εκδόσεις τεχνοδρόμιον
…
Ήτανε κάποτε μια κοπέλα που φύτευε δειλινόδεντρα
κι ύστερα κάθουνταν κάτω απ᾽τον ίσκιο τους
και τα δέλτα δεν ήτανε πια δέλτα
ήτανε κι αυτά δειλινόδεντρα κι ένα κλωνί τους πάνω πάνω έγειρε δεξά
και λύγισε
τσακίστηκε
κι όπως τσακίστηκε –
αφήστε με επιτέλους να σας εξηγήσω –
κι όπως τσακίστηκε
μύρισε σκοτάδι
Από φόβο μόνο σκοτεινιάζει, κύριε
μην ακούτε
είναι μύθος η νύχτα
(Αφηνιάζουν τ᾽άλογα, σπίθες μαβιές αστράφτει το ενδεχόμενο)
Μην ξανακούσω αυτή τη λέξη –
Παρακαλώ! –
Ακούς εκεί φόβος…
Φ.. φ… φόβ…
…
– δεν παραδέχεστε! Μα
εσάς σας τρομάζουν κι αυτές οι τρεις τελείες!
σας αρρωσταίνει
να βλέπετε γραμμένο το γράμμα βήτα – φόΒ… – κι ύστερα τελείες
φόβ, λοιπόν!
Φόβ και τρεις φορές φόβ! Από τώρα και στο εξής θα σας φωνάζω ΦόΒ!
Ήτανε κάποτε μια κοπέλα – με συγχωρείτε για τη διακοπή
(δείχνει να πνίγεται …)
να, πάρτε αυτό, μυρίστε – λίγα φυλλαράκια από ηδύοσμο θα σας κάνουν καλό
φαίνεστε κουρασμένος
(πέφτει ένα αστέρι, το καταπίνει)
Κι αν στ᾽αλήθεια δε βρίσκετε τίποτα να πείτε
Αν είναι αλήθεια πως δε βρίσκετε τίποτα να πείτε
Τότε πάρτε παρακαλώ ένα κομμάτι απ᾽το πλευρό σας και
πείτε κάτι μ᾽αυτό
Πώς είπατε;
Να χαραμίσετε ένα κομμάτι απ᾽το πλευρό σας;
(δυνατά γέλια)
…