Τέσσερα ποιήματα της Biljana Stojanovska (Μτφ. Σωτήρης Μηνάς)
Άδειες είναι οι πόλεις χωρίς εσένα
Χθες το βράδυ χόρευα με το φεγγάρι
και με τη σκιά σου
Σκόρπιζα τη χαρά μας
Σάλευαν οι λεύκες
Τρίζανε τα ποτήρια
Όμως δεν ήσουν εδώ
Σου κρατούσα σφιχτά το χέρι
Είσαι η τελευταία μου επιλογή,
Ψεύτικες είναι οι πόλεις χωρίς εσένα
Η χαρά συμπλέκεται με τη λύπη
Η απουσία σου – πιο ορατή απ’ όλα
Οι σκιές μας σφιχταγκαλιάζονται
πριν να ξαπλώσω και να ονειρευτώ
πως χορεύω με το φάντασμά σου
κρατώντας το φεγγάρι στα χέρια
~
Εύκολο είναι να πεθάνει κανείς στις μέρες μας.
Τα σεντόνια, φτιαγμένα από όνειρα και γεμάτα νόημα.
Τα δωμάτια, μικρά σύμπαντα,
όπου όλα τ’ αστέρια θέλουν να πέσουν στο κρεβάτι.
Οι πόλεμοι βρίσκονται κάπου μακριά.
Σε άλλους τόπους οι άνθρωποι πεθαίνουν από την πείνα.
Εδώ ζούμε από τα βλέμματα.
Η δυστυχία είναι μακριά· μας αγγίζει μονάχα καμιά φορά, στο όνειρο.
Εύκολο είναι να πεθάνει κανείς μια τέτοια μέρα,
με χαμόγελα που σμίγουν μέσα στα φιλιά.
~

«Να πιούμε τσάι;» με ρωτάς σχεδόν μεσάνυχτα
ενώ διαβάζω μαρτυρίες για Αφγανές που πετούν τα μωρά τους πάνω απ’ το
συρματόπλεγμα, για να τα σώσουν απ’ τον εχθρό.
Το νερό σχεδόν βράζει, κι από το Υπουργείο Υγείας ήδη ανακοινώνουν νέα μέτρα στη
μάχη κατά της πανδημίας.
Ρίχνω τα φακελάκια του τσαγιού μέσα στις κούπες και τα περιχύνω με βραστό νερό.
Ένας παγετώνας, τετρακοσίων πενήντα τετραγωνικών χιλιομέτρων, έσπασε και
κατέρρευσε στον δυτικό τομέα της Ανταρκτικής.
Γεμίζω το κουταλάκι με μέλι και το ρίχνω στο φλιτζάνι.
Ανακατεύω στην κατεύθυνση που κινούνται οι δείκτες του ρολογιού.
Έξω, κάποιος τραγουδά.
Έξω, κάποιος πεθαίνει.
Το δωμάτιο μυρίζει μέντα.
~
Δεν κοιμάμαι πια.
Ψάχνω να δω αν είμαι εκεί που με άφησες,
Τσεκάρω συνεχώς τον παλμό μου —
μήπως η καρδιά μου έφυγε κι αυτή.
Νέα φθινοπωρινή αυγή,
το όνειρο πάντα ίδιο.
Δεν ονειρεύομαι μέσα στον ύπνο,
ονειρεύομαι μόνο όταν ξυπνώ.
Το κρύο διαπερνά τις πυτζάμες μου,
εσύ ονειρεύεσαι σε άλλους τόπους,
κι εγώ τυλίγομαι στην κουβέρτα μου, μονάχη.
Η Μπιλιάνα Στογιάνοφσκα γεννήθηκε το 1984. Σπούδασε στο Φιλολογικό Τμήμα «Μπλάζε Κονέσκι» στα Σκόπια, στο Τμήμα Μακεδονικής Λογοτεχνίας και Νότιων Σλαβικών Λογοτεχνιών. Το 2015 εξέδωσε την πρώτη της ποιητική συλλογή με τίτλο «Οι λέξεις δεν σημαίνουν τίποτα» από τις εκδόσεις Antolog. Το 2017 τιμήθηκε με το λογοτεχνικό βραβείο «Τόντορ Τσάλοβσκι» για το βιβλίο «Το διαμέρισμα που σαπίζει» (εκδόσεις Galikul). Το τρίτο της βιβλίο «Καθώς κοιμάσαι» κυκλοφόρησε το 2024 από τις εκδόσεις Παράξενο Δάσος. Η ποίησή της έχει μεταφραστεί στα αγγλικά, γερμανικά, κινεζικά, σερβικά, πολωνικά και σλοβενικά και έχει δημοσιευθεί σε αρκετά λογοτεχνικά περιοδικά και ανθολογίες.
Ο Σωτήρης Μηνάς γεννήθηκε το 1981 στη Θεσσαλονίκη, σπούδασε Ιστορία και Αρχαιολογία και ζει στην Αθήνα. Ασχολείται με τη μετάφραση μακεδονικής ποίησης στα ελληνικά και αντίστροφα, με δημοσιεύσεις σε έντυπα και ηλεκτρονικά μέσα. Έχει μεταφράσει από τα μακεδονικά στα ελληνικά το τελευταίο βραβευμένο μυθιστόρημα της Λίντια Ντίμκοφσκα Μοναδικός Αριθμός Ταυτοποίησης που κυκλοφορεί το Νοέμβριο του 2025 από τις εκδόσεις Βακχικόν καθώς και από τα ελληνικά στα μακεδονικά το θεατρικό έργο του Θανάση Τριαρίδη Lebensraum – Ζωτικός Χώρος. Αρθρογραφεί και μεταφράζει για την ηλεκτρονική εφημερίδα Η ΚΟΚΚΙΝΗ και έχει υπάρξει καλεσμένος σε παρουσιάσεις στη Θεσσαλονίκη και στα Σκόπια, καθώς και σε τηλεοπτική εκπομπή στα Σκόπια, προωθώντας τη μακεδονική ποίηση και τη συνεργασία των δύο λαών.














