Λυτά Κορδόνια  (Κλεονίκη Δρούγκα)

Πήρε το μονοπάτι για τους καταρράκτες

ανάμεσα στις φτέρες

Ο ήλιος θρυμματιζόταν στα μαλλιά της

Τα παπούτσια τρίβονταν στο χωματόδρομο

Το αεράκι έφερνε τις κοφτές ανάσες της

Έβρεξε τα μανίκια

νότισε τις σκέψεις

πλατσούρισε στα νερά των χρόνων

που υπέταξαν τις παρορμήσεις της σ΄ένα ξύλινο παγκάκι

με υποκείμενες σκέψεις

αν συνθηκολογήσει με την άνοιξη

θα πληρώσει σε ρούβλια τα χάδια της

-χαλάλι

τέντωσε το βλέμμα στο μπλε τ΄ουρανού

έμεινε εκεί για πολλή ώρα απασχολημένη με το κελάρυσμα

τις πραγματικότητες τις άφησε πίσω

ως το απογευματάκι

πρόθυμα πήρε πάλι μπρος μέσα στις φυλλωσιές

παραπάτησε

δεν φταίει το σύθαμπο

φταίνε τα λυμένα κορδόνια

δεν φοβήθηκε μην πέσει

Βάζω στοίχημα ότι φοβάται λιγότερο

τα λυτά κορδόνια

απ΄τις λυτές σκέψεις

ανάμεσά τους φυτρώνουν τσουκνίδες κι αγριόχορτα
αυτές καμιά φορά την θανατώνουν

 

Αποφάσισε να τις ξεριζώσει.