Koyré εναντίον Καστοριάδη, περί Πλάτωνος
Γράφει ο Μύρωνας Ζαχαράκης
(Για το βιβλίο: Alexandre Koyré, Φιλοσοφία και πολιτεία: εισαγωγή στην ανάγνωση του Πλάτωνα, εκδ. Αλεξάνδρεια, 1990)
Στη μονογραφία του Φιλοσοφία και πολιτεία: εισαγωγή στην ανάγνωση του Πλάτωνα (εκδ. Αλεξάνδρεια), ο Alexandre Koyré παρουσιάζει την πλατωνική σκέψη εξετάζοντας ορισμένους από τους σημαντικότερους πλατωνικούς διαλόγους. Το έργο διαρθρώνεται σε δύο μέρη με τέσσερα κεφάλαια στο καθένα: στο πρώτο μέρος («Ο διάλογος») αναλύονται οι πρώιμοι πλατωνικοί διάλογοι Μένων, Πρωταγόρας και Θεαίτητος, ενώ στο δεύτερο μέρος («Η πολιτική») σχολιάζεται η Πολιτεία (ενν. το ύστερο μέρος της, που γράφτηκε χρονικά αργότερα σε σχέση με το πρώιμο).
Αρχικά, ο Koyré τονίζει πως οι διάλογοι, εκτός από φιλοσοφικά έργα, είναι και περίφημα λογοτεχνικά κείμενα με τη γλαφυρότητα του ύφους και την παραστατικότητά τους. Ο Koyré παρουσιάζει επίσης τον τρόπο με τον οποίο λαμβάνουν χώρα οι αντιπαραθέσεις ανάμεσα στις ιδέες και τους συνομιλητές που τις υποστηρίζουν.
Ένα σημαντικό στοιχείο των πρώιμων πλατωνικών διαλόγων (ονομάζονται και «σωκρατικοί»), σύμφωνα με τον Alexandre Koyré, είναι η απουσία ξεκάθαρης απάντησης στα τιθέμενα ερωτήματα. Οι πλατωνικοί διάλογοι, εκτός από φιλοσοφικά έργα, έχουν όλη τη γλαφυρότητα του ύφους και την παραστατικότητα λογοτεχνικών κειμένων στην παρουσίαση του τρόπου με τον οποίο λαμβάνουν χώρα οι αντιπαραθέσεις ανάμεσα στις ιδέες και τους συνομιλητές που τις υποστηρίζουν.
Ο σύγχρονος αναγνώστης, όμως, δεν είναι σαν τον αρχαίο και δεν γνωρίζει πως οι διάλογοι, καθότι δράματα, προϋποθέτουν τη «συνεργασία» εκ μέρους των αναγνωστών τους για να γίνουν κατανοητοί. Εκεί έγκειται η«εσωτερικότητα» της πλατωνικής φιλοσοφίας: το συμπέρασμα της διαλογικής συζήτησης είναι σαφές, αλλά μόνο για τους αναγνώστες στους οποίους απευθύνεται και οι οποίοι είναι ικανοί να το προσεγγίσουν.
Το νόημα των διαλόγων επομένως υπάρχει, αλλά απευθύνεται στους κατάλληλα προικισμένους, σε αυτούς που έχουν κλίση στη διαδικασία του φιλοσοφείν και είναι ικανοί να εξάγουν τα κατάλληλα συμπεράσματα από τη συζήτηση που παρουσιάζεται γραπτώς.Στη συνέχεια της μονογραφίας, ο Koyré, επιλέγοντας τρεις συγκεκριμένους διαλόγους απ’ το πλούσιο πλατωνικό corpus, μας παρουσιάζει τον τρόπο με τον οποίο λαμβάνουν χώρα οι αντιπαραθέσεις ανάμεσα στις ιδέες και τους συνομιλητές που τις υποστηρίζουν.
Απ’ τον Koyré γίνονται ακόμη και συγκρίσεις με νεότερους Ευρωπαίους στοχαστές, είτε για να προβληθεί η ομοιότητά τους με τον πλατωνισμό (π.χ. Descartes, Spinoza και Durkheim), είτε για να γίνει ξεκάθαρη η αντίθεσή τους (π.χ. Hobbes, Montaigne και Nietzsche). Μέσα σε οκτώ κεφάλαια παρουσιάζονται εκλαϊκευμένα η σημασία της σωκρατικής ειρωνείας, η θεωρία της ανάμνησης και των Ιδεών, καθώς και η ιδέα του φιλόσοφου-βασιλιά.
Η παραδοσιακή εκπαίδευση την εποχή του Πλάτωνος, απλή και λιτή, περιελάμβανε γραφή, ανάγνωση, γυμναστική και μουσική, έφτανε στην κορύφωσή της με την ανάγνωση ποιητικών έργων και ολοκληρωνόταν με τη στρατιωτική εκπαίδευση στην εφηβεία.
Κατά Πλάτωνα, λέει ο Koyré, η εκπαίδευση αυτή ήταν μάλλον ανεπαρκής και παρήγαγε ανθρώπους έντιμους αλλά μάλλον ακαλλιέργητους. Αντίθετα, η νέα παιδεία προσφερόταν από τα σοφιστικό κίνημα, η παιδεία που δίδασκε πώς να πείθεις για οτιδήποτε και πώς να κάνεις το άσπρο μαύρο, διαμόρφωνε ευφυείς και δυνάμει ανήθικους απατεώνες. Εδώ είναι που έπαιξε κομβικό ρόλο η εμφάνιση του Σωκράτη.
«Η συνάντηση με τον Σωκράτη φώτισε την ψυχή του Πλάτωνα και άναψε μέσα της τη φλόγα της φιλοσοφίας· καθ’ όλη τη διάρκεια του βίου, του, η εντύπωση που του προκάλεσε ο Σωκράτης, η αλησμόνητη ανάμνησή του, συντήρησαν εκείνη τη φλόγα η οποία εξακολουθεί να φωτίζει εμάς, σήμερα. Κι όμως, ο Σωκράτης, ο μόνος αληθινός φιλόσοφος που γνώρισε ποτέ ο κόσμος, ο εκλεκτός των θεών και ο σοφότερος μεταξύ των ανθρώπων, καταδικάστηκε σε θάνατο από τους συμπολίτες του».
Ο Σωκράτης, ο παράξενος αυτός σοφός που έλεγε ότι δεν πρέπει να ενδιαφερόμαστε καθόλου τι θα πουν οι πολλοί για εμάς, αλλά τι θα πει ο ειδικός, ότι δεν δημιουργείται από τα χρήματα η αρετή, αλλά από την αρετή τα χρήματα, καθώς και ότι δεν πρέπει ποτέ ν’ ανταποδίδουμε την αδικία, ούτε να κάνουμε κακό σε κανέναν, σφράγισε τον Πλάτωνα.
Ο Πλάτων πιστεύει ακράδαντα ότι ο άνθρωπος, ακόμη και φιλόσοφος αν είναι, δεν μπορεί να είναι πλήρης έξω από την Πολιτεία. Κεντρική ιδέα του είναι ότι οι φιλόσοφοι οφείλουν να εγκαταλείψουν προσωρινά τον ασφαλή χώρο της αφηρημένης γνώσης, και να κατέβουν στον πολιτικό στίβο, αναλαμβάνοντας τη διακυβέρνηση της πόλης-κράτους:
«Είναι ολοφάνερο πως ο Πλάτων αντιπαθεί τον αμοραλισμό της εποχής του και προτιμά την παραδοσιακή, αριστοκρατική ηθική του παρελθόντος, την ηθική στην οποία έχουμε ήδη αναφερθεί, την ηθική που επιτάσσει ανδρεία, ευσέβεια, αφοσίωση στην Πολιτεία. Αλλά δεν πρέπει να παρερμηνεύσουμε, δεν πρέπει να φανταστούμε ότι -όπως έχει λεχθεί κατά καιρούς- ο Πλάτων είναι ένας αμετάπειστος αντιδραστικός. Κανένας δεν επέμενε περισσότερο από κείνον στη θέση ότι τη σωτηρία δεν θα την έφερνε – ούτε μπορούσε να την προσφέρει- η οπισθοδρόμηση. Κανένας άλλος δεν καταδίκασε δριμύτερα την παραδοσιακή παιδεία».
Καθώς εκμαιεύει τις πλατωνικές απόψεις μέσα απ’ τους διαλόγους, ο Koyré οικτίρει την πορεία του σύγχρονου κόσμου, ο οποίος, σύμφωνα με τον ίδιο, έχει ανάγκη να θυμηθεί τα διδάγματα του Πλάτωνα. Η εμπειρία του φασισμού και του ναζισμού αποτελεί μια τραγική δικαίωση όσων αναφέρει ο Πλάτων σχετικά με την παρακμή των πολιτευμάτων.
«Ο Πλάτων δεν αγαπά τη δημοκρατία. Αυτό είναι βέβαιο. Έστω και αν δεν την περιφρονεί όπως περιφρονεί την ολιγαρχική Πολιτεία, δεν συμπαθεί καθόλου τον δημοκρατικό άνθρωπο, ο οποίος, για να λέμε την αλήθεια είναι απλώς ένας απελευθερωμένος ολιγαρχικός, ένας ολιγαρχικός που οι επιθυμίες του και ο ευδαιμονισμός του δεν περιορίζονται πλέον από τη φιλαργυρία και το φόβο της επικείμενης καταστροφής».
Καθώς η ανθρωπότητα παραμένει πάντοτε η ίδια, είναι αναγκαίο να επωφεληθούμε από όσα ο μεγάλος φιλόσοφος μας έμαθε: να στηρίζουμε τις κοινωνίες μας στην παιδεία, να επιζητούμε απ’ τους μορφωμένους της πνευματικής ελίτ να μας κυβερνούν και ν’ αποφασίζουμε πάντοτε με γνώμονα τη λογική.
Απ’ τον Koyré γίνονται ακόμη και συγκρίσεις με νεότερους δυτικούς στοχαστές, είτε για να προβληθεί η ομοιότητά τους με τον πλατωνισμό (π.χ. Descartes, Spinoza και Durkheim), είτε για να γίνει ξεκάθαρη η αντίθεσή τους (π.χ. Hobbes, Montaigne και Nietzsche).
Ίσως μια παράλειψη της παραπάνω ανάλυσης, όπως και άλλων όμοιων αναλύσεων της πλατωνικής φιλοσοφίας, είναι ότι δεν προσφέρει σχολιασμό εκείνων των πλατωνικών απόψεων που σήμερα δεν θα γίνονταν ευρύτερα αποδεκτές. Αυτό μπορεί να το δει κανείς σε αντιδιαστολή με τη σκέψη του Κορνήλιου Καστοριάδη. Ο Πλάτων εκπροσωπεί το αντίπαλο δέος της καστοριαδικής φιλοσοφίας.
Σύμφωνα με τον Καστοριάδη, ο 8ος αιώνας δημιούργησε την ελληνική πόλη, με τη γέννηση της φιλοσοφίας (Προσωκρατικοί), μιας φιλοσοφίας που έτεινε στην αυτονομία, αφήνοντας ανοικτά τα ερωτήματα και ευνοώντας την αμφισβήτηση του κατεστημένου. Οι αρχαιοελληνικοί μύθοι έδειχναν στον άνθρωπο ότι είναι θνητός, όριο που του είναι αδύνατο να το υπερβεί. Για τους Έλληνες είναι άγνωστη η ιδέα της εξωκοσμικής φυγής, οι ιστορικές νομοτέλειες, καθώς και κάθε μορφή μεσσιανισμού. Ο φόβος του θανάτου υπάρχει παντού, οι Έλληνες όμως στηρίχθηκαν στην επίγνωση της πραγματικότητάς του.
Η ειρωνεία είναι ότι επειδή άκουσαν πολλές έννοιες υπερανθρωπισμού / τεχνικού μετανθρωπισμού από τον Τάση, αφελώς τον θεωρούν υπερασπιστή τους, αφού αυτός τις έφερε στην Ελλάδα. Λες και αλλιώς θα «γλιτώναμε» από αυτές για πολύ, αν δεν μας τις είχε κοινοποιήσει. Ο Τάσης είναι πρωτίστως ένας «κωδωνοκρούστης» πιθανών κινδύνων απ’ όσα θα έρθουν και για όσα θα κληθούμε ν’ αποφασίσουμε σύντομα.
Παρεμπιπτόντως, υπό την επιρροή του Καστοριάδη, ο σύγχρονος στοχαστής Θεοφάνης Τάσης ασκεί σήμερα κριτική στις πιο ριζοσπαστικές ιδέες των υπερανθρωπιστών και των τεχνικών μετανθρωπιστών του καιρού μας. Και εκείνος βλέπει αρνητικά την υπέρβαση της θνητότητας και επιχειρηματολογεί εναντίον της, εξηγώντας ότι ο θάνατος, ως προοπτική, μας ορίζει ως όντα.
Ο αυτοπεριορισμός είχε λοιπόν κεντρική σημασία στην αρχαιοελληνική σκέψη. Είχε τη σημασία ότι το καθετί έχει την κοσμικά προκαθορισμένη θέση του και είναι ύβρις να προσπαθεί να το αλλάξει κανείς αυθαίρετα και κατά βούληση. Ο άνθρωπος, τουλάχιστον σε μια συγκεκριμένη χρονική περίοδο του ελληνισμού, καλείται ν’ απαρνηθεί τις προοπτικές αθανασίας και να συμβιβαστεί με τη θνητότητα.
Ο φιλόσοφος κάνει λόγο για κεντρικές φαντασιακές σημασίες. Η γέννηση της μεταφυσικής, άρα και της φιλοσοφικής ετερονομίας του ανθρώπου, εντοπίζεται απ’ τον Καστοριάδη στον 8ο-5ο αιώνα π.Χ. Στον 13ο αιώνα λαμβάνει χώρα η «αναγέννηση» της αυτονομίας στο ανθρώπινο φιλοσοφείν.
Η ετερονομία αποτελείται από αυθεντίες και εκφράζει έλλειψη αμφισβήτησης, αναίρεσης και κριτικής. Δεν είναι αναστοχαστική, χαρακτηρίζεται από τον απομονωμένο φιλόσοφο για τη «σωρευτική» φιλοσοφία και το «κλείσιμο» των ερωτημάτων, δηλαδή από μιαν απόλυτη και κλειστή λογική. Πρόκειται για ό,τι ο Καστοριάδης έχει ονομάσει «μοίρα του Είναι». Εδώ, μας λέει, ανήκει αναμφισβήτητα ο Πλάτων.

Στον αντίποδά της, η κοινωνική αυτονομία δεν αποτελείται από αυθεντίες, αλλά εκφράζει την αμφισβήτηση, την αναίρεση και την κριτική. Έγκειται στον διαρκή αναστοχασμό, με τον φιλόσοφο να μην είναι απομονωμένος, αλλά φιλόσοφος-πολίτης και η φιλοσοφία του είναι βαθιά ιστορική, η ιστορία της είναι κριτική και χαρακτηρίζεται απ’ το ακατάπαυστο άνοιγμα των ερωτημάτων.
Η ανοικτότητα συνεπάγεται και τη βούληση για αυτο-ανατροπή. Εδώ ανήκουν αναμφισβήτητα οι Προσωκρατικοί. Κοινωνική αυτονομία σημαίνει ότι όχι μόνο η κοινωνία ορίζει τους νόμους της, αλλά και αναγνωρίζει τον εαυτό της ως τον μοναδικό τους νομοθέτη.
Για τον Καστοριάδη, το θέμα της άμεσης δημοκρατίας δεν μπορεί να τεθεί πολιτικά παρά σαν θέμα αυτοκυβέρνησης και στην παραγωγή, με την κοινωνικοποίηση των πιο σημαντικών μέσων παραγωγής και τη συλλογική διαχείριση της παραγωγής απ’ τους ίδιους τους παραγωγούς.
Ο κόσμος, για τον Καστοριάδη, είναι και χάος, δημιουργία, πρόοδος και αμφισβήτηση. Το φαντασιακό είναι μια κοινωνικοπολιτικά ενεργή ρυθμιστική ιδέα, που δημιουργείται και προσανατολίζει την εκάστοτε κοινωνία συλλογικά και καλύπτει πρακτικές ανάγκες μορφοποιώντας το χάος.
Πράγματι, η άποψη ότι η αλήθεια είναι μία και μοναδική για όλους τους ανθρώπους, πάντα και παντού, βασική για τη δυτική σκέψη, οφείλει πολλά στον αρχαίο φιλόσοφο και στους μαθητές του. Είναι αλήθεια ότι στον Πλάτωνα δεν υπάρχει «ιστορία», με τη νεωτερική σημασία του όρου: η πλατωνική ουτοπία υποτίθεται πως είναι διαχρονική και βρίσκεται στον ουράνιο τόπο. Εμείς οφείλουμε απλώς να την ακολουθούμε. Η εποχή μας δεν είναι διόλου προετοιμασμένη και πρόθυμη να δεχθεί κάτι τέτοιο.
Ο Μύρων Ζαχαράκης γεννήθηκε το 1995 στην Αθήνα και σπούδασε Φιλοσοφία στη Φιλοσοφική Σχολή Αθηνών, συνεχίζοντας με μεταπτυχιακές σπουδές στην ιστορία της Φιλοσοφίας, στο ίδιο πανεπιστήμιο. Είναι υποψήφιος διδάκτωρ Φιλοσοφίας στο τμήμα Ιστορίας και Φιλοσοφίας της Επιστήμης (ΙΦΕ) του ΕΚΠΑ. Άρθρα και βιβλιοπαρουσιάσεις του έχουν δημοσιευτεί σε επιστημονικά περιοδικά και σε ιστοτόπους.