Μπάνσι
“There’s room for you if you say ‘I do’. But don’t say no, or you’ll have to go.”
Υπάρχει ένα μικρό χρονικό παράθυρο στον ουρανό όπου μπορείς να παρατηρήσεις τόσο το πορφυρό σβήσιμο του μητρικού μας άστρου όσο και την ανατέλλουσα αέναη λευκότητα της σεληνιακής συντροφιάς.
Σε λίγο ξυπνούν τα πλάσματα της νύχτας.
Ξαπλώνεις πάνω σε άμορφα βότσαλα που σου κόβουν την πλάτη, μα αλλού φωλιάζει η αιτία του πόνου. Περί τις 30 μοίρες βορειοανατολικά του κέντρου σου, αν για βορρά πάρουμε την πεπλεγμένη πηγή ηλεκτρικών σημάτων που τρεμοπαίζει φυλακισμένη κάτω από τον οστικό μας θόλο.
Ζεστός αέρας σε φυσάει απαλά ακόμα και μετά τη δύση του ήλιου κι όμως ένα παγιδευμένο ψύχος στα άκρα και στην σπονδυλική σου στήλη συνεχίζει να αντιστέκεται στη θερμική ισορροπία με το περιβάλλον.
Ίσως να φταίει που έσμιξες με ένα πνεύμα.
Ίσως να φταίει που τραβήχτηκες μακριά του.
Τα ουρλιαχτά σου αρκούν για να ραγίσουν γυαλί μικρή μου Μπάνσι. Χθόνια φύση δίχως κακό σκοπό. Δεν θέλησες να προκαλέσεις πόνο στους θνητούς. Θρηνείς μόνο για την απώλεια των αγαπημένων σου. Γι’ αυτό έχεις μόνιμα κόκκινα απ’ τα δάκρια μάτια τυλιγμένα σε δυο μαύρους κύκλους. Πασχίζεις να προειδοποιήσεις τους γύρω σου για κάτι τόσο τραγικό όσο ο θάνατος. Είσαι πιο σύγχρονη όμως από τον μύθο σου και έτσι δε μιλάς για τον αιφνίδιο θάνατο του σώματος, μα για τον αργό βασανιστικό θάνατο της ψυχής. Αυτόν που σου δημιουργεί στίγματα στο κορμί και σε ρίχνει τόσο συχνά στο κρεβάτι. Πίστεψες ότι ο φόβος και η κραυγή σημαίνουν πρόληψη. Μα η απόκοσμη διαίσθησή σου για το κακό που θα έρθει αναπάντεχα και αδιαμφισβήτητα σε έκανε έρμαιο της μελαγχολίας σου. Κι έτσι το κακό το φέρεις μαζί σου όπου πας, τρομάζοντας τους περαστικούς που βρίσκονται στο διάβα σου.
~
Είναι δύσκολο να παίρνεις την απόφαση να βιώσεις το πένθος σου. Χιλιάδες μικροσκοπικοί ταλαντωτές σου χτυπάνε τα νεύρα ακριβώς εκείνη την ώρα που νομίζεις ότι διασχίζεις κάποιον γαλήνιο ποταμό ειρήνευσης. Τα πόδια σου από τη μια δε σε βαστάνε όρθιο και από την άλλη τσιτώνουν σαν να τα διαπερνά ηλεκτροσόκ σε κάθε νανούρισμα. Το σώμα σου στρέφεται εναντίον σου.
Θέλει διαύγεια, θάρρος ή και θράσος για να αγνοήσεις τις παρακάμψεις που δείχνουν οι λαμπερές φωτεινές ενδείξεις επάνω στο δρόμο της θλίψης. Κατασκευασμένες με γιγάντια νέον φώτα και επιμέλεια από μηχανισμούς άμυνας και άρνησης που κυοφορούμε από όταν ήμασταν εύπλαστες παιδικές ψυχές. Ασυνείδητοι ψίθυροι: “Εμείς είμαστε εδώ για σένα. Έχεις βιώσει ξανά τον πόνο. Θυμίσου απλά τι πρέπει να κάνεις. Να είσαι ο ίδιος. Μην προσπαθείς να καταλάβεις. Μην προσπαθείς να αλλάξεις. Κάθε γέννα φέρει πόνο. Πόσο πόνο πιστεύεις ότι αντέχεις.”
Άλλωστε έχεις και μια ολόκληρη κοινωνία να αντιμετωπίσεις. Δεν μπορείς να είσαι θλιμμένος για καιρό. Έχεις πιο σημαντικά πράγματα να ασχοληθείς. Δε μπορείς να αφήσεις το συναίσθημα να σε καταβάλει ενώ κρίνονται τόσα. Ποιος αφήνει το μέλλον για το παρόν; Μην είσαι αδύναμος. Κοίτα τους γύρω σου. Κάθε πένθος πρέπει να λήξει.
Τι δρόμο να διάλεξες εσύ άραγε; Τι τον έκανες εσύ τον τόσο πόνο;
~
Μεταμεσονύχτιες μυστηριακές φωτογραφίες μπροστά από καθρέφτες και δεκάδες φλεγόμενα σπαθιά να διαπερνούν το κορμί μου.
30 χρόνια φθοράς και μέσα μου εξακολουθεί να καίει η ελπίδα της αφθαρσίας.
Τα ακουστικά λειτουργούν σαν ενισχυτές αναμνήσεων.
“We found you hiding. We found you lying. Choking on the dirt and sand.”
Θυμάσαι;
Ή ξέχασες ήδη;
~
Έφυγα πρώτος.
Και τώρα φεύγεις εσύ.
Τι μένει πίσω τελικά;
Προχθές το βράδυ έπεσα για ύπνο μεθυσμένος. Ξύπνησα στη μέση της νύχτας με μια καμένη λάμπα στα χέρια μου.
Που πήγε το φως;
Που πήγε η θέρμη της;
Γιατί υπήρχε μονάχα κρύο γυαλί να ακουμπά πάνω στο γυμνό μου κορμί;
Αν την είχα αγκαλιάσει πιο σφιχτά ίσως και να είχε σπάσει. Και ίσως ξαφνικά να βρισκόμασταν αυτή θρυμματισμένη και εγώ γεμάτος θανάσιμες πληγές από τα καρφωμένα της γυαλιά. Ίσως τα σεντόνια μας να μούλιαζαν με ζεστό αίμα.
“I heard a rumor – what have you done to her?”
~
Γεύτηκα την αγάπη σου πνεύμα. Και άλλο τόσο έρωτα σου προσέφερα κι εγώ.
Και τώρα που έφυγα από δίπλα σου με μετέτρεψες σε φάντασμα.
Σαν να ενεργοποίησα κάποια κατάρα δια του από-χωρισμού.
Αφού δεν άντεχα να είμαι τα πάντα έπρεπε να πάψω να υπάρχω.
Μόνο στη σιγαλιά της νύχτας, όταν κλείνεις το φως, μπορώ να έρχομαι να σου ψιθυρίζω στις σκέψεις σου.
Ή όταν τα όνειρά μας συναντιούνται και δίνουν απαντήσεις στα μεγάλα “αν”.
Όλοι λένε ότι είναι καλύτερα έτσι.
Όμως τα πάντα έχουν ανάγκη από φωνή. Και τα φαντάσματα δε μπορούν να μιλήσουν. Μονάχα να ταρακουνήσουν το νευρικό σου σύστημα και να φέρουν ένα αίσθημα ψύχους όταν περνούν από μέσα σου. Υπάρχοντας ως νοσταλγία ή πένθιμη ανάμνηση.
“ Spellbound”
~
Σαν φάντασμα λοιπόν λαχταρώ την επαφή.
Και σαν φάντασμα μου έμελε να σε αποχαιρετήσω.
Δίχως να γνωρίζω αν θα διαβάσεις ποτέ αυτά τα λόγια.
Αφήνοντας μονάχα σημάδια του πόνου και της αγάπης επάνω σε λίγα ψηφία.
Καλή ζωή λοιπόν μικρή μου…
Εύχομαι κάποια στιγμή να θυμηθείς ότι είμαι άνθρωπος.
Ότι έχω σάρκα και ψυχή.
Και ότι πονάω όπως κι εσύ.
Ότι είμαι εκεί κι ας είμαι εδώ.
Ότι υπάρχω.
“I’m looking through your window…”
Αθήνα, 22/08/2023
Γιώργος Μανουράς