Φίλη αναγνώστρια της στήλης με ρωτάει αν με απασχολεί το
γεγονός πως «πολλοί δεν καταλαβαίνουν τι γράφω» και αν σκέφτομαι να κάνω πιο
αναλυτικά τα κείμενα για να μην δημιουργούνται παρεξηγήσεις. Απαντάω πως η
γραφή είναι ο μέγιστος ψυχαναγκασμός. Στην περίπτωση της στήλης εδώ, έχω βάλει
ως αυτοπεριορισμό τις διακόσιες (200) λέξεις. Το στοίχημα είναι μέσα σε 200
λέξεις να μπορέσεις να δημιουργήσεις ερωτήματα κι όχι να δώσεις απαντήσεις: να
κάνεις τον άλλον να ξεβολευτεί από την αναγνωστική του ρουτίνα. Να του
καταφέρεις ένα αριστερό ντιρέκτ στο σαγόνι.
Το τελετουργικό του ψυχαναγκασμού αποδίδει τα μέγιστα στη γραφή:
θα γράψω εφτά ποιήματα σε εφτά μέρη και θα έχω μονό αριθμό ποιημάτων (49)-γιατί
και ο αριθμός των ποιημάτων σε μια συλλογή πρέπει να είναι μονός, όπως το
μπουκέτο με τα τριαντάφυλλα στην αγαπημένη: 5, 7, 9, 11 κοκ. Θα γράψω ένα
λίβελο που θα έχει 300 λέξεις: αν σε τριακόσιες περίπου λέξεις δεν μπορώ να
προσβάλλω και να θίξω τον άλλον καλύτερα να μην ασχοληθώ καθόλου μαζί του.
Βάζοντας όρια στη γραφή μου γίνομαι πιο ουσιαστικός. Μαθαίνω
την οικονομία των λέξεων. Αποφεύγω χάσματα και επαναλήψεις. Δεν κοιμίζω τον
αναγνώστη. Τον κάνω να ακονίσει το μυαλό του. Αν όμως διαβάζει κάτι και δεν
βγάζει νόημα, τότε το φταίξιμο είναι όλο δικό μου.