Η υπόσχεση
Αυτό που με τραβάει
στον έρωτα και στο θάνατο
είναι αυτό που σε κάνει
να μελετάς το τραύμα
Το αγριεμένο πλήθος
σε μια στιγμή ησυχίας
κοιτά τα κουφάρια σφαγμένων
από σφαγή τιμωρίας
Η κυρία θεολογία θέλει
να γράψεις χίλιες φορές
«Κύριε ελέησόν με»
Η κυρία ζωολογία θέλει
να κρεμαστείς σα σε σφαγείο
στη βιτρίνα ενός χασάπικου
και η μύγα να ρουφάει το αίμα
Κυρίες καλές
αιμοδιψείς και αιμοσταγείς
σαν άνθρωποι
Αυτό που με τραβάει
στον έρωτα και στο θάνατο
είναι η ελπίδα η δικιά σου
που την κρατώ στα χέρια
και την πνίγω
Αίθουσα αναμονής
Ένα άσυλο ανθρώπων
ανθρώπων σε καταστολή
υποστολή αισθήματος
μια τσιμεντένια πλατεία
δίχως σκιά και
τα παιδιά μουδιασμένα
έχουν παρατήσει
τα παιχνίδια τους
στον ήλιο
Ένας βάλτος
ένα μουσείο από
γαλάζια κύματα νεκρά
νεκρό τσουνάμι
Κάτι υπόγειο υπάρχει
στους υπονόμους
Αναρριχώμενες βοκαμβίλιες
σπάνε τα καπάκια
των αποχετεύσεων
Μέσα στο ποτήρι
ανακατεύεις μουδιασμένα
λίγο βύσσινο
ζάχαρη και νερό
χώμα και πάχνη
υποθαλάσσιος σφυγμός
Όταν έρθει το κατάλληλο
φως
τότε ο φωτογράφος
των ματιών μας
θα δικαιώσει
παγιδεύοντας το
τέλειο πλάνο
στον τρύπιο φακό
το τρυφερό φως
που βρίσκεται
μέσα μας
και ο προβολέας σκηνής
θα ανοίξει
και η ομορφιά αυτού
του κόσμου
θα ξεχυθεί
θα κατακλύσει
θα νικήσει αυτή
τη ζοφερή και
άρρωστη με απoφορά
νύχτα που απλώνεται
στις στέγες των
σπιτιών μας