Φέλιξ Σίλλερ – Το φαινόμενο της Ελευσίνας
Πρέπει να ξαναρχίσουμε εκ νέου.
Τελείωσε όντως και η αρχή με την κατάρρευση;
Σχεδόν όλα τελειώσαν με την κατάρρευση.
Εκτός από τον έπαινο;
Εκτός από τον έπαινο.
Εκτός απ’ την ελπίδα;
Εκτός απ’ την ελπίδα.
Ακόμα και η Ιστορία;
Η Ιστορία συνεχίζεται. Της δίνεις έλλογη μορφή, τη γεμίζεις ώς πάνω συντηρητικά,
τη ναρκώνεις πού και πού να διατηρηθεί στη ζωή, μετά σπας το κιβώτιο
και την κουβαλάς στο επόμενο καταφύγιο. Ξεφυσάς στον κορμό της,
συρίζεις μες στους κλώνους της, τη φωνάζεις πάνω απ’ τα ξεπλύματα και τις πυρές.
Μόνο συνέχισε να την επαινείς, να την ξεκινάς.
Ψιθύριζε στο ρήγμα.
Φύσα καυτή ανάσα στα ροζιασμένα σιτηρά.
Ερήμων εκπνοή.
Ο ψίθυρος επί του χόρτου το κάνει να ορθωθεί.
Μετά τον μεγαλύτερο απ’ όλους τους χειμώνες,
που δεν ήταν παρά καλοκαίρι ασύδοτο
κι αμείλικτο,
ένα καλοκαίρι έξω από κάθε θάλασσα,
ένα κατακαμένο, που χιόνιζε στάχτη,
κοκκιόπαγο σταχτί και παγωμένο κάρβουνο,
κι αποκολλήθηκαν ανεμοσούρια ξηρασίας,
για ν’ αποβάλει η ατμόσφαιρα στροβίλους βιομάζας
ώσπου απ’ το πέτρωμα ξεγλίστρησε μπουσουλητό
που πίκρανε το νερό. Μέχρι που έριξε χαλάζι
ταριχευμένες λιβελούλες, μύγες,
και τα βιβλία πέσαν στις πηγές τους
κι οι άνθρωποι χάσαν τη λάμψη τους.
Πώς να ξαναρχίσουμε μετά την τόσο ζοφερή εποχή;
Που ολότελα είχε φωτιστεί στο καθετί της.
Πώς να γιορτάσουμε σαν Κόρες, πώς ν’ αποκτήσουμε τ’ αναγκαίο σθένος;
Και πώς ν’ αφυπνιστούμε στο σκιώδες τέλμα,
ν’ αποτινάξουμε τον μαρασμό, να βεβαιώσουμε
πώς θ’ ανανεωθούμε. Μετά
την τόσο ζοφερή εποχή,
όπου κι ο παγετός ξεράθηκε, λιώνοντας σέπαλα,
και μηχανήματα βραχώδεις πόλεις μάταια οργώναν.
Οι εποχές του χρόνου,
οι εποχές φυτρώναν σαν ζιζάνια η μια πάνω στην άλλη,
κάθε φθινόπωρο φωτίζοντας μειλίχια, σπόροι που παραπέσαν,
ξερνώντας τ’ αποθέματα νερού στο στέρφο χώμα
σε θρυλικά συμβάντα
που ξέπλεναν σπίτια, και σάπιζε η σπορά,
τα φίλτρα της ατμόσφαιρας σκισμένα,
καθώς οι άνθρωποι φυλάγαν, συντηρούσαν σε βαζάκια,
η έγνοια συντριβόταν στα υπόγεια τους. Βάζαν
λαχανικά σε φωτεινά ντουλάπια, ξεζούμιζαν
τον λίγο κόκκινο χυμό απ’ τα πικρά αποθέματα,
στοιβάζαν προσδοκίες δίπλα στις πατάτες
παραχωμένες μέσα τους. Χυλό ταΐζαν το χρηματιστήριο,
μαγείρευαν να δέσει, απόσταζαν το εκχύλισμα του κρόκου
και του πικραγγουριού, παστώναν φασιανούς,
σέλινο καπνιστό και μάζευαν πλημμύρες σε δοχεία αλατισμένα.
Η διάλυση ξεχείλιζε, αντί για σχέδιο μπίζνας
φύτρωνε θλίψη, προσμίχτηκε και πένθος.
Οι κύκλοι της ανάπτυξης στ’ αλήθεια κακοδιάθετοι.
Ούτε πλένονταν πια, ούτε να κουνηθούνε.
Μια λαύρα έκαιγε στο δέρμα σαν λαχτάρα,
οι λίμνες στοκαρίστηκαν, κλείσαν με σιλικόνη,
το παγωμένο έγινε νωπό και γλιστερή αχλή,
οι αναγγελίες συμφορές έμπασαν στις εστίες.
Η απαλή συναρμογή των πραγμάτων δεν ήταν πλέον
πλήρης από το Είναι. Το συλλογικό έχανε τα ερείσματά του.
Οι αγρότες ένιωθαν δηλητηριασμένοι απ’ το κρασί
και ξέσκισαν στη μέθη τους το πλέγμα των τσαμπιών.
Από μια δέσμη σπίθες, μια λόχμη αστραπών
έπεσαν όλοι σε νάρκη ευωδιαστή, σβώλοι κείτονταν
στη σάπια καταχνιά, στ’ αλισβερίσι ώχρας
του σταχυού, και ουδείς γνωρίζει πλέον ποιος
πρώτος δείλιασε και κουνήθηκε, ποιος έσκυψε
πάνω από το πινάκιο. Ποιος πρωτοπίστεψε ανθρωπίνως
κι απελευθέρωσε τις ζαχαρωμένες φράουλες,
ποιος επέτρεψε στον εαυτό του να πεινά.
Ποιος συζήτησε κασόνια, χύτρες, βάζα μέχρι σκασμού,
ποιος λύτρωσε το απρόσιτο, παράλυτο από φόβο.
Ποιος ανακάλυψε μια φόρμουλα ζωής
σαν αχτίδα που πέφτει στο δωμάτιο απ’ τον φεγγίτη.
Μην έψαχνε το πορφυρό για κάποια επιστήμη;
Ή μήπως ήπιαν οι βλαστοί βάμμα των φιλοσόφων;
Μήπως από όντα λαμπερά τους δόθηκε μορφή;
Ίσως να γίναμε όνειρα
από μικρούς θεούς σε τρύπες,
που απ’ τη μανία τους αντλούσαν δύναμη
και την προσφέραν. Ουδείς γνωρίζει πλέον
ποιος βάφτισε τη μνήμη μας σ’ όσα γιορτάζουμε.
Ξέρουμε μόνο πως και το κοίταγμα είναι στάδιο μύησης.
Το βλέμμα μας κατηφορίζει φρέσκο κάθε μέρα στην πεδιάδα
και βρίσκει όσα πασχίζει να ξεχάσει: όλα συμβαίνουν κατά πατροπαράδοτο
και δη καινούργιο τρόπο.
Ο θησαυρός ξεπροβάλει για ν’ αναφλεγεί.
– μετάφραση: Αλέξιος Μάινας
Ο Φέλιξ Σίλλερ γεννήθηκε το 1986 στην Weissenburg (Βαίσενμπουργκ) της Βαυαρίας και σπούδασε φιλοσοφία, ιστορία και γερμανικές σπουδές στο Freiburg (Φράιμπουργκ), τη Βασιλεία (Basel), τη Βιέννη (Vienna) και το Λα Παζ (La Paz) της Βολιβίας, με υποτροφία από το Εθνικό Ίδρυμα Γερμανικής Ακαδημίας. Ήταν ο ιδρυτής της σειράς αναγνώσεων zwischen/miet. Νεαρή λογοτεχνία σε κοινά διαμερίσματα, και απασχολήθηκε ως διοργανωτής, επιμελητής και λέκτορας για το Literaturhaus Stuttgart, το Λογοτεχνικό Αρχείο Marbach, το φεστιβάλ ποίησης του Βερολίνου και το Literary Colloquium Berlin. Το 2017, οι εκδόσεις hochroth Munich κυκλοφόρησαν την ποιητική του συλλογή regionale konflikte (περιφερειακές συγκρούσεις), η οποία επιλέχθηκε ως “Το καλύτερο ντεμπούτο γερμανόφωνης ποίησης για το 2017”. Το 2018 έγραψε κείμενα για τον σχεδιασμό ενός θεατρικού έργου σχετικού με τις εμπειρίες εκπαιδευόμενων νοσηλευτών, που φέρει τον τίτλο Silent Service -Βωβή υπηρεσία- (Θέατρο Φράιμπουργκ), και το 2021 έγραψε επίσης το έργο Der Eleusis-Effekt (E- Werk Freiburg).