Φίλος ποιητής με παίρνει στο τηλέφωνο να με ρωτήσει πως μου
φάνηκε το ποίημα στη σελίδα 6, να του πω αν συμφωνώ με την ανάπτυξη του
θέματος, τα καλολογικά στοιχεία, αν κατάλαβα την κρυφή αναφορά που κάνει σε
πραγματικές καταστάσεις και σε ποιο κείμενο της παγκόσμιας λογοτεχνίας κλείνει
δεξιοτεχνικά το μάτι. Οι παρατηρήσεις μου, δηλώνει ευγενικά, του είναι
απαραίτητες δεδομένης της εκτίμησης που τρέφει στο άτομό μου.

Ο εν λόγω ποιητής μου έδωσε την τελευταία του ποιητική
συλλογή μόλις δυο μέρες πριν. Μου την φόρτωσε, για να είμαστε ακριβείς, σε
κάποια δημόσια παρουσίαση τρίτου ποιητή, όπου είχα την τιμή να προλογίζω,
διασχίζοντας καρέκλες, τραπεζάκια  και
δεν αναφέρομαι καθόλου στην ξανθιά με το μίνι που καθόταν στην πρώτη σειρά με
το ένα πόδι πάνω στο άλλο, και μόλις κατέβηκα από την εξέδρα μου έσφιγγε θερμά
το χέρι σε παρατεταμένα «συγχαρητήρια». Ως κι απ’ αυτή με χώρισε για να μου
δώσει το βιβλίο του.

 Αυτό το «άγχος
επίδοσης» που καταλαμβάνει τους «εκδιδόμενους», οι οποίοι αδιαφορούν για τον
προσωπικό χρόνο ανάγνωσης, το πεδίο μελέτης στο οποίο τυχαίνει να έχουμε
καταβυθιστεί, τις κοινωνικές μας υποχρεώσεις κλπ… Όχι! Ο φίλος ποιητής αναζητά  άμεση εκφορά άποψης, κριτικής και
επιβράβευσης σαν την γκόμενα στο κρεβάτι που μόλις τελειώνεις σε ρωτάει «Ήμουν
καλή; Σου άρεσε;»