Ο κύριος Σάκης μοιάζει στο σκύλο του.
Γκρίζα μαλλιά, μακρύς κορμός, μουσούδα θλιμμένη με μάτια Σοφία Λόρεν.
Χαμογελάει πλάγια στους γείτονες κι ανταποδίδει τις καλημέρες ντροπαλά. Η
διαδρομή αφεντικού και σκύλου είναι πάντα η ίδια.

Τέσσερα σημεία όπου ταΐζουν γάτες. Ο
κύριος Σάκης τις ενήλικες, ο σκύλος του τα μωρά που τα μαζεύει με το πόδι του
μπροστά στην τροφή και τα σπρώχνει προς τα κάτω να φάνε όλα.

Ο κύριος Σάκης δεν μιλάει ποτέ, όπως και
ο σκύλος του. Ντρέπεται γιατί όλοι στη γειτονιά ξέρουν πως τον εγκατέλειψε η
αγαπημένη του γιατί φρόντιζε την κατάκοιτη μάνα του. Μόλις πέθανε, πήρε τον
σκύλο. Τον ονόμασε Αμαλία όπως την αγαπημένη του κι ας είναι αρσενικός.

Αυτό που δεν ξέρουν στη γειτονιά είναι
ότι ο κύριος Σάκης είναι Εβραίος και η Αμαλία τον άφησε γιατί δεν
αλλαξοπίστησε. Ο μόνος που ξέρει την αλήθεια είναι ο κτηνίατρος κι αφού είναι
μουγγός δεν πρόκειται να την πει πουθενά. Προτίμησε να του κόψουν τη γλώσσα απ’
το να μαρτυρήσει που κρυβόταν ο φίλος του. Ήταν μαζί από παιδιά, μεγάλωσαν σαν
αδέλφια κι όταν οι Γερμανοί έπιασαν τους γονείς του Σάκη, οι γονείς του
κτηνίατρου έκρυψαν το ορφανεμένο παιδί στο στάβλο τους στο χωριό για τρία
χρόνια. Ο κτηνίατρος έχασε τους γονείς του λίγο πριν την απελευθέρωση, τότε που
του έκοψαν τη γλώσσα.

Αυτή την Κυριακή 15 Δεκέμβρη, ο κύριος
Σάκης, ο Αμαλίας και ο κτηνίατρος θα βγουν έξω. Θα πάνε να γιορτάσουν όπως κάθε
χρόνο τη σύλληψη του Άιχμαν. Αυτός ευθύνεται που έχασαν και οι δύο τους δικούς τους,
που γύρισε παράλυτη η μάνα του κυρίου Σάκη απ’ το στρατόπεδο.

Πάνε και τρώνε οι τρεις τους σ’ ένα
ταβερνάκι χωρίς να μιλάνε. Πίνουν το κρασάκι τους ήσυχα, τσουγκρίζουν τα
ποτήρια σχεδόν αθόρυβα, μην ενοχλήσουν τους άλλους θαμώνες κι ο Αμαλίας κάτω
απ’ το τραπέζι, τρώει κι αυτός το φαγητό του σ’ ένα πλαστικό πιάτο και πίνει
νερό από μια γαβάθα. Όταν τελειώνουν μοιράζουν το λογαριασμό στα δύο κι
επιστρέφουν ο καθένας σπίτι του. Ξανασυναντιούνται κατά τις δύο τη νύχτα κι
αρχίζουν τη γύρα στη γειτονιά με τον Αμαλία φορτωμένο στην πλάτη με δύο σακιά.

Κάθε Δευτέρα 16 Δεκέμβρη, οι κάτοικοι
της γειτονιάς που έχουν παιδί, παραλαμβάνουν το ίδιο ακριβώς σημείωμα μαζί με
ένα δώρο για το πιτσιρίκι τους:

«Θα χοροπηδάω στον τάφο μου γελώντας
γιατί η ιδέα ότι έχω ΠΕΝΤΕ ΕΚΑΤΟΜΜΥΡΙΑ ΑΝΘΡΩΠΟΥΣ ΣΤΗ ΣΥΝΕΙΔΗΣΗ ΜΟΥ, αποτελεί
για μένα πηγή τεράστιας ικανοποίησης», είπε ο  Άντολφ Άιχμαν.

Αν οι γονείς μάθουν στα παιδιά τους τι
σημαίνει Ναζισμός και Φασισμός, αυτό το έγκλημα δεν θα επαναληφθεί. Εμείς οι
άγιοι Βασίληδες, θα ξαναγυρίσουμε του χρόνου να σας ευχηθούμε υγεία και αγάπη». 

Ο κύριος Σάκης μοιάζει στο
σκύλο του. Γκρίζα μαλλιά, μακρύς κορμός, μουσούδα θλιμμένη με μάτια Σοφία
Λόρεν. Χαμογελάει πλάγια στους γείτονες κι ανταποδίδει τις καλημέρες ντροπαλά.
Η διαδρομή αφεντικού και σκύλου είναι πάντα η ίδια.

Τέσσερα σημεία όπου ταΐζουν
γάτες. Ο κύριος Σάκης τις ενήλικες, ο σκύλος του τα μωρά που τα μαζεύει με το
πόδι του μπροστά στην τροφή και τα σπρώχνει προς τα κάτω να φάνε όλα.

Ο κύριος Σάκης δεν μιλάει
ποτέ, όπως και ο σκύλος του. Ντρέπεται γιατί όλοι στη γειτονιά ξέρουν πως τον
εγκατέλειψε η αγαπημένη του γιατί φρόντιζε την κατάκοιτη μάνα του. Μόλις
πέθανε, πήρε τον σκύλο. Τον ονόμασε Αμαλία όπως την αγαπημένη του κι ας είναι
αρσενικός.

Αυτό που δεν ξέρουν στη
γειτονιά είναι ότι ο κύριος Σάκης είναι Εβραίος και η Αμαλία τον άφησε γιατί
δεν αλλαξοπίστησε. Ο μόνος που ξέρει την αλήθεια είναι ο κτηνίατρος κι αφού
είναι μουγγός δεν πρόκειται να την πει πουθενά. Προτίμησε να του κόψουν τη
γλώσσα απ’ το να μαρτυρήσει που κρυβόταν ο φίλος του. Ήταν μαζί από παιδιά,
μεγάλωσαν σαν αδέλφια κι όταν οι Γερμανοί έπιασαν τους γονείς του Σάκη, οι
γονείς του κτηνίατρου έκρυψαν το ορφανεμένο παιδί στο στάβλο τους στο χωριό για
τρία χρόνια. Ο κτηνίατρος έχασε τους γονείς του λίγο πριν την απελευθέρωση,
τότε που του έκοψαν τη γλώσσα.

Αυτή την Κυριακή 15 Δεκέμβρη, ο
κύριος Σάκης, ο Αμαλίας και ο κτηνίατρος θα βγουν έξω. Θα πάνε να γιορτάσουν
όπως κάθε χρόνο τη σύλληψη του Άιχμαν. Αυτός ευθύνεται που έχασαν και οι δύο
τους δικούς τους, που γύρισε παράλυτη η μάνα του κυρίου Σάκη απ’ το στρατόπεδο.

Πάνε και τρώνε οι τρεις τους
σ’ ένα ταβερνάκι χωρίς να μιλάνε. Πίνουν το κρασάκι τους ήσυχα, τσουγκρίζουν τα
ποτήρια σχεδόν αθόρυβα, μην ενοχλήσουν τους άλλους θαμώνες κι ο Αμαλίας κάτω
απ’ το τραπέζι, τρώει κι αυτός το φαγητό του σ’ ένα πλαστικό πιάτο και πίνει
νερό από μια γαβάθα. Όταν τελειώνουν μοιράζουν το λογαριασμό στα δύο κι
επιστρέφουν ο καθένας σπίτι του. Ξανασυναντιούνται κατά τις δύο τη νύχτα κι
αρχίζουν τη γύρα στη γειτονιά με τον Αμαλία φορτωμένο στην πλάτη με δύο σακιά.

Κάθε Δευτέρα 16 Δεκέμβρη, οι
κάτοικοι της γειτονιάς που έχουν παιδί, παραλαμβάνουν το ίδιο ακριβώς σημείωμα
μαζί με ένα δώρο για το πιτσιρίκι τους:

«Θα χοροπηδάω στον τάφο μου
γελώντας γιατί η ιδέα ότι έχω ΠΕΝΤΕ ΕΚΑΤΟΜΜΥΡΙΑ ΑΝΘΡΩΠΟΥΣ ΣΤΗ ΣΥΝΕΙΔΗΣΗ ΜΟΥ,
αποτελεί για μένα πηγή τεράστιας ικανοποίησης», είπε ο  Άντολφ Άιχμαν.

Αν οι γονείς μάθουν στα παιδιά
τους τι σημαίνει Ναζισμός και Φασισμός, αυτό το έγκλημα δεν θα επαναληφθεί. Εμείς
οι άγιοι Βασίληδες, θα ξαναγυρίσουμε του χρόνου να σας ευχηθούμε υγεία και
αγάπη». Μέσα τους σκέφτονται αν θα είναι ζωντανοί του χρόνου, όμως δεν το λένε.

Από πέρσι εκτός από δώρο αφήνουν και χρήματα σε όσες οικογένειες γνωρίζουν ότι
έχουν οικονομικά προβλήματα. Μόλις τελειώνουν τις παραδόσεις, αγκαλιάζονται,
χαμογελάνε, χαϊδεύουν τον Αμαλία κι αποχωρίζονται. Θα ξανασυναντηθούν να
γιορτάσουν μαζί Χριστούγεννα και Πρωτοχρονιά. 

Κι εγώ που σας είπα την ιστορία τους, είμαι ο Αμαλίας. Γουφ, γουφ.