οδός για μεταναστεύσεις,
με τον κίνδυνο να παραμονεύει στην
πορεία.
—————————————-
Ο
Ντουρς Γκρύνμπαϊν γεννήθηκε το 1962 στη
Δρέσδη. Θεωρείται ποιητής μεταξύ των
κορυφαίων στον γερμανόφωνο λογοτεχνικό
κόσμο. Σπούδασε θεατρολογία στο Ανατολικό
Βερολίνο (1984-1989). Μετά την πτώση του
τείχους του Βερολίνου ταξίδεψε στην
Ευρώπη, στη Νοτιοανατολική Ασία και
στις Ηνωμένες Πολιτείες. Το πρώτο του
βιβλίο «Grauzone
morgens»
(Γκρίζα γραμμή το πρωί) εκδόθηκε το 1988
από τον εκδοτικό οίκο Suhrkamp.
Το έργο του γνώρισε άμεση ανταπόκριση
σε βαθμό ώστε το ξεκίνημά του να
παραλληλιστεί με την πρώτη εμφάνιση
του Hugo
von
Hofmannsthal
και του Hans
Magnus
Enzensberger.
Στην εργογραφία του υπάρχουν και τα
εξής: Schädelbasislektion
(Μάθημα βάσης κρανίου), ποιήματα, 1991,
Falten
und
Fallen
(Πτυχές και παγίδες), ποιήματα, 1994, Den
Teuren
Toten
(Οι πολύτιμοι νεκροί), 33 επιγράμματα,
1994, Galilei
vermist
Dantes
Hölle
und
bleibt
an
den
Maßen
hängen
(Ο Γαλιλαίος αποθυμεί την κόλαση του
Δάντη και παραμένει στο μέτρο), δοκίμια,
1996, Nach
den
Satiren
(Μετά τις σάτιρες), ποιήματα, 1999, Das
erste
Jahr,
Berliner
Aufzeichnungen
(Ο πρώτος χρόνος. Σημειώσεις από το
Βερολίνο), 2001, Una
Stroria
Vera,
παραμύθι, 2002, Erklärte
Nacht
(Εξηγημένη νύχτα), ποιήματα, 2002, Warum
schriftlos
leben
(Γιατί να ζει κανείς χωρίς γραφή), δοκίμια,
2003, An
Seneca.
Postskriptum
(Στον Σενέκα. Μεταγραφή), 2004, Berenice,
λιμπρέτο, 2004, Der
Misanthrop
auf
Capri
(Ο μισάνθρωπος του Κάπρι), ιστορικά
ποιήματα, 2005, Porzellan
(Πορσελάνη), ποίημα, 2005, Antike
Dispositionen
(Αρχαίες διαθέσεις), δοκίμια, 2005, καθώς
επίσης μεταφράσεις του Αισχύλου και
του Σενέκα στα γερμανικά. Εξίσου, τα
βιβλία του έχουν τιμηθεί με τα σημαντικότερα
λογοτεχνικά βραβεία της πατρίδας του:
το Peter–Huchel–Preis,
το Georg–Büchner–Preis,
το Literaturpreis
der
Osterfestspiele
Salzburg,
το Friedrich–Nietzsche–Preis
και το Friedrich-Hölderin-Preis για το σύνολο του
έργου του.