ΠΕΡΙ ΠΟΔΟΣΦΑΙΡΟΥ

Ανώμαλη προσγείωση
αισθημάτων

Στη διάρκεια
ποδοσφαιρικού αγώνα

Σκληρό μαρκάρισμα
των ψυχών

Σουτάρουν άστοχα
οι ελπίδες

Η συνείδηση σε
αντικανονική θέση

Μπλεγμένες ιδέες
στα δίχτυα

Μπαίνει το γκολ
κι αυτές συζητάνε.

Σε κατάσταση
πανικού η γλώσσα

Ανελέητο
σφυροκόπημα στο γήπεδο

Οι λέξεις συνεχώς
ανατρέπονται

Ομαδική αποβολή
των επιθέτων

Αποδοκιμασία
των προθέσεων

Κάτι φθόγγους
ψελλίζει ο διαιτητής

Βαριά φωνήεντα
απ’ τους παίκτες.

Σε πλεονεκτική
θέση ο θάνατος

Μόνος στο τερέν
του παραδείσου

Ντριμπλάρει με
άνεση τον άνεμο

Σκοράρει
ανενόχλητος στο τέρμα

Καθολική συντριβή
των λέξεων

Απρόσμενη ήττα
των αισθημάτων

Ακλόνητο φαβορί
για τον τίτλο.

ΤΟΥ ΔΡΟΜΟΥ

Ανήλικο ποίημα
του δρόμου

Δωρεάν φαγητό
των αστέγων

Σύνθημα σε
παράνομη πορεία

Ρίχνεις τους
στίχους στις ρόδες

Ακροβατείς σε
μοίρα ηττημένη

Μπλέκεις το
θάνατο με το φως.

Αναγραμματισμός
των λέξεων

Κουρέλι σπασμένων
συλλαβών

Σκελετός
σε υπαίθριο μαρασμό

Σε πιάνει λάστιχο
στην άσφαλτο

Μεθάς τα βράδια
μ’ έναν τυφλό

Χαρτοπαίζεις
με τους φονιάδες.

Επιτέλους, μη
με απορρίπτεις

Δεν έχω σπίτι,
ούτε έμπνευση

Θα γίνω δρόμος
να με πατήσεις.

ΠΡΟΣ ΤΟ
ΠΑΡΟΝ

Η χελώνα πατούσε
στο γρασίδι

Έβγαζε για λίγο
το κεφάλι της

Την παρενοχλούσε
μια μέλισσα

Απ’ το δέντρο
έπεφτε ένα ψάρι

Κι έλεγαν μέσα
τους οι άνθρωποι:

«Καλύτερα σήμερα
να πεθάνουμε

Ίσως αύριο να
είμαστε πουλιά».

Κι ύστερα από
χιλιάδες χρόνια

Θα έχουν ψηλώσει
τ’ αγάλματα

Πλοία θα φυτρώνουν
στον κήπο

Ο ήλιος θα φορά
ψηλό καπέλο.

Προς το παρόν
όμως ξεριζώνω

Απ’ το ταβάνι
τα μαύρα σύννεφα

Και διώχνω με
το μπαστούνι μου

Τα ενοχλητικά
σιδερένια πουλιά.

Η ΠΟΜΠΗ

Ξάφνου το αίμα
τρυπούσε τη λίμνη

Γινόταν ένα
κατακόκκινο ενυδρείο

Χαρταετοί
κρέμονταν στα σύννεφα

Άνθιζαν στην
άσφαλτο λουλούδια

Και τα πατούσαν
παιδικά ποδήλατα

Χρήματα φύτρωναν
στα περιβόλια

Ο ήλιος χαρτόπαιζε
με το φεγγάρι.

Τότε κάθισα
ανάμεσα στις πέτρες

Κουρασμένος απ’
τον αιώνιο ύπνο

Παρατηρούσα το
ρολόι δύσπιστος

Αν αλλάξει η
φορά του λεπτοδείχτη

Θα επιστρέψω
στα πάτρια εδάφη.

Με κοιτούσαν οι
σκύλοι παράξενα

Τους υποσχέθηκα
τα κόκαλά μου

Ένα κορίτσι
ποτισμένο δηλητήριο

Φορώντας άσπρο
διαφανές φόρεμα

Βάδιζε στις
παρυφές των σύννεφων

Ύστερα μπλέχτηκε
με χαρταετούς.

Και στο δρόμο
μια πομπή σκελετών.

Η ΑΓΙΑ

Χαμόγελα πίσω
απ’ τα μηχανήματα

Παραμιλά το
κορίτσι με το μπουκάλι

Τινάζει στον
ουρανό σταγόνες ποτού

Δαγκώνει τον
ήλιο με γυάλινα δόντια

Ίσως τραγουδήσει
με το μικρόφωνο.

Ξαφνικά
μεταμορφώνεται σε αγία

Θυμώνει με τα
χρυσά σκουλαρίκια

Πιάνει το
μικρόφωνο και το λιώνει

Σαν παλιό έπιπλο
τρίζουν τα χέρια

Όλοι θέλουν να
την προσκυνήσουν

Πετάει κουφέτα
πάνω στο κρεβάτι

Το στρώνει για
τη μέρα του γάμου.

Μετά πηδάει ο
σφαγμένος πετεινός

Κι
αφήνει την ξερή κουτσουλιά
του.