Μιχάλης Κάτσαρης

Για μια περιοδολόγηση της βάδισης

Ένας άνθρωπος του Λονδίνου τραυματίστηκε θανάσιμα
από την ταχύτητα της εκβιομηχάνισης.
Κολυμπούσε στους βροχερούς δρόμους χωρίς πρόσωπο,
με κάποια απόσταση,
πλην όμως ρυθμική συγγένεια
με τα μοτίβα των πληθυσμιακών κινήσεων στο νερό.
Είναι περίπου 1840, οπότε μπορεί να είναι ο ίδιος ο διάβολος,
ή απλώς αυτή η παθολογική εμμονή του να αφήνει τα ίχνη του,
να βρει μια θέση στις σημειώσεις του Poe.
Μπορεί να πετύχει να αντηχεί
ακόμα και στη μπωντλαιρική φαντασίωση του μοντέρνου,
που αναρρώνει ανάμεσα σε ροζιασμένα δάχτυλα
και χοντροκομμένες απόψεις για τη νεωτερικότητα.
Ο 20ος αιώνας τον βρίσκει, πάντως, πειραματάνθρωπο στo Arcades
να καθρεφτίζεται διαρκώς στα γυαλιά του Benjamin,
όπως καθρεφτίζονταν όλα τα αντικείμενα
πάνω στο τελευταίο γραφείο του στο Παρίσι·
τα σπίρτα, το παλιό μελανοδοχείο και ο γαλλικός καφές.
Ο πόλεμος είναι φρίκη μετά και σύγχυση πρώτα,
γιατί εκεί συνηθίζεται να τον χρησιμοποιούν πολύ,
ώσπου να γίνεται ψυχρο(πολεμικό) led χασάπικου.
Όταν όλα έχουν τελειώσει,
οι διανομείς των αμερικανικών κονδυλίων
τον χαρίζουν δώρο στους ευρωπαίους πολίτες,
που δεν θυμούνται τίποτα για τα στρατόπεδα συγκέντρωσης.
– κοιτάξτε, λένε, ένα εκθηλυμένο σύμβολο·
έξι χρόνια ζωγραφίζει στα συντρίμμια που πολεμούσαν οι άντρες μας.
Στην αυγή του ’70 θα ήταν, λοιπόν, ολότελα παράλογο
να ασχολείται ένας τέτοιος άνθρωπος ακόμη με τις καλές τέχνες.
Άλλωστε, πού τελειώνει η έκθεση και πού αρχίζει το έργο.
Τα πάντα έχουν μονιάσει τόσο αρρωστημένα χαρούμενα.
Ακολουθεί πεζός τα φανάρια όλου του μεταφορντικού κόσμου.
– Είναι μετάνοιες αυτό το περπάτημα γιατρέ;
– Κάθε άλλο, είναι στύση, λέει ο Certeau.
2001 και κάτι και κατεβαίνει από το τρένο με τ’ ακουστικά.
Θα σταματήσει να πάρει μια μπροσούρα κι έναν δίσκο
απ’ το υπόγειο βιβλιοπωλείο των αναρχικών
και θα συνεχίσει με το ποδήλατο για την αμφίβια δεκαετία των tesla.
Ο βηματισμός του μοιάζει ψυχωτικός,
η πολεοδομία κάνει πολιτική, και η πολιτική πολεοδομία.
Όλες οι μουσικές, οι ταινίες, τα βιβλία και οι άνθρωποι
βρίσκονται εκεί απ’ όπου εκείνος απουσιάζει.
Η περιήγηση είναι τώρα η ενατένιση
και ο περιηγητής μένει ακίνητος στο χώρο της κίνησης,
για να κινείται ελεύθερα στον άλλον της ακινησίας.
Απόψε καπνίζει πίσω από κλειστά παράθυρα ως τις τρεις το πρωί
μπροστά στη μπλε οθόνη·
κάτι θυμήθηκε, όμως, με το ξαφνικό βογγητό της καφετιέρας:
«Ο επικείμενος μεγάλος πόλεμος
θα είναι μια αληθινή πρόκληση για το βάδισμα».