Η υπερρεαλιστική εικονοπλασία της Δούμου
Σύμφωνα με τον Μπρετόν1ο σουρεαλισμός δεν είναι μορφή της
ποίησης. Είναι μια κραυγή του πνεύματος
που ξαναγυρίζει στον εαυτό του με την
απεγνωσμένη απόφαση να σπάσει τις
αλυσίδες του. Και στην ανάγκη με υλικά
σφυριά. Κι όπως είδαμε παλαιότερα2στη μεταμοντέρνα ποίηση, και δη στην
«ποίηση της αγανάκτησης»3,
ο σουρεαλιστικός στίχος μετατρέπεται
σε ένα όπλο αντιτασσόμενο στη δεσποτεία
του ορθού λόγου και την -προπαγανδιστική-
εργαλειοποίησή του στη σύγχρονη κοινωνία,
ενάντια στην αριθμοποίηση και τη
συνθηματολογία.
Σήμερα
πια λειτουργεί ως αντίδοτο στην
απολυτότητα του σκληρού ρεαλισμού,
αντιδρά στην κυριαρχία του ρασιοναλισμού
μέσα από την συναισθηματική αποδόμηση
της λογικής. Με την εικονοπλαστική και
δημιουργική του γλώσσα ταξιδεύει τον
αναγνώστη με οδηγό το συναίσθημα∙
εκθέτει τη λογική σε νέες προκλήσεις
αξιοποιώντας τη συνειρμική διάσταση
της γλώσσας χωρίς να περιφρονεί τα μέσα
που της προσφέρει ο σουρεαλισμός με
στόχο να εκφράσει την ενδόμυχη αλήθεια
του ποιητή4.
Μέσα από τον “παραλογισμό” και την
“εξωτερίκευση του μέσα” του
αναδεικνύει την ουσία των συναισθημάτων
και του ψυχισμού.
Στον
δρόμο αυτόν κινείται και η τρίτη ποιητική
συλλογή της Στέλλας Δούμου «χρονορυχείο»
(Θράκα, 2017).Η
στιχουργική της διακρίνεται από έντονο
υπερρεαλιστικό στοιχείο∙ η συνειρμική
κίνηση και ο πληθωρικός χαρακτήρας της
εικαστικής της έχουν ρίζες στον
σουρεαλισμό. Πλήθος μεταφορών με
συνυποδηλωτικές εικόνες ξεπηδούν από
τον στίχο της με χειμαρρώδη ορμή.
Με
επίκεντρο την πρωτοενική εστίαση, η
δημιουργός σκάβει στο ορυχείο του χρόνου
και μιλάει για τον έρωτα, τη φθορά και
τον θάνατο. Η δυνατή εικονοποιία της,
όπως ξεδιπλώνεται μέσα από την ανοικείωση
που γεννούν ονοματικά ή ρηματικά σύνολα,
ξαφνιάζουν το κοινό. Διατηρούν όμως
λειτουργικό ρόλο, καθώς ενισχύουν
αισθητικά και συναισθηματικά το ποιητικό
κάδρο, δημιουργώντας πρισματικές
συνθέσεις. Με ύφος αφηγηματικό συμπλέκει
το βίωμα με τη μυθοπλασία μέσα σε ένα
πολύ πολυκεντρικό περιεχόμενο,
αξιοποιώντας την υπερρεαλιστική
μεταγλώσσα και δημιουργώντας όμορφες
εικόνες.
Στην
πυκνή γραφή της φανερή είναι η επιδίωξη
μιας στοχαστικής κλιμάκωσης, που ενίοτε
έρχεται σε βάρος της συναισθηματικής
κλιμάκωσης ελλείψει κάποιας δραματικής
κορύφωσης. Τούτο, ωστόσο, καλύπτεται
από τους χαμηλούς τόνους που ισορροπούν
άρτια με το σουρεαλιστικό ύφος.
1
Αντρέ Μπρετόν, Το Μανιφέστο του
Υπερρεαλισμού, 1924.
2
βλ. και Δήμος
Χλωπτσιούδης, Οι
υπερρεαλιστικές επιρροές στην ποίηση
της αγανάκτησης, vakxikon, τεύχ. 33.
3
βλ. Δήμος Χλωπτσιούδη, Η
ποίηση της αγανάκτησης, τοβιβλίο
(03/01/2015).
4
Ανδρέας Εμπειρίκος, Περί σουρεαλισμού
1935, εισαγ.-επιμ. Γιώργης Γιατρομανωλάκης,
Άγρα, Αθήνα 2009.