Άγιε Βασίλη,

Ελπίζω να είσαι καλά
κι εσύ και η οικογένειά σου και οι φίλοι σου και οι τάρανδοί σου. Πώς τους λένε,
αλήθεια, τους ταράνδους που σέρνουν το έλκηθρό σου; Ρώτησα τη μαμά και μου είπε
ότι δεν ξέρει, και ο μπαμπάς είπε ότι οι τάρανδοι δεν έχουν όνομα και ο αδερφός μου, που με αγαπάει, είπε να ψάξουμε
στη Βικιπαίδεια, για να βρούμε πληροφορίες. Και ψάξαμε και με άφησε να χτυπήσω
κι εγώ τα πλήκτρα στον υπολογιστή. Έγραψα «Βασίλης
τάρανδοι όνομα»
, αλλά δεν βρήκαμε τίποτε απολύτως. Και ο αδερφός μου, που
του αρέσουν τα πολεμικά, είπε ότι είναι σαμποτάζ
αυτό, επειδή οι τάρανδοι έχουν κέρατα και οι άνθρωποι όχι. Και στο ίντερνετ
κουμαντάρουν, έτσι ακριβώς το είπε, όσοι έχουνε αυτιά και τίποτε στα κεφάλια
τους. Είναι απαράδεκτο αυτό που
συμβαίνει. Δεν μπορεί οι τάρανδοι να μην έχουν όνομα.  Πώς τους ξεχωρίζεις από τους άλλους ταράνδους,
όταν θες να τους φωνάξεις; Ή άμα είναι ένας τάρανδος μαζί με μία αρκούδα και με
μία αλεπού κι εσύ θέλεις να φωνάξεις τον τάρανδο, πώς τα καταφέρνεις; Ή άμα
είναι πολλοί τάρανδοι μαζί, πώς φωνάζεις αυτόν που θέλεις;

Eμένα με λένε
Παναγιώτη και τον αδελφό μου Λουκά. Δεν είμαστε το ίδιο και γι’ αυτό έχουμε και άλλο όνομα. Έχουμε
κι άλλον έναν Παναγιώτη στην τάξη, αλλά αυτός έχει και άλλο επίθετο, αλλά και
του αρέσουν και διαφορετικά πράγματα. 
Αυτός αγαπάει το κολύμπι, ενώ εμένα μου αρέσει το μπάσκετ. Αυτός θέλει
να γίνει γιατρός αλλά εγώ αεροπόρος. Αυτός αγαπάει τα μαθηματικά, αλλά εγώ είμαι
καλύτερος στη Γλώσσα. Αυτός έχει αδυναμία στην τυρόπιτα, αλλά εγώ προτιμώ τη
σπανακόπιτα. Αυτός βαριέται την Μπέτυ, αλλά εγώ τη βρίσκω πολύ συμπαθητική και
έξυπνη. Θα σου πω και το άλλο επίσης. Στην τάξη του αδερφού μου έχει κι άλλον
έναν Λουκά, που όμως έχει ακριβώς το ίδιο επίθετο με το δικό μας και τον πατέρα
του τον λένε Μίμη, όπως ακριβώς και τον δικό μας. Αλλά σε πληροφορώ ότι δεν
μοιάζει καθόλου με τον αδερφό μου.  Είναι
θέμα προσωπικότητας. Τη λέξη αυτή μας
την έμαθε ο μπαμπάς, όταν ο αδελφός μου του είπε ότι στην τάξη υπάρχει ένας ολόιδιος με αυτόν Λουκάς Κυριαζίδης του
Μίμη. Ο μπαμπάς τού είπε πως δεν υπάρχει ούτε ένας άνθρωπος σε αυτόν τον κόσμο
που να είναι ίδιος με κάποιον άλλον, ακόμη και όταν έχουν το ίδιο όνομα. Του
είπε ότι κάθε άνθρωπος είναι διαφορετικός, 
έχει δηλαδή… και τότε ο μπαμπάς μας έμαθε τη λέξη…  τη δική του προσωπικότητα και το ότι υπάρχει ακόμη ένας Λουκάς Κυριαζίδης του
Μίμη στην τάξη είναι απλή συνωνυμία.
Εσύ ξέρεις τι θα πει συνωνυμία,  Άγιε
Βασίλη; Είναι όταν έχεις ακριβώς μα ακριβώς το ίδιο όνομα με κάποιον άλλον.

Εγώ έχω κι έναν θείο
που τον λένε Βασίλη, όπως κι εσένα, αλλά αυτός δεν έχει έλκηθρο, είναι ψιλός
και αδύνατος, δουλεύει σε μία πιτσαρία, έχει μία μηχανή και δεν φοράει κόκκινα.
Ακούει μουσική ροκ και φοράει μαύρα και έχει και κορίτσι. Αλλά δεν ξέρουμε
ακόμη αν θα το παντρευτεί, διότι πέρυσι χώρισε από ένα άλλο κορίτσι, που
νομίζαμε ότι θα το παντρευτεί. Δεν είμαστε πλέον σίγουροι για τίποτε. Ενώ για σένα είμαστε σίγουροι ότι υπάρχεις!
Η μαμά λέει ότι ο θείος Βασίλης, ο αδερφός της δηλαδή, είναι κατά του γάμου,
γιατί λέει ότι μπορεί να αγαπάει κάποια γυναίκα και χωρίς να είναι παντρεμένος
μαζί της. Χωρίς να πάει, δηλαδή, ούτε στην Εκκλησία ούτε στο Δημαρχείο, για να
τον ευλογήσει ο παπάς ή να του πει συγχαρητήρια ο δήμαρχος, έτσι λέει η μαμά.
Ρώτησα τη μαμά αν αυτό γίνεται, γιατί ήταν η πρώτη φορά που το άκουγα, και μου
είπε ότι γίνεται και αυτό, διότι η αγάπη είναι τόσο δυνατή, που μπορεί να
σταθεί μόνη της στα πόδια της και να νικήσει τα πάντα. Και παπάδες και
δημάρχους, έτσι είπε, και μου είπε ότι ο θείος Βασίλης τα είπε αυτά, την
τελευταία φορά που τσακώθηκε με τη μαμά. Μου είπε επίσης ότι στους δύο τρίτος
δε χωράει. Ούτε καν και ο ίδιος ο Θεός, που δεν ανακατεύεται καθόλου σε τέτοια
πράγματα. Οι άνθρωποι είναι περίεργοι και κουτσομπόληδες και οι πεθερές  και τα σόγια και χώνουν τις μύτες τους στις
υποθέσεις των άλλων, ο θείος Βασίλης τα είπε αυτά. Εσύ τα πιστεύεις αυτά; Ή
είναι συνωνυμία και λέει αλήθεια ο
μπαμπάς;

 Εμείς δεν ρωτάμε τίποτε πλέον το θείο Βασίλη
για το θέμα αυτό, μας το έχει απαγορεύσει, άμα, λέει, θέλει να συνεχίσουμε να
λέμε καλημέρα. Κι επειδή εμείς τον αγαπάμε, δεν ρωτάμε, μόνο νομίζουμε. Έτσι
λέει η μαμά. Εσύ, δεν νομίζω, πάντως, να έχεις κορίτσι.  Δεν θέλω να σε πιέσω να μου πεις, η μαμά λέει
να μην πιέζουμε, γιατί θα έχουμε ντράβαλα. Εγώ δεν σε έχω δει σε φωτογραφία
ποτέ με κανένα κορίτσι. Εκτός και αν δεν θέλεις να μας το φανερώσεις και, όταν
έρθεις για τα δώρα, θέλεις να μας κάνεις και έκπληξη με την κοπέλα σου. Πάντως,
αν έχεις, σίγουρα θα είναι καλή και θα σε αγαπάει κι εμείς θα της προσφέρουμε
και δίπλες και μελομακάρονα και κουραμπιέδες, αν τη φέρεις στο σπίτι μας.

 Όταν θα φέρεις τα δώρα, επειδή θέλω να σου πω
πολλά, θα σε παρακαλούσα  να καθίσεις
λίγο, για να σου τα εξηγήσω όλα αυτά και να μου συστήσεις και τους ταράνδους
σου. Εσύ να τους πεις από τώρα ότι με λένε Παναγιώτη και τον αδερφό μου Λουκά,
για να συνηθίζουν τα ονόματα. Να τους πεις ότι τους περιμένω και ότι στο σπίτι
μας είμαστε φιλόξενοι και ότι οι γονείς μου θα μου επιτρέψουν να τους μιλήσω. Εγώ
μιλάω και στους ανθρώπους και στα ζώα με τον ίδιο ακριβώς τρόπο, γιατί τα ζώα
με καταλαβαίνουν. Μερικές φορές πιο πολύ και από τους ανθρώπους.

 Θα πω στον μπαμπά επίσης να ξεπαρκάρει το
αυτοκίνητο και να βάλει μία κορδέλα γύρω-γύρω, για να μην πιάσουνε τη θέση και
να παρκάρεις τους ταράνδους σου εκεί. Έχουμε πρόβλημα με το παρκάρισμα εδώ και
ο μπαμπάς, πολλές φορές από φόβο, ότι δεν θα βρούμε να παρκάρουμε, δεν μετακινεί
καθόλου το αυτοκίνητο. Πού θα παρκάρεις το έλκηθρο με τους ταράνδους; Μήπως δεν
σε βολεύει η θέση του μπαμπά; Όχι πάντως στη γωνία, ξέρεις ποια λέω, γιατί
περνάει λεωφορείο. Αλήθεια, το έλκηθρο τσουλάει στην άσφαλτο; Γιατί δεν έχουμε
χιόνι εδώ πέρα. Αλλά, θα μου πεις,  μπορεί να έρθεις και από τον ουρανό και να
προσγειωθείς όπως τα αεροπλάνα.

 Να σε ρωτήσω και κάτι  άλλο; Έχεις αρθριτικά; Σε ρωτάω γιατί έχω δύο
επιλογές για δώρα, ένα που είναι βαρύ κι ένα που είναι ελαφρύ. Αν δεν μπορείς
να σηκώσεις τα πατίνια…  ξέρεις ποια λέω,
εκείνα τα μπλε με τον αητό που είχες φέρει πέρυσι στον Οδυσσέα, να μου φέρεις
μόνον το κράνος, είναι πιο ελαφρύ αυτό. Σε αυτήν την περίπτωση, θα τα ζητήσω
δώρο από τους γονείς μου στα γενέθλιά μου. 
Αυτό θέλω για δώρο. Πατίνια και κράνος, ή μόνον κράνος, εάν έχεις
αρθριτικά.

Να σου ζητήσω και
μία χάρη; Επειδή, έφαγα όλο το χαρτζιλίκι μου από τα κάλαντα των Χριστουγέννων,
για να πάρουμε με τον αδερφό μου, δώρα στον μπαμπά και στη μαμά για τα
Χριστούγεννα, έχω μείνει αδέκαρος, και την Πρωτοχρονιά δεν θα πούμε κάλαντα,
γιατί ο αδελφός μου θα έχει κάνει μία μικρή εγχείριση στο χέρι και απαγορεύεται
να βγούμε έξω. Δεν με αφήνουν οι γονείς μου να πάω μόνος μου. Πρόκειται για την
Μπέτυ… που σου έλεγα… αυτή που είναι πολύ συμπαθητική… που σου έλεγα… και
έξυπνη… που σου έλεγα… και τραγουδάει ωραία και τα κάλαντα. Πού να την
ακούσεις! Λοιπόν, σου είναι εύκολο να μου φέρεις και τρία μολύβια με χρώματα
και λουλούδια, για να της τα δώσω, γιατί κάνει συλλογή με τέτοια; Δεν είναι
βαριά αυτά. Θα της πω ότι μου τα έδωσες για κείνη. Κι ελπίζω να με φιλήσει.

Άγιε Βασίλη μου, σε
περιμένω. Να δώσεις χαιρετισμούς σε όλους τους φίλους σου και στην οικογένειά
σου. Και όπως είπαμε για την κοπέλα σου. Μην ξεχάσεις, επίσης,  αυτό που σου είπα για τους ταράνδους. Να μου
πεις τα ονόματά τους, για να συζητήσω μαζί τους όπως συζητώ και με τα άλλα ζώα.

Παναγιώτης, Δευτέρα
Δημοτικού

Θεσσαλονίκη